Λαογραφία

ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ Ή ΓΕΝΑΡΗΣ




Ο Γενάρης, όπως και όλοι οι μήνες του ημερολογίου μας, του Παγκοσμίου Χριστιανικού ημερολογίου, οφείλει τ' όνομά του στους Αρχαίους Ρωμαίους στο Θεό του Ιανό, που προς τιμή του τον ονόμασαν έτσι. Δεν είχε όμως απ' την αρχή την τιμή ν' αποτελεί τον πρώτο μήνα του χρόνου. Αττικός μήνας: ΓΑΜΗΛΙΩΝ (15 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου).


Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν σαν Πρωτοχρονιά την 21η Ιουνίου (του μηνός Σκιροφοριώντος όπως τον έλεγαν) και οι Ρωμαίοι την 1η Μαρτίου. Η τελευταία είχε διατηρηθεί να γιορτάζεται και από τους Έλληνες της Ανδριανουπόλεως, πριν τους διώξουν οι Τούρκοι από την Ανατολική Θράκη. Η πρώτη Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν πρωτοχρονιά από τους Ρωμαίους το 153 π.Χ. Την ημέρα αυτή συνήθιζαν να εκλέγουν τους ανώτατους άρχοντες, τους ύπατους και με την ευκαιρία επιδίδονταν σε τελετές και θορυβώδεις διασκεδάσεις. Από αυτούς την πήραν αργότερα οι Βυζαντινοί και την καθιέρωσαν (περί το 1000 μ.Χ.).





Γεωργικές εργασίες


Προετοιμάζουν τα γεωργικά τους εργαλεία, όταν υπάρχουν βροχές ή χιόνια.
Μεταφέρουν κοπριά στα κτήματα.
Εκχερσώνουν χωράφια ή διορθώνουν φράχτες.
Κάνουν αποστραγγιστικά χαντάκια.
Ανοίγουν λάκκους γύρω από τα δέντρα για να δεχτούν περισσότερη βροχή ή τα ασβεστώνουν.
Σπέρνουν πρώιμα μπιζέλια, κουκιά, κρομμύδια.
Φυτεύουν τα φυλλοβόλα δέντρα (κερασιά, βυσσινιά, βερικοκιά, ροδακινιά), αγκινάρες, φράουλες, σπαράγγια.
Λιπαίνουν τα δέντρα με χωνεμένη κοπριά.
Κλαδεύουν ελαιόδεντρα.
Επισκευάζουν και βάφουν τις κυψέλες.
Αρχίζουν το άρμεγμα των προβάτων.
Οι γυναίκες ύφαιναν στον αργαλειό κιλίμια και βελέντζες, έπλεκαν και έραβαν.



Παροιμίες

Σ' όσους μήνες έχουν «ρο», μπάνιο με ζεστό νερό.
Χιόνισ' έβρεξ' ο Γενάρης, oλ' οι μύλοι μας θ' αλέθουν.
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζει.
Χιόνι πέφτει το Γενάρη, χαρές θα 'ν' τον αλωνάρη.
Κόττα, πίτα το Γενάρη, κόκοτα τον Αλωνάρη.
Κόψε ξύλο το Γενάρη και μη καρτερείς φεγγάρι.
Γενάρη πίνουν το κρασί, το Θεριστή το ξύδι.
Του Γενάρη το ζευγάρι διάβολος θε να το πάρει.
Του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο μέρας μοιάζει.
Ο λαγός και το περδίκι κι ο καλός ο νοικοκύρης το Γενάρη χαίρονται.
Εγέλασεν ο Γενάρης.
Του Γεναριού το φεγγάρι είναι σαν του Αλωνάρη.
Ο Γενάρης δε γεννά μήτε αυγά μήτε πουλιά, μόνο κρύο και νερά.
Του Γενάρη το φεγγάρι την ημέρα σιγοντάρει.
Οποιος θε να βαμπακώσει, τον Γενάρη θε ν' οργώσει.
Κόψε ξύλο τον Γενάρη και μην καρτερείς φεγγάρι.
Όποιος σπέρνει το Γενάρη, παίρνει την ανεμοζάλη.
Του Γενάρη το φεγγάρι ήλιος της ημέρας μοιάζει.
Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, με σύγκρυα και παγωνιά.
Χαρά στα Φώτα τα στεγνά και τη Λαμπρή βρεμένη.
Γενάρης χωρίς χιόνι, κακό μαντάτο.
Τ' Αλωναριού τα μεσημέρια , και του Γεναριού οι νύχτες.
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην κοιτάζεις.
Οι γεναριότικες νύχτες, για να περάσουν θέλουν συντροφιά και κουβέντα.
Έκαμε κι ο Γενάρης ήλιο.
Γενάρη, μήνα του Χριστού κι αρχιμηνιά του κόσμου.
Χαρά στα Φώτα τα στεγνά και τη Λαμπρή βρεμένη.
Γενάρη γέννα το παιδί, Φλεβάρη, φλέβισέ το.
Κότα πίτα το Γενάρη, κόκορα τον Αλωνάρη.


Γιορτές και Έθιμα

Μήνας γιορτών μπορεί να ονομαστεί με τις πολλές γιορτές που έχει ο Γενάρης.
Η πρώτη μέρα του μήνα είναι η πρωτοχρονιά και γιορτάζεται σ' όλο τον κόσμο με λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια και πολλές εκδηλώσεις. Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων. Οι ελληνικές λαϊκές παραδόσεις, θέλουν τον Άγιο Βασίλειο είτε ζευγολάτη που γυρίζει και ευλογεί τα χωράφια, είτε οδοιπόρο ή μάντη. Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας. Ο Αγιος Βασίλης ενσαρκώνει για το λαό, το πνεύμα του καινούργιου χρόνου. Η καλοσυνάτη μορφή του με τη λευκή γενειάδα, τα κάτασπρα μαλλιά το γλυκό χαμόγελο, το μειλίχιο βλέμμα, δεσπόζει παντού, τριγύρω μας τις μέρες τις γιορτινές. Αυτή την εικόνα η λαϊκή φαντασία έπλασε και ριζώθηκε στην ψυχή μας. Και τον οραματιζόμαστε να έρχεται από τη μακρινή Καισάρεια, φορτωμένος δώρα και χίλια καλά. Από το Βυζάντιο και συγκεκριμένα από το χειρόγραφο του δωδεκάτου αιώνα, έχουμε το επόμενο αλφαβητάριο, που θυμίζει παρόμοια νεοελληνικά που τα λένε σήμερα τα παιδιά.


Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς στη Σιάτιστα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκειά και μέσα βάζουν νόμισμα τον παρά που λένε. Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα σε κομμάτια για κάθε άτομο στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια και ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Όποιος βρει το νόμισμα είναι τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Με την ημέρα της Πρωτοχρονιάς συνδέθηκαν διάφορες προλήψεις, όπως η επιλογή από την οικογένεια του ατόμου το οποίο θα περάσει πρώτο το κατώφλι του σπιτιού, το πρωί της πρώτης του έτους για το "ποδαρικό". Την ίδια μέρα αποφεύγουν να προσφέρουν ο,τιδήποτε, έξω από το σπίτι, ούτε να ρίξουν νερό έξω απ' αυτό.


Στις 6 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Φώτων, που θεωρείται μεγάλη Χριστιανική γιορτή, γιατί τότε αγιάζονται τα νερά. Αυτή η γιορτή συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου και ο λαός τη λέει "Μεγάλη γιορτή, Θεότρομη". Είναι η μέρα που βαφτίσθηκε ο Χριστός απ' τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο στ' άγια νερά του Ιορδάνη. Και από τότε πιστεύεται πως κάθε φορά, την ημέρα των Αγίων Θεοφανείων αγιάζονται τα νερά της βροχής ο λαός μας το λέει αγιονέρι, που πέφτει απ' τον ουρανό και αγιάζει τα σπαρτά και τα χορτάρια της γης. Την βροχή τη λένε αγιασμένη και χαίρονται το δάκρυ της. Το αγίασμα που παίρνει απ' την εκκλησία, ο λαός μας, την ημέρα των Φώτων, το κρατάει με μεγάλη ευλάβεια και πιστεύει απόλυτα στη θαυματουργή δύναμή του. Μ' αυτό αγιάζει τα χωράφια, σπαρτά, τις γωνιές των σπιτιών, τα μαντριά, τα ζωντανά και όλο το βίο του, απ' άκρη σ' άκρη. Ένα μπουκάλι, γιομάτο αγιασμό και κλεισμένο καλά, θα το πάρει στα αμπέλια του. Εκεί, θα σκάψει, συνήθως στη μέση τ' αμπελιού, και θα το χώσει στο χώμα για να φυλάει τ' αμπελόχτημα από κάθε αρρώστια και κακό. Οι ζευγολάτες, πιστεύουν πως ξημερώνοντας τα Φώτα, το βράδυ στο παχνί τους μιλούν ακόμα και τα καματερά τους. Κουβεντιάζουν, λένε και αυτά με το Χριστό. Φτάνει βλέπεις, ο Χριστός ίσαμε εκεί, γιατί αυτά τον πρωτοζέσταιναν την ώρα της Γέννεσής του, μέσα στη θεία σπηλιά, όταν τον κυνηγούσε η ανθρώπινη κακία, μ' οδηγό το συμφέρον των ολίγων. Την παραμονή των Φώτων γίνεται στην εκκλησία ο αγιασμός και ο παπάς γυρίζει όλα τα σπίτια με το σταυρό και τ' αγιάζει. Λένε τότε την παροιμία "Σαν ο Παπάς με το σταυρό".


Παράλληλα η έκτη Ιανουαρίου αποτελεί ένα ορόσημο για τη λαογραφία των ευρωπαϊκών χωρών. Έθιμα παλιά, συνήθως προχριστιανικά στις ρίζες τους επιζούν και συνεχίζουν τον εορτασμό τους προσκολλημένα στο χριστιανικό εορτασμό των Θεοφανείων. Πολλά απ' αυτά συνδέονται με πρωτόγονες λαϊκές δοξασίες γύρω από τις χειμερινές τροπές του ήλιου. Πόσο γνωστή λαογραφικά, είναι η νύχτα της παραμονής των Θεοφανείων και πόση έχει ασκήσει επίδραση σε θρύλους ευρωπαϊκούς, γίνεται αμέσως φανερό, αρκεί μόνο να θυμηθούμε τον όρο "Δωδέκατη νύχτα". Μέσα στη νύχτα αυτή σμίγουν και συναδελφώνονται τα τραγικά και τα ευτράπελα. Και λέγεται δωδέκατη, γιατί είναι η τελευταία του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Στη Γερμανία και την Αυστρία όλα τα καταστρεπτικά δαιμόνια διώχνονται τη νύχτα των Θεοφανείων, κυνηγημένα από τους δυνατούς θορύβους που κάνουν μεταμφιεσμένοι και μη. Ανάλογα συμβαίνουν και σ' άλες ευρωπαϊκές χώρες, με περισσότερη ιδιόρρυθμη εκδήλωση στην Πορτογαλία και στην Αγγλία.
Στη Σιάτιστα τα Θεοφάνεια γίνονται τα καρναβάλια "Τα μπουμπουσάρια" και για το λόγο αυτό συγκεντρώνεται πολύς κόσμος στη Σιάτιστα. Η λέξη "Μπουμπουσάρια" είναι παραφθορά του ονόματος "Εμπουσα". Ηταν δε Εμπουσα κατά τις δοξασίες των προγόνων μας φάσμα νυχτερινό με πόδια γαϊδάρου, που άλλαζε μορφές από τη μια στιγμή στην άλλη και τρόμαζε τα παιδιά.Επίσης τα Θεοφάνεια στη Σιάτιστα μετά τη θεία λειτουργία και συγκεκριμένα μετά την εκφώνηση του "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου στου Κύριε..." η εκκλησία δονείται από το εκκωφαντικό "Κύριε Ελέησον...".
Μετά την απόλυση της εκκλησίας οι επίτροποι, κρατώντας ένα κουδούνι γυρίζουν στα σπίτια και μοιράζουν από ένα κομμάτι γλυκειά πίτα παίρνοντας χρήματα για την εκκλησία. Η πίτα αυτή έχει μέσα της ένα φλουρί. Σε όποια οικογένεια πέσει το φλουρί δίνεται η τιμή να παρασκευάσει την πίτα για τα θεοφάνεια της επόμενης χρονιάς.

Οι επίτροποι που μοιράζουν αυτή την πίτα λέγονται "Πνιχτάδες" ίσως από το πνίξιμο του σταυρού στο αγίασμα κατά την τελετή του Αγιασμού.


Στις 7 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Βαπτιστή.
Στις 17 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και στις 18 του Αγίου Αθανασίου. Του Αγίου Αθανασίου η ημέρα μεγαλώνει μια ώρα. Γι' αυτό πολλοί λένε "Αη-Θανάσης ήλθε, καλοκαίρι ήλθε".
Στις 20 Ιανουαρίου είναι η γιορτή του Αγίου Ευθυμίου.


Για τους Αγίους Αντώνιο, Αθανάσιο και Ευθύμιο υπάρχει ο εξής μύθος:

"Οι τρεις Αγιοι πήγαιναν μαζί. Ο Αγιος Ευθύμιος ήταν σπανός και οι άλλοι δυο δεν τον ήθελαν. Κάποτε σ' ένα ταξίδι τους στην έρημο σηκώθηκαν οι δυο πρωί - πρωί και έφυγαν. Για να τους προκάνει ο Αγιος Ευθύμιος στη βία του επάνω, κόλλησε το κεφάλι του γαϊδάρου στο μουλάρι (γι' αυτό από τότε το μουλάρι έχει αυτιά γαϊδάρου) καθώς οι άλλοι φεύγοντας έκοψαν τα κεφάλια απ' τα δυο ζώα, που ήταν του Αγίου Ευθυμίου. Τους πρόκαμε και επειδή ήξερε την αιτία που δεν τον ήθελαν, έπιασε με τα δυο του χέρια το πρόσωπό του και αμέσως φύτρωσε μια γενειάδα που ακούμπησε στη γη.
Στις 30 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η γιορτή των μεγάλων αυτών ιεραρχών είναι η γιορτή των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων. Την ημέρα αυτή στη Σιάτιστα τελείται πανηγυρική θεία λειτουργία καθώς και μνημόσυνο των ευεργετών των σχολείων της πόλης.


Πηγή : mhnes-12.weebly


Ο Νοέμβρης στην Ελληνική Παράδοση





Ο Νοέμβρης, όπως λέει το όνομά του (από το λατινικό novem=εννιά), σύμφωνα με τους Ρωμαίους ήταν ο ένατος μήνας αρχομένης της πρωτοχρονιάς από 1η Μαρτίου, ενώ σήμερα από την πρωτοχρονιά της πρώτης Ιανουαρίου είναι ο ενδέκατος μήνας. Στο στόμα του ελληνικού λαού ο Νοέμβρης έχει ίσως τα περισσότερα ονόματα από όλους.

Τα ονόματα που παίρνει από τους αγίους είναι τα εξής: Αϊ Γιώργης από τη γιορτή του αγίου Γεωργίου του επονομαζόμενου Σποριάρη ή Μεθυστή. Αϊ Ταξιάρχης, Αϊ Στράτηγος ή Αρχαγγελιάτης από την γιορτή των Ταξιαρχών, στις 8. Αϊ Φιλιππιάτης ή μόνο Φιλιππιάτης από τη γιορτή του αγίου Φιλίππου στις 14. Αγιαντρέας και Αντριάς από τη γιορτή του αγίου Αντρέα στις 30.

Από της γεωργικές δουλειές που γίνονται την εποχή αυτή ονομάζεται κατά τόπους Σποριάς, Σποριάτης, Σπαρτής, Σπαρτάρης, Μεσοσπορίτης. Ονομάζεται επίσης Κρασομηνάς από το κρασί ανοίγουν αυτήν την εποχή) και Τρυγομηνάς (στα μέρη όπου έχουν καθυστερημένο τρύγο, όπως λ.χ. στην Οινόη του Πόντου). Ονομάζεται ακόμη και Νειαστής (από το ρήμα νειάζω που σημαίνει οργώνω).

Από τον καιρό, τέλος, που αποτελεί σημαντικό περιεχόμενο του χρόνου, ονομάζεται κατά τόπους Ανακατωμένος, Βροχάρης, Παχνιστής, Σκιγιάτης (γιατί μεγαλώνει η νύχτα και σκιάζεται, λένε, η γη) ή για τον ίδιο λόγο, Χαμένος. Λέγεται επίσης και Μπρουμάρης (όνομα, κυρίως του Δεκέμβρη, από τη ρωμαϊκή γιορτή Brumalia , που έχει σχέση με τις μικρότερες μέρες του έτους γύρω στη χειμερινή τροπή, τις οποίες οι ρωμαίοι ονόμαζαν brumae).

Η δύση του αστερισμού της Πλειάδας (Πούλιας) σημαδεύει τη αρχή του χειμώνα για το λαό μας και τοποθετείται στη γιορτή του αγίου Φιλίππου στις 14 Νοεμβρίου (ενώ η ανατολή της που σημαδεύει την αρχή του καλοκαιριού τοποθετείται στη γιορτή του Κωνσταντίνου και Ελένης στις 21 Μαΐου). Κατά άλλους η δύση της Πούλιας και αρχή του χειμώνα τοποθετείται στη γιορτή του άσημου αγίου Πλάτωνα στις 18 του μήνα όπου μαντεύονται τον καιρό που θα κάνει όλο το χρόνο ή το Σαρανταήμερο των Χριστουγέννων.

Την εποχή αυτή έχουμε την αντιδικία των γεωργών και κτηνοτρόφων λόγω γειτνίασης. Οι Βλάχοι και οι Σαρακατσάνοι χρειάζονται λιβάδια και καλύβες, ενώ από την άλλη μεριά, οι γεωργοί, όσο πληθαίνουν, θέλουν περισσότερο καλλιεργήσιμο χώρο. Είναι φυσικό να υπάρχουν προστριβές. Ωστόσο με την συνεννόηση και με την οργάνωση των χωραφιών σε ζώνες καλλιέργειας, έτσι ώστε να υπάρχει χέρσο μέρος για τους κτηνοτρόφους, λύνεται το πρόβλημα (από τους τσιφλικάδες, τις κοινότητες και το νοίκι που πληρώνουν οι κτηνοτρόφοι). Στα περισσότερα μέρη η πανάρχαια αυτή αντιδικία λύνεται με καλή θέληση σε ατομικό επίπεδο και μετατρέπεται σε αλληλοβοήθεια. Πάντως, ακόμα και εκεί που φαίνεται ότι γεωργοί και κτηνοτρόφοι ότι ορθολογικά έχουν λύσει τις διαφορές τους, διακρίνεται και υποβόσκει ακόμα η ενδόμυχη έχθρα τους. Την απάντηση σε αυτό μας την δίνει ένα έθιμο των πιστικών (κτηνοτρόφων), στην Κω, που γίνεται την ημέρα της επίσημης γιορτής της γιορτής των «Τριών Ανοματών», δηλαδή των τριών Ιεραρχών. Την ημέρα αυτή στέλνουν στην εκκλησιά μια «λειτουργιά» (πρόσφορο), για να μνημονεύσει ο παπάς ζωντανούς και πεθαμένους και σφάζουν το πρώτο «γεμελάκι». Ο πιστικός πρέπει να φάει τη γλώσσα. Την ώρα που τη μασάει τον ρωτάει η γυναίκα του:

Τι είν’ αυτό που μασάς; Κι αυτός απαντάει,

Των ανυχάδων τις γλώσσες.

Ανυχάδες λένε οι πιστικοί τους γεωργούς, επειδή ξύνουν τη γη. «Κείνος ο ανυχάς έξυσε τον κόσμο», λένε, δηλαδή όργωσε όλο τον κόσμο, τόσο άπληστος είναι, που δεν άφησε ακαλλιέργητο τόπο να χορταριάσει για να φάνε τα ζωντανά.

Όπως φάνηκε εδώ, ο Νοέμβρης είναι ο πιο κρίσιμος μήνας, τόσο για το γεωργικό όσο και για τον κτηνοτροφικό τρόπο ζωής. Το περιεχόμενο του είναι για τους γεωργούς η σπορά και για τους μετακινούμενους κτηνοτρόφους το κατέβασμα στα χειμαδιά.

Υπάρχουν, ωστόσο, και ορεινοί πληθυσμοί που δεν μετακινούνται (λ.χ. Πιέρια). Για αυτούς το κρύο και το χιόνι και οι αγέλες των πεινασμένων λύκων, που τους απομονώνει από τον υπόλοιπο κόσμο, τους αναγκάζει να λειτουργήσουν πρακτικά και να προφυλαχτούν. Αποθηκεύουν τροφή για αυτούς και τα ζώα τους και έχουν έτοιμο το τουφέκι τους να σκοτώσουν τον λύκο ή την αρκούδα. Αυτό το πρακτικό μέρος, όμως, δεν τους είναι αρκετό γιατί ξέρουν καλά πως τίποτε δεν εξαρτιέται μόνο από αυτούς: «άλλαι μεν βουλαί ανθρώπων, άλλα δε Θεός κελεύει». Γιαυτό οι πράξεις τους συνοδεύονται πάντα από μια άλλη σειρά πράξεων και λόγων, που αποβλέπουν στο να επηρεάσουν τις δυνάμεις που υπερβαίνουν τον άνθρωπο. Αυτές οι πράξεις και τα λόγια ανήκουν στο επίπεδο της δεισιδαιμονίας, είναι ένας κώδικας συμπεριφοράς που διέπει τις σχέσεις τους ανθρώπους με το «θείο» το υπερφυσικό. Και σαν κώδικας έχει βέβαια, τη λογική του.



Για να μπορέσουν να απευθυνθούν στο χειμώνα και να τον επηρεάσουν με τις πράξεις και τα λόγια τους, πρέπει πρώτα κάπως να τον ορίσουν και του δώσουν ένα πρόσωπο : Ο άγιος Μηνάς (11 Νοεμβρίου) και ο άγιος Αντρέας (30 Νοεμβρίου) και ο άγιος Φίλιππος (30 Νοεμβρίου). Λένε:

Αϊ Μηνάς εμήνυσε του πάππου –του χειμώνα:

Έρχομαι ή δεν έρχομαι και τ’αϊ- Φιλίππου αυτού είμαι.

Οι κτηνοτρόφοι πιστεύουν πως ο Αϊ Μηνάς «μηνάει» του χιονιού ναρθεί, φέρνοντας μαζι του, φυσικά, και όλους τους κινδύνους του χειμώνα. Από την άλλη μεριά όμως, κάνει και κάτι καλό : «μηνάει», δηλαδή φανερώνει τα χαμένα ζώα και τα προστατεύει από τους λύκους. Για να ενισχύσουν την προστατευτική δύναμη του αγίου, την ημέρα της γιορτής των τσομπάνηδων «ράβουν», όπως λένε, «το στόμα του λύκου». Στο Δάσκιο Ημαθίας, στις 10 του Παχνιστή (Δεκέμβρη) την Παραμονή του Αη Μηνά οι τσοπάνοι δεν άναβαν φωτιά στο μαντρί για να τους φυλάει ο Άγιος από την λυκνιά (λύκους). Η νοικοκυρά θα «ράψει το στόμα του λύκου», δηλαδή θα ράψει ένα μπάλωμα με λίγη στάχτη χωρίς να το βλέπει και με τα χέρια της πίσω. Μια γυναίκα θα τη ρωτήσει τρεις φορές:

-Τι ράβεις αυτού;

-Ράβου του λύκου το στόμα, πέτρες και ξύλα να τρώει κι ανάκαρα (δύναμη) να μην έχει, απαντάει και το ρίχνει ψηλά στο σπίτι.

Στις 30 του μήνα η γιορτή του Αγιαντρέα (Αντριά) είναι από τις πιο σημαντικές των ορεινών της Δ Μακεδονίας. Η γιορτή είναι τριήμερη όπου οι γυναίκες φτιάχνουν ειδικά φαγητά από στάρι και καλαμπόκι. Όποιος τρώει, πρέπει να πει:- Τρώω να παχαίνω (το ειδικό φαγητό λέγεται, άλλωστε, παχιά) και να παχαίνουν τα χωράφια, τα ζωντανά και η γκαστρωμένη να κάνει σερνικό. Και οι άλλοι τον παρακινούν:-Φάε ν’αντρειώσουν τα χωράφια, τα πρόβατα, τα γίδια, τα φοράδια και οι γκαστρωμένες να φκιάξουν παιδιά (δηλαδή αγόρια).

Γιατί άραγε λένε αυτές τις μαγικές λέξεις «προς πρόκλησιν ευφορίας» στην γιορτή του Αγιαντρέα; Μα γιατί, παρετυμολογικά, «ο Αντριάς αντρειεύει όλα αυτά πόχουν ζωή: πρόβατα, γίδια και τα χωράφια». Αντρειεύει επίσης και το κρύο. Έτσι, λένε: Σαν έμπει ο Αντριάς, να καρτεράτε να τ’ασπρίσει, για να πάει καλά η χρονιά, με πλούσια μπερεκέτια». Το χιόνι αυτή την εποχή είναι ευλογία Θεού.

Στον κάμπο, για τους γεωργούς το ίδιο είναι οι γιορτές του αγίου Φιλίππου (14 Νοεμβρίου) και των Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου).Την άλλη μέρα από τη γιορτή του αγίου Φιλίππου αρχίζει η αποκριά (νηστεία των Χριστουγέννων).

Το πιο σημαντικό σημάδι του χρόνου για την σπορά είναι η γιορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου). Γιαυτό, άλλωστε σε διάφορα μέρη της Ελλάδας η γιορτή της Παναγιάς λέγεται της Αρχισπορίτισσας, της Μεσοαπορίτισσας και της Ξεσπορίτισσας. Την ημέρα αυτή οι γεωργοί έχουν αργία και τρώνε ειδικό φαγητό, τα λεγόμενα πολυσπόρια.

Στην γιορτή, τέλος, του Αϊ Γιώργη του Σποράρη στις 3 Νοεμβρίου αρχίζει σε πολλά μέρη η σπορά και στη γιορτή των Ταξιαρχών ο λαός πιστεύει πως ο Αρχάγγελος Μιχαήλ γράφει στο τεφτέρι του τις ψυχές που θα πάρει μέσα στον χρόνο.



(Πηγή: «Οι 12 μήνες τα Λαογραφικά» Αλκη Κυριακίδου –Νέστορος)


Οκτώβριος: όνομα, συνήθειες, παραδόσεις, λαϊκή σοφία







Ο Οκτώβριος ή Οκτώβρης είναι ο δεύτερος μήνας του φθινοπώρου και δέκατος όλου του χρόνου στο Ιουλιανό και το Γρηγοριανό ημερολόγιο. Είναι ένας από τους 7 μήνες που έχουν 31 μέρες (Ιανουάριος, Μάρτιος, Μάιος, Ιούλιος, Αύγουστος, Δεκέμβριος οι άλλοι).

Ο Οκτώβριος του νότιου ημισφαιρίου: Ο Οκτώβριος αντιστοιχεί στον Απρίλιο. Δηλαδή όταν στο βόρειο ημισφαίριο (όπου ανήκει και η Ελλάδα) είναι 1η Οκτωβρίου και φθινόπωρο, στο νότιο ημισφαίριο είναι σε αντιστοιχία 1η Απριλίου, δηλαδή άνοιξη. Και ασφαλώς όταν στο νότιο ημισφαίριο είναι Οκτώβριος, στην Ελλάδα είναι Απρίλιος. Μην λησμονήσετε να κάνετε το πείραμα με την υδρόγειο σφαίρα και τον φακό που φωτίζει διαφορετικές περιοχές της γης.

Από που πήρε το όνομά του: Η ονομασία του προέρχεται από το λατινικό October, -bris. Octo είναι το οκτώ και ottavo ο έβδομος. Αυτό το otto τροφοδότησε και όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες (otto στα ιταλικά, ocho στα ισπανικά, eight στα αγγλικά, acht στα γερμανικά κ.ο.κ). Οι Ρωμαίοι τον ονόμαζαν και Sementilius (semen = σπόρος), από την σπορά, βασική ασχολία της εποχής.

Γιατί ονομάστηκε «όγδοος» αφού είναι ο δέκατος;

Στο ρωμαϊκό ημερολόγιο πρωτοχρονιά ήταν η 1η Μαρτίου, έτσι ο Οκτώβριος ήταν ο όγδοος μήνας του έτους. Το 153 π.Χ. η Σύγκλητος καθιέρωσε ως πρώτο μήνα τον Ιανουάριο και έτσι ο Οκτώβριος έγινε ο δέκατος μήνας ενώ το 46. π.Χ. καθιερώθηκε το νέο Ιουλιανό ημερολόγιο από τον Ιούλιο Καίσαρα όπου οι Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος διατήρησαν τα ονόματά τους παρά την αλλαγή σειράς τους (ένατος, δέκατος, ενδέκατος, δωδέκατος).

Πως αλλιώς λέγεται:

Οχτώβρης, Αηδημητριά​της από τη μεγάλη γιορτή του Αγίου Δημητρίου που αποτελεί το ορόσημο του χειμώνα.

Σπαρτής ή Σπαρτάς ή Σποριάς γιατί σπέρνουμε πολλά στις μέρες του και είναι η βασική γεωργική ασχολία.

Παχνιστής γιατί καλύπτονται από πάχνη οι αγροί

Μπρουμάρης​δηλαδή ομιχλώδης και σκοτεινός.

Τρυγομηνάς (από τον τρύγο) τον ονομάζουν οι Έλληνες του Πόντου, αν και έτσι είναι γενικώς γνωστός ο Σεπτέμβριος και όχι ο Οκτώβριος.

Νειαστής (αρχ.): με πολλά οργώματα (νεάω = οργώνω χέρσα γη).

Χριστιανική Παράδοση: η χριστιανική παράδοση είναι άμεσα συνδεδεμένη με την γιορτή του Αγίου Δημητρίου στις 26 του μήνα, μεγάλου αγίου της Ορθόδοξης και Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας και πολιούχου της Θεσσαλονίκης. Η γιορτή του Αγίου Δημητρίου με εκείνη του Αγίου Γεωργίου χώριζαν το γεωργικό έτος σε δύο εξάμηνα (τέταρτος, δέκατος μήνας) και πραγματικά σήμαιναν την έλευση του χειμώνα.

Στην αρχαία Ελλάδα: Στην αρχαία Ελλάδα ισοδυναμούσε με το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Βοηδρομιώνα και το πρώτο δεκαπενθήμερο του Πυανεψιών. Η περίοδος αυτή ήταν πλούσια σε γιορτές (Πυανέψια, Θησεία, Θεσμοφόρια κ.α.). Ο Πυανεψιών ήταν ο τέταρτος στη σειρά μήνας στο Αττικό ημερολόγιο και αντιστοιχούσε με το χρονικό διάστημα από μέσα Οκτωβρίου μέχρι μέσα Νοεμβρίου. Ο Πυανεψιών πήρε το όνομά του από τη γιορτή Πυανέψια (Πυάνος+έψω=βράζω κουκιά) που γίνονταν προς τιμήν του θεού Απόλλωνα. Η παράδοση αναφέρει ότι ο Θησέας, πηγαίνοντας στην Κρήτη για να σκοτώσει τον Μινώταυρο, σταμάτησε στη Δήλο και έκανε θυσία στον Απόλλωνα, υποσχόμενος ότι αν κερδίσει την μάχη με τον Μινώταυρο θα του πρόσφερε στολισμένα κλαδιά ελιάς. Επιστρέφοντας ο Θησέας στην πατρίδα του, εκπλήρωσε την υπόσχεσή του με αυτήν την γιορτή. Και που κολλάνε τα κουκιά; Κατά την επιστροφή του στην πατρίδα, τα τρόφιμα τελείωσαν και οι σύντροφοί του μάζεψαν ό,τι μπορούσαν και το μαγείρεψαν κάνοντας φασολάδα. Αυτό το έθιμο διατηρήθηκε προς τιμή του Απόλλων ως Πυανέψια και από εκεί πήρε το όνομά του και ο μήνας.

Με ποιες συνήθειες/φαινόμενα συνδέεται:

Τα πρωτοβρόχια: οι πρώτες αξιοσημείωτες βροχές που τόσο τις έχει ανάγκη το χώμα, τα φυτά, όλα.

Τα σύννεφα πυκνώνουν, τα φύλλα αρχίζουν να πέφτουν, η φύση ξεκινά να χάνει πολύ από το πράσινο χρώμα της, ο ήλιος μικραίνει. Θυμηθείτε τον καταπληκτικό μύθο του Ανήλιαγου εδώ.

3 Οκτωβρίου: Διονυσίου του Αρεοπαγίτη, πολιούχου Αθηνών.

18 Οκτωβρίου: του Ευαγγελιστή Λουκά.

26 Οκτωβρίου: του Αγίου Δημητρίου, γιορτή που έδωσε τα προσωνύμια «Αι-Δημητριάτης» και «Αι-Δημήτρης» στον μήνα.

Φρούτα και λαχανικά: Ακτινίδια, αχλάδια, λεμόνια, μήλα, ρόδι, σταφύλια, φραγκόσυκα, ροδάκινα, κουνουπίδι, καρότα, κολοκύθια, ραδίκια, κρεμμύδι, λάχανο, μαρούλια, μελιτζάνες, ντομάτες, πατάτες, παντζάρια, πιπεριές, σέλινο, σπανάκι, φασολάκια.

Μαζεύουμε: σπανάκι, κουνουπίδια, λάχανα

Φυτεύουμε: σέλινα, πράσα, μαϊντανό, κρεμμύδια, κουκιά, σκόρδα.

Ανθίζουν: Είναι η εποχή που πρωτανθίζουν τα κυκλάμινα ή αλλιώς αϊδημητριάτικα. «Κυκλάμινο, κυκλάμινο, στου βράχου τη σχισμάδα που βρήκες χρώματα κι ανθείς, που μίσχο και σαλεύεις;» (Γιάννης Ρίτσος)



Η Περπερούνα: ένα από τα πιο γνωστά έθιμα “μαγείας” ήταν η Περπερούνα, με την οποία προσπαθούσαν να προσελκύσουν τη βροχή. Η Περπερούνα γίνεται είτε προς το τέλος της άνοιξης λόγω της ανομβρίας της εποχής είτε αυτήν την εποχή, τον Οκτώβριο, πάλι για προσέλκυση της απαραίτητης βροχής. Στόλιζαν λοιπόν ένα μικρό, φτωχό κορίτσι, κάπου 8-10 ετών, με λουλούδια και πρασινάδες ώστε να πρασινίσει ο κάμπος σαν την Περπερού, το κορίτσι δηλαδή. Τα υπόλοιπα κορίτσια του χωριού, με την περπερούνα στη μέση, πηγαίνουν στα σπίτια και τραγουδούν το τραγούδι της (από Δόμνα Σαμίου οι στίχοι):

Περπερούνα περπατεί

και το Θιό παρακαλεί

για να βρέξει μια βροχή,

μια βροχή, μια σιγανή

για να γέν’ τα στάρια μας

κι τα καλαμπόκια μας.

Μπάρις, μπάρις τα νιρά,

μπάρις, μπάρις τα κρασιά.

(μπάρις=λακκούβες με νερό)

Όταν τελειώσει το τραγούδι, η νοικοκυρά χύνει ένα μικρό κανάτι νερό στο κεφάλη της Περπερούνας και της λέει “καλή βροχή να δώσει ο Θεός” και της δίνει κάτι για το καλό (νόμισμα ή καλούδι).

Παροιμίες:

Όποιος σπέρνει τον Οκτώβρη, έχει οκτώ σειρές στ’ αλώνι ή Οκτώβρης και δεν έσπειρες οκτώ σωρούς δεν έκανες.

Οκτώβρη και δεν έσπειρες καρπό πολύ δεν παίρνεις.

Οκτώβρης και δεν έσπειρες, σιτάρι λίγο θα ‘χεις.

Οκτώβρη και δεν έσπειρες λίγο ψωμί θα πάρεις.

Οκτώβρη και δεν έσπειρες, οκτώ σακιά δε γέμισες.

Οκτώβρη και δεν έσπειρες, τρία καλά δεν έκαμες.

Οκτώβρης βροχερός, Οκτώβρης καρπερός.

Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.

Άη Δημητράκη μου, μικρό καλοκαιράκι μου.

Αν δε χορτάσει ο Οκτώβριος τη γη, πούλησε τα βόδια σου και αγόρασε σιτάρι.

Άσπορος μη μείνεις, άθερος δε μένεις.

Οκτώβρης-Οκτωβροχάκης το μικρό καλοκαιράκι.

Τ’ άη – Δημητριού, τι είσαι ‘σύ και τι ‘μαι εγώ λέει το νιο κρασί στο παλιό.

Τ’ Άη Λουκά σπείρε τα κουκιά.

Τα σταφύλια τρυγημένα και τα σκόρδα φυτεμένα.



Αργίες: 28 Οκτωβρίου, γιορτή του ΟΧΙ





Πηγή : Απόστολος Πάππος


Ο Σεπτέμβριος στην Παράδοση: το όνομα, οι συνήθειες, οι παραδόσεις

 


Ο Σεπτέμβριος ή Σεπτέμβρης είναι ο πρώτος μήνας του φθινοπώρου και ένατος όλου του χρόνου στο Ιουλιανό και το Γρηγοριανό ημερολόγιο.  Είναι ένας από τους 4 μήνες που έχουν 30 μέρες (Απρίλιος, Ιούνιος, Νοέμβριος οι άλλοι τρεις).

 

Ο Σεπτέμβρης του νότιου ημισφαιρίου: Ο Σεπτέμβρης αντιστοιχεί στο Μάρτη. Δηλαδή όταν στο βόρειο ημισφαίριο (όπου ανήκει και η Ελλάδα) είναι 1η Σεπτεμβρίου και φθινόπωρο, στο νότιο ημισφαίριο είναι σε αντιστοιχία 1η Μαρτίου, δηλαδή άνοιξη. Και ασφαλώς όταν στο νότιο ημισφαίριο είναι Σεπτέμβρης, στην Ελλάδα είναι Μάρτης.

 

Από που πήρε το όνομά του: Η ονομασία του προέρχεται από το λατινικό September, -bris. Septem είναι το επτά και septimus ο έβδομος. Αυτό το septem, από την ινδοευρωπαϊκή ρίζα septm- τροφοδότησε όλες τις ευρωπαϊκές γλώσσες (sette στα ιταλικά, sept στα γαλλικά, siete στα ισπανικά, seven στα αγγλικά,  sieben στα γερμανικά κ.ο.κ).

 

Γιατί ονομάστηκε «έβδομος» αφού είναι ο ένατος;
Στο ρωμαϊκό ημερολόγιο πρωτοχρονιά ήταν η 1η Μαρτίου, έτσι ο Σεπτέμβριος ήταν ο έβδομος μήνας του έτους. Το 153 π.Χ. η Σύγκλητος καθιέρωσε ως πρώτο μήνα τον Ιανουάριο και έτσι ο Σεπτέμβριος έγινε ο ένατος μήνας ενώ το 46. π.Χ. καθιερώθηκε το νέο Ιουλιανό ημερολόγιο από τον Ιούλιο Καίσαρα όπου οι Σεπτέμβριος, Οκτώβριος, Νοέμβριος, Δεκέμβριος διατήρησαν τα ονόματά τους παρά την αλλαγή σειράς τους (ένατος, δέκατος, ενδέκατος, δωδέκατος).

 

Πως αλλιώς λέγεται:
Τρυγητής/Τρυγομηνάς: είναι ο μήνας του τρύγου του πολύτιμου καρπού των Ελλήνων και όλων των μεσόγειων λαών, του σταφυλιού. "Αύγουστος φέρνει την αυγή κι ο Τρυγητής τη μέρα", δηλαδή τα γεωργικά εισοδήματα αρχίζουν από τον Αύγουστο αλλά το κύριο μέρος της συγκομιδής των γεωργικών προϊόντων γίνεται τον Σεπτέμβριο.
Σταυριάτης/Σταυρίτης: γιατί την 14η μέρα του γιορτάζεται από τους χριστιανούς η Ύψωση του Τιμίου Σταυρού.
Ορτυκολόγος: λόγω της αφθονίας των ορτυκιών που κάθε Σεπτέμβρη ετοιμάζονται να αποδημήσουν σε θερμότερα κλίματα.
Χρονογράφος: λόγω της αρχαίας δοξασίας ότι ο χάρος κάθε Σεπτέμβρη έγραφε στο τεφτέρι του όσους επρόκειτο να πεθάνουν όλη τη χρονιά.

 

Κάνοντας το συσχετισμό με το "σέμπρο" - τον κολίγο στη σπορά των χωραφιών - στη Λακωνία λένε το γνωμικό: "Στέμπρης σέμπρο γύρευε, ζυγάλετρα 'κονόμα".
Επειδή θεωρήθηκε ότι το "Θεσέβρης" είναι σύνθετο από το «βρίσκω», στη Ρόδο λένε: "Θεσέβρης, θέσε να βρεις" ως προτροπή για σπορά.

 

Με ποιες συνήθειες/φαινόμενα συνδέεται:
-Άνοιγμα των σχολείων όλων των βαθμίδων σε όλη την επικράτεια
-Η γιορτή της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού (14 Σεπτεμβρίου)
-Ο τρύγος θεωρείται ακόμη εξαιρετικά σημαντικός σε πολλές περιοχές με αμπέλια.
-Πρώτες δειλές βροχές, πρώτες απόπειρες της φύσης να φύγει από τις υψηλές θερμοκρασίες και το καλοκαίρι. Αυτό βέβαια τα τελευταία χρόνια μάλλον θεωρητικό είναι αφού οι θερμοκρασίες του Σεπτέμβρη θυμίζουν πολύ έντονα Αύγουστο.
-Βασικές αγροτικές εργασίες: όργωμα χωραφιών, συλλογή καπνών, μάζεμα ξύλων, κάψιμο ξερών.
-Φυτεύονται κυρίως τα εξής: μαρούλι, ραδίκι, ρόκα, μαϊντανός, αντράκλα, σπανάκι λάχανο, κουνουπίδι, μπρόκολο, φράουλα.
-Πέφτουν τα μελτέμια του Αυγούστου και προσφέρεται για όσους αγαπούν τη θάλασσα, τα θαλάσσια σπόρ και το ψάρεμα.

 

Παροιμίες:

  • Αν ίσως βρέξει ο Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο.
  • Βοηθάει ο Άη- Γιάννης και ο Σταυρός, γιομίζει το αμπάρι κι ο ληνός.
  • Θέρος, τρύγος, πόλεμος.
  • Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα (λόγω των ισημεριών, χειμερινής και εαρινής). Στη Θήρα λέγεται μεταφορικά για ανθρώπους που φέρονται στους ανωτέρους τους ως ίσοι προς ίσους.
  • Στον Τρυγητή σιτάρι σπείρε και στο πανηγύρι σύρε (το Σεπτέμβρη διεξάγονται πάρα πολλά πανηγύρια ανά την Ελλάδα).
  • Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.
  • Τον Τρυγητή τ' αμπελουργού πάνε χαλάλι οι κόποι.
  • Του Σεπτέμβρη οι βροχές, πολλά καλά μας φέρνουν.
  • Του Σταυρού αρμένιζε και του Σταυρού δένε.
  • Του Σταυρού κοίτα και τ' Άη Γιωργιού ξεκίνα.
  • Του Σταυρού σταύρωνε και δένε.
  • Του Σταυρού σταύρωνε και σπέρνε.

 

Έθιμα:

Στις Σαράντα Εκκλησιές, τότε που ζούσαν πολλοί Έλληνες εκεί, καλλιεργούσαν πολλά αμπέλια. Την πρώτη μέρα δε του τρύγου, αχολογούσε ο τόπος απ' τα τραγούδια και τους ήχους των τυμπάνων, σωστό πανηγύρι. Μερικούς αιώνες πιο πίσω, στα χρόνια της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, ο τρυγητός, ο τρύγος, εκτός απ' τις λαϊκές εκδηλώσεις έπαιρνε κι ένα επίσημο χαρακτήρα.

Στην Κωνσταντινούπολη, στα τέλη Αυγούστου, γινόταν τελετή όπου έπαιρνε μέρος ο αυτοκράτορας με την αυλή κι ο πατριάρχης. Ο τελευταίος ευλογούσε πρώτα τα σταφύλια, ύστερα τα δοκίμαζε ο αυτοκράτορας και μοίραζε με τη σειρά σ' όλους τους αυλικούς από ένα τσαμπί, ενώ ο λαός τριγύρω ζητωκραύγαζε και φώναζε διάφορες ευχές.

Μέσα στις γενικές συνήθειες του Σεπτέμβρη δεν πρέπει να παραλείψουμε μια καθαρά αστική συνήθεια, που είναι πολύ χαρακτηριστική. Οι Πειραιώτες και οι Αθηναίοι, που δεν είχαν ιδιόκτητα σπίτια και έμεναν με ενοίκιο, μόλις γύριζαν απ' την εξοχή, απ' τις καλοκαιρινές διακοπές τους, φρόντιζαν ν' αλλάξουν σπίτι, έτσι συνηθιζόταν. Έβλεπες, λοιπόν, στους δρόμους ένα ασταμάτητο πηγαινέλα από κάρα, σούστες, καρότσια γεμάτα απ' τα υπάρχοντα των νοικοκυραίων που μετακόμιζαν. Μετά τον πόλεμο του ΄40 η συνήθεια αυτή κάπως περιορίστηκε, γιατί και οι μετακομίσεις ήταν δύσκολες και δαπανηρές, αλλά και γιατί καθιερώθηκε ο θεσμός του ενοικιοστασίου, που προστάτευε τους νοικάρηδες για πολλά χρόνια.

ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:
1η ΣΕΠΤΕΜΒΡΊΟΥ (εορτή του αγίου Συμεών του Στυλίτη): Οι έγκυες γυναίκες απείχαν από κάθε εργασία, για να μην γεννηθεί το παιδί τους με το σημάδι του αγίου (Συμεών/ σημαδεύω). Την ίδια μέρα γιορταζόταν η «Αρχιχρονιά», ένα έθιμο, κατάλοιπο των βυζαντινών χρόνων, καθώς οι βυζαντινοί τον είχαν ως πρώτο μήνα του επίσημου ημερολογίου.

I. Στη Χώρα της ΚΩ, το βράδυ της 31ης Αυγούστου, δηλ. της τελευταίας ημέρας του μήνα, αστρονομούν, όπως λένε, δηλ. αφήνουν κάτω από τ' άστρα ένα μεγάλο καρπούζι, με πολλά σπόρια, ένα ρόδι, μια σκελίδα σκόρδο, ένα κυδώνι, ένα φύλλο από τον «πλάτανο του Ιπποκράτη» κι ένα τσαμπί σταφύλι. Το πρωί της «Αρχιχρονιάς» γυναίκες και παιδιά σηκώνονται πριν βγει ο ήλιος και κατεβαίνουν στην παραλία παίρνοντας μαζί, τους «αστρονομημένους» αυτούς καρπούς που φύλαγαν για ένα χρόνο στο εικονοστάσι, τους πετούν στη θάλασσα και βουτάνε στο νερό τους καινούργιους. Βρέχουν το πρόσωπό τους, μαζεύουν θαλασσινό νερό από σαράντα κύματα και βότσαλα από την ακρογιαλιά. Στο δρόμο για το σπίτι σταματούν στον «πλάτανο» και αγκαλιάζουν τον κορμό του για να πάρουν τα χρόνια του και τη δύναμή του.

Στο σπίτι πια κρεμούν την καινούρια «Αρχιχρονιά» στο εικονοστάσι, σα σύμβολο αφθονίας για την καινούρια χρονιά. Ρίχνουν λίγα βότσαλα στα μπαούλα, να μην τρώνε οι ποντικοί τα ρούχα, βάζουν λίγα στις τσέπες τους «για το καλό», σκορπίζουν μερικά στην αυλή και ραντίζουν το σπίτι με θαλασσινό νερό για την γλωσσοφαγιά.

II. Στη ΡΟΔΟ, τη μέρα αυτή κρεμούν στο μεσιά - το μεσαίο χοντρό δοκάρι, που βαστάζει τη στέγη - τη δική τους «Αρχιχρονιά»: ένα άσπρο σακουλάκι γεμάτο στάχυα και σιτάρι. Γύρω απ' αυτό δένουν μια αρμαθιά καρύδια, ένα κρεμμύδι, ένα σκόρδο, ένα κεχρί, καρπό βαμβακιού κι ένα τσαμπί σταφύλι. Αν δεν κάνουν την «Αρχιχρονιά», δεν αρχίζουν καμιά αγροτική εργασία. Την «Αρχιχρονιά» αυτή την ξεκρεμούν από το μεσιά την Πρωτοχρονιά το πρωί. Τα καρύδια και το τσαμπί που γίνεται σταφίδα το τρώνε, ενώ το σιτάρι, το σκόρδο και το κρεμμύδι τα φυλάγουν για να τα ρίξουν μέσα στο σπόρο, όταν θα αρχίσουν τη σπορά. Το θεωρούν καλό ν' ανακατευτούν με το σπόρο οι καρποί της «Αρχιχρονιάς».

III. Στο άλλο άκρο της Ελλάδας, στη ΣΩΖΟΠΟΛΗ ΘΡΑΚΗΣ, οι κάτοικοι, το πρωί της 1ης Σεπτεμβρίου, ράντιζαν ο καθένας με αγιασμό το σπίτι του, τα αμπέλια του και τα δίχτυα του, για να ευλογηθούν και να δώσουν πολλά σταφύλια και πολλά ψάρια αντίστοιχα.

Ένας δάσκαλος, πριν αρκετά χρόνια, στα Χάσια Κοζάνης, διηγείται τι συνέβαινε την πρώτη μέρα που άνοιγαν τα σχολεία:

Στα σχολεία των χωριών τούτων, όταν ανοίξει το σχολείο, έρχονται οι μαθητές, φιλούν το χέρι του δασκάλου. Τους καταγράφει. Έπειτα αρχίζουν με τη σειρά και φέρνουν οι μαθητές μια πίτα, ένα ψωμί, κρασί.

Όταν όμως θα αλλάξουν τα βιβλία ή τις τάξεις, τότε ο κάθε μαθητής θα παρουσιάσει τα νέα βιβλία του στο δάσκαλο να τα ράψει κι ο δάσκαλος τα ράφτει όλα τα βιβλία και τα φυλάγει επάνω στον πάγκο. Οι μαθητές φέρνουν τότε ένα δώρο στο διδάσκαλο, μαντίλι ή τσιράπια ή κότα ή αρνί, ό,τι θέλει ο καθένας, στους δε μαθητές φέρνουν μύγδαλα ή καρύδια ή ζαχαρωτά. Όλοι φέρνουν μικροί και μεγάλοι.

 

Τότε οι μαθητές σηκώνονται όρθιοι, έρχονται στην παράδοση, στρώνουν μια βελέντζα ή παλτό καταγής. Σηκώνεται ο δάσκαλος, παίρνει το βιβλίο ενός μαθητή της δευτέρας ή της τρίτης κ.λ.π. τάξης στα χέρια και λέγει: «να αξιώσετε το μαθητή αυτό στην Β ή Γ ή Δ τάξη». Όλοι τότε οι μαθητές σηκώνουν εκείνον το μαθητή με τη βελέντζα καθισμένο μέσα και τον σύρουν άνω κάτω και φωνάζουν «άξιος», τον ανεβάζουν και τον κατεβάζουν 3 φορές. Κατόπιν εκείνος φιλεί το χέρι του δασκάλου και παίρνει τα βιβλία. Ο δάσκαλος του εύχεται Καλή Πρόοδο και μοιράζει στα παιδιά ό,τι φρούτα έφερε ο μαθητής. Έτσι όλοι οι μαθητές αξιώνονται, όχι την ίδια μέρα, αλλά τις άλλες. Τέλος με τη σειρά φέρουν ο καθένας στο δάσκαλο το κανίσκι του με το ψωμί, πίτα, αυγά, κρασί, ρακή κ.ά.


Πηγή: elniplex.com

          i-diadromi.gr






Ο Αύγουστος στην παράδοση







Ο Αύγουστος ήταν ο έκτος μήνας στο ρωμαϊκό ημερολόγιο και λεγόταν sextilis, αλλά προς τιμήν του Οκταβιανού Αύγουστου τον μετονόμασαν σε Αύγουστ (Σεβαστός) το έτος 8 π.Χ. . Ο ίδιος ο Οκταβιανός το 4 π.Χ. πρόσθεσε μια ακόμα μέρα. Λέγεται ότι το έκανε για να μην υστερεί ο μήνας αυτός ο αφιερωμένος στον ίδιο σε μέρες από τον Ιούλιο που είχε 31 μέρες και ήταν αφιερωμένος στον Ιούλιο καίσαρα. Αντίστοιχος μήνας των αρχαίων Ελλήνων ήταν ο Μεταγειτνιών, ενώ στο Βυζάντιο ήταν ο τελευταίος μήνας και η 31 Αυγούστου λεγόταν κλειδοχρονιά. Ο λαός τον ονόμασε συκολόγο, Δριμάρη, Αλουστος, Πενταφάγης, παχομύγης, τραπεζοφόρος.


Σε αλλοτινές εποχές που οι άνθρωποι δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν τις καιρικές αλλαγές και άλλα φυσικά φαινόμενα τις απέδιδαν στα κακά πνεύματα και στις δαιμονικές παρουσίες που ζηλεύουν την ανθρώπινη ευτυχία. Έτσι λοιπόν πίστευαν ότι την όμορφη αυτή εποχή για τους ανθρώπους «χαλούσαν» τα κακά πνεύματα. Είναι οι δρίμες του Αυγούστου ή δρίματα. Η λέξη παράγεται από την λέξη δριμύς. Τα κακοποιά πνεύματα που κυριαρχούν αυτές τις μέρες φέρονται με σκληρότητα στους ανθρώπους και καταστρέφουν τις σοδιές και την υγεία τους. Στην Κύπρο τις αποκαλούσαν «κακαουστιές», κακές μέρες. Πίστευαν ότι διαρκούν από τρεις ως δώδεκα μέρες. Τα ξωτικά αυτά, οι καλικάντζαροι του καλοκαιριού, γυρίζουν στα βουνά και τα λαγκάδια και επηρεάζουν τα νερά. Αντίστοιχες δυσοίωνες μέρες εθεωρούντο και οι έξι πρώτες μέρες του Μαρτίου σχετική παροιμία το επιβεβαιώνει: «Τ΄ Αυγούστου οι δρίμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα», δηλαδή τον Αύγουστο σαπίζουν τα υφάσματα και τον Μάρτιο τα ξύλα.


Τις πρώτες μέρες του Αυγούστου «μηνολογιάζουν», δηλαδή προβλέπουν τον καιρό για όλους τους μήνες του χρόνου. Είναι τα γνωστά μερομήνια. Από τον καιρό των δώδεκα πρώτων ημερών μάντευαν τον καιρό όλου του χρόνου.


Στον Πόντο τις έλεγαν «σαπέας» (από το ρήμα σαπίζω). Στη διάρκεια τους δεν έπλεναν τα ρούχα, γιατί πίστευαν ότι θα σαπίσουν, δεν λούζονταν για να μην πέσουν τα μαλλιά τους, δεν έκοβαν ξύλα για να μην σκουληκιάσουν, δεν έκαναν γάμους ούτε βαπτίσεις. Δεν έμπαιναν στους κήπους για να μην σαπίσουν τα φυτά, δεν έκαναν ούτε τουρσιά. Όλα αυτά τα παθήματα τα έλεγαν «αυγουστιάσματα».


Κατά τη λαϊκή παράδοση ο Αύγουστος είναι ο μήνας που τρέφει τους άλλους έντεκα. Οι περισσότεροι καρποί συλλέγονταν αυτόν τον μήνα. Τα ξακουστά φουντούκια του Πόντου συλλέγονταν τώρα και εξάγονταν σε όλη την Ευρώπη. Καπνός, καρύδια, σταφύλια, δαμάσκηνα, απίδια ωρίμαζαν την εποχή αυτή.


Στα ψηλά μέρη του Πόντου ξεκινούσε το όργωμα των χωραφιών και ξεκινούσε η σπορά. Το όργωμα γινόταν με πρωτόγονο τρόπο, με το ξύλινο αλέτρι του Ησιόδου. Ακολουθούσε η σπορά, με το νέο φεγγάρι πάντα και το καλόπιασμα των βοδιών στα οποία έδιναν από μια χούφτα κριθάρι.


Στην περιοχή του παππού μου, το Επές, την εποχή αυτή αλώνιζαν τα σιτηρά, ζύμωναν ψωμιά με το νέο σιτάρι και έλεγαν ¨νε ΄ν ψωμίν και νε΄ ν καρδίαν (νέο ψωμί και νέα καρδιά).


Τον Αύγουστο γινόταν και οι προεργασίες της επιστροφής των ζώων από τα παρχάρια. Υπάρχει η παροιμία: «Επάτεσα σον Αύγουστον και ση χιονί την άκραν /τα ζα φεύ΄νε ας σον παρχάρ, φεύ΄νε αση ν αντάραν». Κατέβαζαν τα ζώα στα χαμηλά και άφηναν τα πρόβατα έξω στα χωράφια να κοπρίσουν την γη με τα κοπριά και ούρα, «κάθιζαν γιατάχ», δηλαδή έκαναν ένα στρώμα που λίπαινε τα χωράφια.


Ήταν ο μήνας που η καλή πόντια νοικοκυρά ετοίμαζε όλες τις προμήθειες του χειμώνα. Για τις τεμπέλες και τις ανεπρόκοπες έλεγε η λαϊκή παροιμία: «Αυγουστοκοδέσποινα, καλαντογυρεύτρα», δηλαδή η οικοδέσποινα που δεν έκανε καμία δουλειά και έμενε άπραγη τον Αύγουστο, τον Γενάρη θα ζητιανεύει, γιατί δεν θα είχε φροντίσει να έχει αποθέματα.


Όλοι οι πόντιοι τηρούσαν με μεγάλη ευλάβεια τη σαρακοστή του Αυγούστου, τη θεωρούσαν ισοδύναμη με την μεγάλη νηστεία της σαρακοστής. Θυμάμαι τη γιαγιά μου που την τηρούσε με ευλάβεια μέχρι τον θάνατό της στα 98 της χρόνια. Έτρωγε μόνον ψάρι και λάδι στις 6 Αυγούστου, της μεταμορφώσεως του Σωτήρος.


Αύγουστε καλέ μου μήνα να ‘σουν δυο φορές τον χρόνο.



Πηγή : Γιώτα Ιωακειμίδου Φιλόλογος





ΙΑΝΟΥΑΡΙΟΣ Ή ΓΕΝΑΡΗΣ 




Ο Γενάρης, όπως και όλοι οι μήνες του ημερολογίου μας, του Παγκοσμίου Χριστιανικού ημερολογίου, οφείλει τ' όνομά του στους Αρχαίους Ρωμαίους στο Θεό του Ιανό, που προς τιμή του τον ονόμασαν έτσι. Δεν είχε όμως απ' την αρχή την τιμή ν' αποτελεί τον πρώτο μήνα του χρόνου. Αττικός μήνας: ΓΑΜΗΛΙΩΝ (15 Ιανουαρίου - 15 Φεβρουαρίου).

Οι Αρχαίοι Έλληνες είχαν σαν Πρωτοχρονιά την 21η Ιουνίου (του μηνός Σκιροφοριώντος όπως τον έλεγαν) και οι Ρωμαίοι την 1η Μαρτίου. Η τελευταία είχε διατηρηθεί να γιορτάζεται και από τους Έλληνες της Ανδριανουπόλεως, πριν τους διώξουν οι Τούρκοι από την Ανατολική Θράκη. Η πρώτη Ιανουαρίου καθιερώθηκε σαν πρωτοχρονιά από τους Ρωμαίους το 153 π.Χ. Την ημέρα αυτή συνήθιζαν να εκλέγουν τους ανώτατους άρχοντες, τους ύπατους και με την ευκαιρία επιδίδονταν σε τελετές και θορυβώδεις διασκεδάσεις. Από αυτούς την πήραν αργότερα οι Βυζαντινοί και την καθιέρωσαν (περί το 1000 μ.Χ.).


Γεωργικές εργασίες

Προετοιμάζουν τα γεωργικά τους εργαλεία, όταν υπάρχουν βροχές ή χιόνια.
Μεταφέρουν κοπριά στα κτήματα.
Εκχερσώνουν χωράφια ή διορθώνουν φράχτες.
Κάνουν αποστραγγιστικά χαντάκια.
Ανοίγουν λάκκους γύρω από τα δέντρα για να δεχτούν περισσότερη βροχή ή τα ασβεστώνουν.
Σπέρνουν πρώιμα μπιζέλια, κουκιά, κρομμύδια.
Φυτεύουν τα φυλλοβόλα δέντρα (κερασιά, βυσσινιά, βερικοκιά, ροδακινιά), αγκινάρες, φράουλες, σπαράγγια.
Λιπαίνουν τα δέντρα με χωνεμένη κοπριά.
Κλαδεύουν ελαιόδεντρα.
Επισκευάζουν και βάφουν τις κυψέλες.
Αρχίζουν το άρμεγμα των προβάτων.
Οι γυναίκες ύφαιναν στον αργαλειό κιλίμια και βελέντζες, έπλεκαν και έραβαν. 



Παροιμίες

Σ' όσους μήνες έχουν «ρο», μπάνιο με ζεστό νερό.
Χιόνισ' έβρεξ' ο Γενάρης, oλ' οι μύλοι μας θ' αλέθουν.
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην ξετάζει.
Χιόνι πέφτει το Γενάρη, χαρές θα 'ν' τον αλωνάρη.
Κόττα, πίτα το Γενάρη, κόκοτα τον Αλωνάρη.
Κόψε ξύλο το Γενάρη και μη καρτερείς φεγγάρι.
Γενάρη πίνουν το κρασί, το Θεριστή το ξύδι.
Του Γενάρη το ζευγάρι διάβολος θε να το πάρει.
Του Γενάρη το φεγγάρι παρά λίγο μέρας μοιάζει.
Ο λαγός και το περδίκι κι ο καλός ο νοικοκύρης το Γενάρη χαίρονται.
Εγέλασεν ο Γενάρης.
Του Γεναριού το φεγγάρι είναι σαν του Αλωνάρη.
Ο Γενάρης δε γεννά μήτε αυγά μήτε πουλιά, μόνο κρύο και νερά.
Του Γενάρη το φεγγάρι την ημέρα σιγοντάρει.
Οποιος θε να βαμπακώσει, τον Γενάρη θε ν' οργώσει.
Κόψε ξύλο τον Γενάρη και μην καρτερείς φεγγάρι.
Όποιος σπέρνει το Γενάρη, παίρνει την ανεμοζάλη.
Του Γενάρη το φεγγάρι ήλιος της ημέρας μοιάζει.
Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, με σύγκρυα και παγωνιά.
Χαρά στα Φώτα τα στεγνά και τη Λαμπρή βρεμένη.
Γενάρης χωρίς χιόνι, κακό μαντάτο.
Τ' Αλωναριού τα μεσημέρια , και του Γεναριού οι νύχτες.
Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μην κοιτάζεις.
Οι γεναριότικες νύχτες, για να περάσουν θέλουν συντροφιά και κουβέντα.
Έκαμε κι ο Γενάρης ήλιο.
Γενάρη, μήνα του Χριστού κι αρχιμηνιά του κόσμου.
Χαρά στα Φώτα τα στεγνά και τη Λαμπρή βρεμένη.
Γενάρη γέννα το παιδί, Φλεβάρη, φλέβισέ το.
Κότα πίτα το Γενάρη, κόκορα τον Αλωνάρη.



Γιορτές και Έθιμα

Μήνας γιορτών μπορεί να ονομαστεί με τις πολλές γιορτές που έχει ο Γενάρης.
Η πρώτη μέρα του μήνα είναι η πρωτοχρονιά και γιορτάζεται σ' όλο τον κόσμο με λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια και πολλές εκδηλώσεις. Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων. Οι ελληνικές λαϊκές παραδόσεις, θέλουν τον Άγιο Βασίλειο είτε ζευγολάτη που γυρίζει και ευλογεί τα χωράφια, είτε οδοιπόρο ή μάντη. Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας. Ο Αγιος Βασίλης ενσαρκώνει για το λαό, το πνεύμα του καινούργιου χρόνου. Η καλοσυνάτη μορφή του με τη λευκή γενειάδα, τα κάτασπρα μαλλιά το γλυκό χαμόγελο, το μειλίχιο βλέμμα, δεσπόζει παντού, τριγύρω μας τις μέρες τις γιορτινές. Αυτή την εικόνα η λαϊκή φαντασία έπλασε και ριζώθηκε στην ψυχή μας. Και τον οραματιζόμαστε να έρχεται από τη μακρινή Καισάρεια, φορτωμένος δώρα και χίλια καλά. Από το Βυζάντιο και συγκεκριμένα από το χειρόγραφο του δωδεκάτου αιώνα, έχουμε το επόμενο αλφαβητάριο, που θυμίζει παρόμοια νεοελληνικά που τα λένε σήμερα τα παιδιά.

Την ημέρα της Πρωτοχρονιάς στη Σιάτιστα και σε άλλα μέρη της Ελλάδας κάνουν τυρόπιτα ή κολοκυθόπιτα γλυκειά και μέσα βάζουν νόμισμα τον παρά που λένε. Πριν αρχίσει το φαγητό κόβουν την πίτα σε κομμάτια για κάθε άτομο στο σπίτι, χωράφια, αμπέλια και ζώα και κατόπιν ψάχνουν να βρουν το νόμισμα. Όποιος βρει το νόμισμα είναι τυχερός της χρονιάς και κάτι καλό θα του συμβεί.
Με την ημέρα της Πρωτοχρονιάς συνδέθηκαν διάφορες προλήψεις, όπως η επιλογή από την οικογένεια του ατόμου το οποίο θα περάσει πρώτο το κατώφλι του σπιτιού, το πρωί της πρώτης του έτους για το "ποδαρικό". Την ίδια μέρα αποφεύγουν να προσφέρουν ο,τιδήποτε, έξω από το σπίτι, ούτε να ρίξουν νερό έξω απ' αυτό.

Στις 6 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Φώτων, που θεωρείται μεγάλη Χριστιανική γιορτή, γιατί τότε αγιάζονται τα νερά. Αυτή η γιορτή συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου και ο λαός τη λέει "Μεγάλη γιορτή, Θεότρομη". Είναι η μέρα που βαφτίσθηκε ο Χριστός απ' τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο στ' άγια νερά του Ιορδάνη. Και από τότε πιστεύεται πως κάθε φορά, την ημέρα των Αγίων Θεοφανείων αγιάζονται τα νερά της βροχής ο λαός μας το λέει αγιονέρι, που πέφτει απ' τον ουρανό και αγιάζει τα σπαρτά και τα χορτάρια της γης. Την βροχή τη λένε αγιασμένη και χαίρονται το δάκρυ της. Το αγίασμα που παίρνει απ' την εκκλησία, ο λαός μας, την ημέρα των Φώτων, το κρατάει με μεγάλη ευλάβεια και πιστεύει απόλυτα στη θαυματουργή δύναμή του. Μ' αυτό αγιάζει τα χωράφια, σπαρτά, τις γωνιές των σπιτιών, τα μαντριά, τα ζωντανά και όλο το βίο του, απ' άκρη σ' άκρη. Ένα μπουκάλι, γιομάτο αγιασμό και κλεισμένο καλά, θα το πάρει στα αμπέλια του. Εκεί, θα σκάψει, συνήθως στη μέση τ' αμπελιού, και θα το χώσει στο χώμα για να φυλάει τ' αμπελόχτημα από κάθε αρρώστια και κακό. Οι ζευγολάτες, πιστεύουν πως ξημερώνοντας τα Φώτα, το βράδυ στο παχνί τους μιλούν ακόμα και τα καματερά τους. Κουβεντιάζουν, λένε και αυτά με το Χριστό. Φτάνει βλέπεις, ο Χριστός ίσαμε εκεί, γιατί αυτά τον πρωτοζέσταιναν την ώρα της Γέννεσής του, μέσα στη θεία σπηλιά, όταν τον κυνηγούσε η ανθρώπινη κακία, μ' οδηγό το συμφέρον των ολίγων. Την παραμονή των Φώτων γίνεται στην εκκλησία ο αγιασμός και ο παπάς γυρίζει όλα τα σπίτια με το σταυρό και τ' αγιάζει. Λένε τότε την παροιμία "Σαν ο Παπάς με το σταυρό".

Παράλληλα η έκτη Ιανουαρίου αποτελεί ένα ορόσημο για τη λαογραφία των ευρωπαϊκών χωρών. Έθιμα παλιά, συνήθως προχριστιανικά στις ρίζες τους επιζούν και συνεχίζουν τον εορτασμό τους προσκολλημένα στο χριστιανικό εορτασμό των Θεοφανείων. Πολλά απ' αυτά συνδέονται με πρωτόγονες λαϊκές δοξασίες γύρω από τις χειμερινές τροπές του ήλιου. Πόσο γνωστή λαογραφικά, είναι η νύχτα της παραμονής των Θεοφανείων και πόση έχει ασκήσει επίδραση σε θρύλους ευρωπαϊκούς, γίνεται αμέσως φανερό, αρκεί μόνο να θυμηθούμε τον όρο "Δωδέκατη νύχτα". Μέσα στη νύχτα αυτή σμίγουν και συναδελφώνονται τα τραγικά και τα ευτράπελα. Και λέγεται δωδέκατη, γιατί είναι η τελευταία του Δωδεκαημέρου των Χριστουγέννων. Στη Γερμανία και την Αυστρία όλα τα καταστρεπτικά δαιμόνια διώχνονται τη νύχτα των Θεοφανείων, κυνηγημένα από τους δυνατούς θορύβους που κάνουν μεταμφιεσμένοι και μη. Ανάλογα συμβαίνουν και σ' άλες ευρωπαϊκές χώρες, με περισσότερη ιδιόρρυθμη εκδήλωση στην Πορτογαλία και στην Αγγλία.
Στη Σιάτιστα τα Θεοφάνεια γίνονται τα καρναβάλια "Τα μπουμπουσάρια" και για το λόγο αυτό συγκεντρώνεται πολύς κόσμος στη Σιάτιστα. Η λέξη "Μπουμπουσάρια" είναι παραφθορά του ονόματος "Εμπουσα". Ηταν δε Εμπουσα κατά τις δοξασίες των προγόνων μας φάσμα νυχτερινό με πόδια γαϊδάρου, που άλλαζε μορφές από τη μια στιγμή στην άλλη και τρόμαζε τα παιδιά.Επίσης τα Θεοφάνεια στη Σιάτιστα μετά τη θεία λειτουργία και συγκεκριμένα μετά την εκφώνηση του "Εν Ιορδάνη βαπτιζομένου στου Κύριε..." η εκκλησία δονείται από το εκκωφαντικό "Κύριε Ελέησον...".
Μετά την απόλυση της εκκλησίας οι επίτροποι, κρατώντας ένα κουδούνι γυρίζουν στα σπίτια και μοιράζουν από ένα κομμάτι γλυκειά πίτα παίρνοντας χρήματα για την εκκλησία. Η πίτα αυτή έχει μέσα της ένα φλουρί. Σε όποια οικογένεια πέσει το φλουρί δίνεται η τιμή να παρασκευάσει την πίτα για τα θεοφάνεια της επόμενης χρονιάς.

Οι επίτροποι που μοιράζουν αυτή την πίτα λέγονται "Πνιχτάδες" ίσως από το πνίξιμο του σταυρού στο αγίασμα κατά την τελετή του Αγιασμού.

Στις 7 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Βαπτιστή.
Στις 17 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και στις 18 του Αγίου Αθανασίου. Του Αγίου Αθανασίου η ημέρα μεγαλώνει μια ώρα. Γι' αυτό πολλοί λένε "Αη-Θανάσης ήλθε, καλοκαίρι ήλθε".
Στις 20 Ιανουαρίου είναι η γιορτή του Αγίου Ευθυμίου.

Για τους Αγίους Αντώνιο, Αθανάσιο και Ευθύμιο υπάρχει ο εξής μύθος:

"Οι τρεις Αγιοι πήγαιναν μαζί. Ο Αγιος Ευθύμιος ήταν σπανός και οι άλλοι δυο δεν τον ήθελαν. Κάποτε σ' ένα ταξίδι τους στην έρημο σηκώθηκαν οι δυο πρωί - πρωί και έφυγαν. Για να τους προκάνει ο Αγιος Ευθύμιος στη βία του επάνω, κόλλησε το κεφάλι του γαϊδάρου στο μουλάρι (γι' αυτό από τότε το μουλάρι έχει αυτιά γαϊδάρου) καθώς οι άλλοι φεύγοντας έκοψαν τα κεφάλια απ' τα δυο ζώα, που ήταν του Αγίου Ευθυμίου. Τους πρόκαμε και επειδή ήξερε την αιτία που δεν τον ήθελαν, έπιασε με τα δυο του χέρια το πρόσωπό του και αμέσως φύτρωσε μια γενειάδα που ακούμπησε στη γη.
Στις 30 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η γιορτή των μεγάλων αυτών ιεραρχών είναι η γιορτή των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων. Την ημέρα αυτή στη Σιάτιστα τελείται πανηγυρική θεία λειτουργία καθώς και μνημόσυνο των ευεργετών των σχολείων της πόλης.

Πηγή : mhnes-12.weebly



Άγιος Δημήτριος: Αρματωμένος την Αρματωσιά του Θεού





Ο άγιος Δημήτριος μαζί με τον άγιο Γεώργιο, είναι τα δυό παλληκάρια της χριστιανοσύνης. Αυτοί είναι κάτω στη γη, κ οἱ δυό αρχάγγελοι Μιχαήλ και Γαβριήλ είναι απάνω στον ουρανό. Στα αρχαία χρόνια τους ζωγραφίζανε δίχως άρματα, πλην στα κατοπινά τα χρόνια, τους παριστάνουνε αρματωμένους με σπαθιά και με κοντάρια και ντυμένους με σιδεροπουκάμισα. Στον έναν ώμο έχουνε κρεμασμένη την περικεφαλαία και στον άλλον το σκουτάρι, στη μέση είναι ζωσμένοι τα λουριά που βαστάνε το θηκάρι του σπαθιού και το ταρκάσι πόχει μέσα τις σαγίτες και το δοξάρι. Τα τελευταία χρόνια, ύστερα από το πάρσιμο της Πόλης, οι δυό αυτοί Άγιοι και πολλές φορές κι ἄλλοι στρατιωτικοί Άγιοι, ζωγραφίζουνται καβαλλικεμένοι απάνω σε άλογα, σε άσπρο ο άγιος Γεώργης, σε κόκκινο ο άγιος Δημήτρης. Κι ὁ μεν ένας κονταρίζει ένα θεριό κι ὁ άλλος έναν πολεμιστή, τον Λυαίο.



Ο Άγιος Δημήτριος, ο μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης, γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη στα 260 μ.X. Οι γονιοί του ήτανε επίσημοι άνθρωποι κι ὁ Δημήτριος κοντά στη φθαρτή δόξα που είχε από το γένος του, ήτανε στολισμένος και με χαρίσματα άφθαρτα, με φρονιμάδα, με γλυκύτητα, με ταπείνωση, με δικαιοσύνη και με κάθε ψυχική ευγένεια. Όλα τούτα ήτανε σαν ακριβά πετράδια που λάμπανε απάνω στην κορόνα που φορούσε, κι αυτή η κορόνα ήτανε η πίστη στον Χριστό.



Εκείνον τον καιρό βασίλευε στη Ρώμη ο Διοκλητιανός κι εἶχε διορισμένον καίσαρα, στα μέρη της Μακεδονίας και στα ανατολικά, ένα σκληρόκαρδο και αιμοβόρον στρατηγό που τον λέγανε Μαξιμιανό, θηρίο ανθρωπόμορφο, όπως ήτανε όλοι αυτοί οι πολεμάρχοι, που βαστούσανε κείνον τον καιρό με το σπαθί τον κόσμο, ο Διοκλητιανός, ο Μαξέντιος, ο Μαξιμίνος, ο Γαλέριος, ο Λικίνιος, πετροκέφαλοι, αγριοπρόσωποι, δυνατοσάγωνοι, πικρόστομοι, με λαιμά κοντά και χοντρά σαν βαρέλια, αλύπητοι, φοβεροί.



Αυτός διώρισε τον Δημήτριο άρχοντα της Θεσσαλονίκης κι ὅταν γύρισε από κάποιον πόλεμο, μάζεψε τους αξιωματικούς στη Θεσσαλονίκη για να κάνουνε θυσία στα είδωλα. Τότε ο Δημήτριος είπε πως είναι χριστιανός και πως δεν παραδέχεται για θεούς τις πελεκημένες πέτρες. Ο Μαξιμιανός φρύαξε και πρόσταξε να τον δέσουνε και να τον φυλακώσουνε σ΄ ένα λουτρό. Όσον καιρό ήτανε φυλακισμένος, ο κόσμος πρόστρεχε με θρήνο κι άκουγε τον Δημήτριο που δίδασκε το λαό για την πίστη του Χριστού. Ένα παλληκαρόπουλο, ο Νέστορας, πήγαινε κι αυτός κάθε μέρα κι ἄκουγε τη διδασκαλία του.



Εκείνες τις ημέρες, παλεύανε πολλοί αντρειωμένοι μέσα στο στάδιο κι ὁ Μαξιμιανός χαιρότανε γι’ αυτά τα θεάματα· μάλιστα είχε σε μεγάλη τιμή έναν μπεχλιβάνη που τον λέγανε Λυαίο, άνθρωπο θηριόψυχο και χεροδύναμο, ειδωλολάτρη και βλάστημο, φερμένον από κάποιο βάρβαρο έθνος. Βλέποντας ο Νέστορας πως τους είχε ρίξει κάτω όλους αυτός ο Λυαίος, και πως καυχιότανε πως είχε τη δύναμη του Άρη και πως κανένας ντόπιος δεν αποκοτούσε να παλέψει μαζί του, πήγε στη φυλακή και παρακάλεσε τον Άγιο Δημήτριο να τον βλογήσει για να ντροπιάσει τον Λυαίο και τον Μαξιμιανό και τη θρησκεία τους. Κι ὁ άγιος Δημήτριος έκανε την προσευχή του και τον σταύρωσε και παρευθύς έδραμε ο Νέστορας στο στάδιο και πάλεψε με κείνον τον άγριο το γίγαντα και τον έριξε χάμω και τον έσφαξε.



Τότε ο Μαξιμιανός έγινε θηρίο από το θυμό του και μαθαίνοντας πως ο Νέστορας ήτανε χριστιανός και πως τον είχε βλογήσει ο Δημήτριος, πρόσταξε να τους σκοτώσουνε. Σαν πήγανε στη φυλακή οι στρατιώτες, τρυπήσανε τον Δημήτριο με τα κοντάρια και έτσι πήρε τ ἀμάραντο στέφανο, στις 26 Οκτωβρίου 296· μάλιστα είναι γραμμένο πως σαν είδε τους στρατιώτες να ρίχνουνε τα κοντάρια καταπάνω του, σήκωσε ψηλά το χέρι του και τον πήρανε οι κονταριές στο πλευρό, για να αξιωθεί το τρύπημα της λόγχης που δέχτηκε ο Χριστός στην πλευρά του κ ἔβγαλε αίμα και νερό η λαβωματιά του. Τον Νέστορα τον αποκεφαλίσανε την άλλη μέρα έξω από το κάστρο.



Οι χριστιανοί σηκώσανε τα άγια λείψανα και τα θάψανε αντάμα, κι ἀπὸ τον τάφο έβγαινε άγιο μύρο που γιάτρευε τις αρρώστιες, για τούτο τον λένε και μυροβλύτη. Απάνω στον τάφο χτίσθηκε εκκλησιά, τον καιρό που βασίλεψε ο μέγας Κωνσταντίνος. Στα κατοπινά χρόνια χτίσθηκε η μεγάλη εκκλησιά η τωρινή και στα 1143 ο βασιλέας Μανουήλ ο Κομνηνός έστειλε και πήρε στην Κωνσταντινούπολη την εικόνα του Αγίου και την έβαλε στο μοναστήρι του Παντοκράτορος που ήτανε χτισμένη η εκκλησία του από τους Κομνηνούς και που τη λένε σήμερα Ζεϊρέκ και την είχανε κάνει παλαιότερα τεκέ οι ντερβίσηδες.



Στα εικονίσματά του είναι ζωγραφισμένος απάνω σε κόκκινο αντρειωμένο άλογο, που κοιτάζει σαν άνθρωπος, ομορφοσελωμένο, στολισμένο με χάμουρα και με γκέμια χρυσά, με τα μπροστινά ποδάρια σηκωμένα στον αγέρα, με την ουρά ανακαμαριασμένη, αλαφιασμένο από τον Λυαίο που κείτεται ματοχωμένος χάμω, τρυπημένος από το κοντάρι του αγίου Δημητρίου.



Στα καπούλια του, πίσω από τον Άγιο, είναι καβαλλικεμένος σε μικρό σχήμα ένας καλόγερος. Είναι ο επίσκοπος Γαβριήλ, δεσπότης του Δαμαλά, που τον πιάσανε σκλάβο οι κουρσάροι μπαρμπερίνοι στα 1603 και τον πουλήσανε στο Αλγέρι, στον μπέη, που τον επήρε στο σεράγι του. Κάθισε κάμποσα χρόνια σκλάβος και παρακαλούσε μέρα νύχτα με δάκρυα να τον λευτερώσει ο άγιος Δημήτριος.



Όπου, παραμονή τ Αγίου Δημητρίου, τον είδε στον ύπνο του πως πήγε με τ ἄλογο και τον έβαλε καβάλλα και φύγανε από την Αραπιά. Και σαν ξύπνησε το πρωί, βρέθηκε λεύτερος στη Θεσσαλονίκη και δόξασε το Θεό και τον άγιο Δημήτριο και μπήκε σ ἕνα καράβι και πήγε στον Πόρο κι ἀπὸ τότε στα εικονίσματά του ζωγραφίζανε και το δεσπότη.



Πηγή: ekklisiaonline.gr




Τα έθιμα της Πρωτομαγιάς

Σε δεκάδες χώρες, η Πρωτομαγιά έχει και το χαρακτήρα της εξόδου στη φύση και εορτής, με την συλλογή ανθέων, το πλέξιμο στεφανιών, το γαϊτανάκι κι άλλα τοπικά έθιμα.



Ιστορική αναδρομή

Η Πρωτομαγιά έχει τις ρίζες της στην αρχαιότητα, τότε που οι εκδηλώσεις που γίνονταν είτε για τη Θεά Δήμητρα, είτε για τον Διόνυσο, είχαν σκοπό να γιορτάσει ο κόσμος τη γονιμότητα των αγρών, την καρποφορία της γης, την άνθιση της φύσης, το οριστικό τέλος του χειμώνα και τον ερχομό του καλοκαιριού.


Έθιμα στην Ελλάδα

Στην Ελλάδα το πιο διαδεδομένο έθιμο την Πρωτομαγιά είναι η δημιουργία του πρωτομαγιάτικου στεφανιού από λουλούδια κομμένα από τους αγρούς.
Παλιότερα η κατασκευή του αποτελούσε ολόκληρη ιεροτελεστία, αφού τίποτα δεν φτιαχνόταν στην τύχη και καθετί που είχε πάνω του είχε και το δικό του συμβολισμό. Το μαγιάτικο στεφάνι έχει κατά πάσα πιθανότητα τις ρίζες του στην αρχαιότητα. Είναι γνωστό ότι στην αρχαία Ελλάδα τέτοια κλαδιά ή στεφάνια χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά και δεν έλειπαν από καμία σημαντική εκδήλωση. Είναι αξιοπρόσεκτο ότι μια σημαντική γιορτή ενός μήνα των αρχαίων, του Θαργηλιώνος, που αντιστοιχούσε περίπου χρονικά στο Μάιο, περιελάμβανε στα δρώμενά της την κατασκευή ενός κλαδιού ανάλογου με το μαγιάτικο. Το κλαδί αυτό δεν το έφτιαχναν με άνθη, αλλά με κλαδιά οπωροφόρων δέντρων, στα οποία τοποθετούσαν επίσης κρεμμύδι και σκόρδο. Το μαγιάτικο στεφάνι «χαρίζει» στους ενοίκους ενός σπιτιού υγεία, καλή τύχη, ειρήνη, ευτυχία και ευφορία.


Το μαγιάτικο στεφάνι

Σε πολλές περιοχές, από το βράδυ της πρωτομαγιάς, κρεμούν στην πόρτα του σπιτιού τους ένα στεφάνι από λουλούδια, προσθέτοντας όμως και τσουκνίδες, κριθάρι και σκόρδο. Υπάρχει το έθιμο, ο ενδιαφερόμενος για το κορίτσι του σπιτιού, να πηγαίνει το βράδι με φίλους τους και να κλέβει το στεφάνι. Το μαγιάτικο στεφάνι στόλιζε τις πόρτες των σπιτιών ως τις 23 Ιουνίου, του Αϊ – Γιαννιού του Θεριστή και τότε, το καίγανε στις φωτιές του Αγίου.


Εκτός από το μαγιάτικο στεφάνι, σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας αναβιώνουν ακόμα και στις μέρες μας κάποια ενδιαφέροντα έθιμα που έχουν λυτρωτικές, εξαγνιστικές ιδιότητες και κυρίως έχουν να κάνουν με την καλοτυχία και την υγεία. Την Πρωτομαγιά, πέρα από το στεφάνι με τα λουλούδια, σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, όπως σε νησιά του Αιγαίου έθιμα, όπως αυτό του «αμίλητου νερού», είχε «πρωταγωνιστικό ρόλο».


Τα κορίτσια σηκώνονταν την αυγή κι έπαιρναν μαζί τους τα λουλούδια, που είχαν μαζέψει από την παραμονή και πήγαιναν στα πηγάδια να φέρουν το «αμίλητο νερό» (αμίλητο γιατί το κουβαλούσαν χωρίς να μιλούν). Όταν το έφερναν στο σπίτι, πλένονταν όλοι με αυτό.


Το μαγιόξυλο

Κατά τη διάρκεια της γιορτής της Πρωτομαγιάς, ένας νέος θαυμάζει την ομορφιά μιας νεαρής αλλά παντρεμένης γυναίκας και πέφτει νεκρός από το χέρι του συζύγου της. Τότε ο Μάης με το θαυματουργό «μαγιόξυλό» του, ακουμπά το νέο και τον ανασταίνει. Η ανάσταση αυτή συμβολίζει την ανανέωση που είναι φανερή αυτή την εποχή.


Η Πρωτομαγιά ήταν η ημέρα πολλών παγανιστικών εορτών, τελετών και λατρείας προς τη φύση και φυσικά δεν υπήρχε μεγαλύτερη ένδειξη τιμής προς τη Μητέρα φύση από το να συνευρεθούν ερωτικά οι γυναίκες με τους άντρες.


Tην Πρωτομαγιά σε πολλά μέρη συνηθίζεται το κύλισμα γυναικών και κοριτσιών πάνω στη χλόη, το ζώσιμο της μέσης με λυγαριά κ.ά., και ο εναγκαλισμός χονδρών δένδρων.


Στη Μεσημβρία οι γυναίκες την πρωτομαγιά έβγαιναν παρέες – παρέες και χορεύανε, τραγουδούσανε κ’ ένα τραγούδι «Καλόγερε τ’ αδράχτια σου» αλλα και άλλα τραγούδια, που λέγανε και τις αποκριές… Είχανε και μια βηλάρα (φαλλό) καμωμένη απο ξύλο, την οποία στολίζανε με πρασινάδες και με λουλούδια και την περνούσε η μια στην άλλη και την λέγανε Μάιο.


Στην Κοζάνη κόβουν λυγαριά και την τυλίγουν στη μέση, γιά να γίνουν ευλύγιστοι, αγκαλιάζουν χονδρά δένδρα, γιά να παχύνουν και να ζήσουν, σαν κι εκείνα, πολλά χρόνια.


Αλλού, τα παιδιά ή και άνδρες γυρνούν την Πρωτομαγιά από σπίτι σε σπίτι κρατώντας το «μαγιόξυλο», κλαδί από κυπαρίσσι ή άλλο δένδρο, ή περιφέρουν το «Mαγιόπουλο», άνδρα ή παιδί στολισμένο με άνθη.


Στην Πάργα γύριζαν τα σπίτια και τραγουδούσαν το τραγούδι του Μαΐου, στεφανωμένα με λουλούδια και κρατώντας στα χέρια τους μεγάλους κλώνους πορτοκαλιάς ή νεραντζιάς, γεμάτους άνθη.


Μια έκφραση, λοιπόν, που λέγεται αυτήν την μέρα είναι «Έπιασες τον Μάη;» ή «Πού / Πώς έπιασες τον Μάη;» παραπέμπει στην εξόρμηση που κάναμε, το αν περάσαμε καλά και φυσικά αν απολαύσαμε κάτι ερωτικά.


Η μαγιοκουλούρα

Νοικοκυρές έχουν φυλαγμένη μία μεγάλη, ζυμωτή κουλούρα από αυτές της Μ. Πέμπτης στο εικονοστάσι, με σκοπό να καταναλωθεί την Πρωτομαγιά για να προστατεύονται τα μέλη της οικογένειας από τα μάγια.


Πηγή: ekklisiaonline


corfupress.com



Έθιμα Αγίου Γεωργίου




Ο Άγιος Γεώργιος, αποκαλούμενος από την Ορθόδοξη Εκκλησία «Μεγαλομάρτυρας» και «Τροπαιοφόρος» είναι ένας από τους πιο αγαπημένους αγίους σε ολόκληρο των χριστιανικό κόσμο. Θεωρείται προστάτης του Πεζικού και του Στρατού Ξηράς και στην Ελλάδα είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τις παραδόσεις, τα ήθη και τα έθιμα μας.


Η Αράχωβα κάθε χρόνο, επί τρεις μέρες, γιορτάζει τον πολιούχο της Άγιο με το ξακουστό «Πανηγυράκι». Οι κάτοικοι της πόλης, κάθε ηλικίας, γιορτάζουν ντυμένοι με τις παραδοσιακές του φορεσιές, οι άντρες φορώντας φουστανέλα και οι γυναίκες τοπικά φορέματα. Με ιδιαίτερη λαμπρότητα και σε κλίμα βαθειάς συγκίνησης πραγματοποιείται η λιτανεία της εικόνας του Αγίου Γεωργίου στους δρόμους της πόλης. Κωδωνοκρουσίες και κανονιοβολισμοί γεμίζουν την ατμόσφαιρα, δημιουργώντας ένα κλίμα ευφορίας. Κατά τη διάρκεια των τριήμερων εορταστικών εκδηλώσεων, αναβιώνουν παλιά έθιμα, όπως αθλητικοί αγώνες και πάλη. Τις εντυπώσεις κλέβουν οι γέροντες, οι οποίοι αγωνίζονται στην ανάβαση του ανηφορικού δρόμου πάνω από την εκκλησία. Στο τέλος της γιορτής στρώνεται ένα μεγάλο τραπέζι στην αυλή της εκκλησίας και το γλέντι «ανάβει» με τους παραδοσιακούς ρουμελιώτικους χορούς.


Ο Άγιος Γεώργιος είναι ένας αγαπημένος Άγιος των Λημνιών για αυτό και τιμάται ιδιαίτερα στην Ανατολική Λήμνο. Στο χωριό Ρεπανίδι βρίσκεται ο αρχαιότερος ναός της Λήμνου, ο οποίος είναι αφιερωμένος στον Αϊ Γιώργη και στο χωριό Καλλιόπη ήδη από τα χρόνια της τουρκοκρατίας τελούνται ιπποδρομίες προς τιμή του Αγίου. Μάλιστα στις ιπποδρομίες συμμετείχαν και Τούρκοι, οι οποίοι τιμούσαν κι αυτοί τον Άγιο. Οι Τούρκοι κάποτε ενώ γιόρταζαν το ραμαζάνι τους κι είχαν πάει στο τζαμί στον Αϊ Υπάτη έχασαν τα άλογα τους. Καλλιοπίτες τους τα είχαν κλέψει. Επειδή όμως οι Καλλιοπίτες δεν είχαν που να τα κρύψουν, πήγαν στην παραλία του Κέρους, εκεί όπου υπήρχε ένα ξωκλήσι του Αγίου Γεωργίου. Εκεί άφηναν τα άλογα να τρέχουν ανά ομάδες. Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας στις ιπποδρομίες συμμετείχαν δυο ομάδες, μια Χριστιανών και μια μουσουλμάνων, οι οποίοι σεβάστηκαν το έθιμο. Μόνο στον πόλεμο του ΄40 είχε σταματήσει το έθιμο για δυο χρόνια, καθώς δεν υπήρχαν νέοι στο χωριό για να αγωνιστούν. Στις μέρες μας, οι κάτοικοι της Καλλιόπης και άλλων γειτονικών χωριών, εκτρέφουν και προπονούν άλογα, αποκλειστικά και μόνο για να λάβουν μέρος στις Ιπποδρομίες του Αγίου Γεωργίου. Ο νικητής στεφανώνεται στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγίου Γεωργίου και βραβεύεται με ένα συμβολικό ποσό. Αμέσως μετά ανοίγει το χορό στο πανηγύρι που διοργανώνεται στην πλατεία του χωριού.


Κάθε χρόνο στην γιορτή του Αγίου Γεωργίου, στο Νέο Σούλι Σερρών γίνεται αναπαράσταση της νίκης του Αγίου στην πάλη του με τον δράκο. Δυο μαυροφορεμένες κοπέλες οδηγούν τη βασιλοπούλα, που σύμφωνα με το μύθο είχε κληρωθεί για να θυσιαστεί από το θηρίο, στην πλατεία του χωριού. Σε μικρή απόσταση τοποθετείται ένα ομοίωμα του δράκου. Αμέσως μετά καταφθάνει ο Άγιος Γεώργιος πάνω σε ένα λευκό άλογο και με το κοντάρι του σκοτώνει τον δράκο και σώζει την βασιλοπούλα και το χωριό. Ακολουθεί γλέντι με χορό, κρασί και παραδοσιακό φαγητό.


Στην Ξάνθη, στο δημοτικό διαμέρισμα Ολβίου, η ημέρα του εορτασμού του Αγίου Γεωργίου είναι γεμάτη από πολιτιστικά δρώμενα. Από το μεσημέρι μια ομάδα ντόπιων, κρατώντας τα παραδοσιακά όργανα νταούλι και ζουρνά, γυρνούν στις γειτονιές του χωριού, προσκαλώντας τους κατοίκους να παρακολουθήσουν του αγώνες πάλης.
Νεαροί παλαιστές από διάφορα μέρη της βόρειας Ελλάδας, οι λεγόμενοι «πεχλιβανήδες», συγκεντρώνονται σε έναν ειδικά διαμορφωμένο χώρο και παλεύουν, χωρισμένοι σε ζευγάρια. Φορώντας δερμάτινο παντελόνι, που το μαζεύουν μέχρι τα γόνατα και το δένουν σφιχτά στη μέση, παλεύουν μέχρι να ρίξουν κάτω τον αντίπαλο.
Νικητής ανακηρύσσεται ο παλαιστής που θα καταφέρει να ρίξει τον άλλον, με τρόπο ώστε να ακουμπήσει την πλάτη του στο έδαφος ή αυτός που θα μπορέσει να κατεβάσει το παντελόνι του αντιπάλου του. Τα χρήματα που μαζεύονται από το κοινό, δίνονται «μπαξίσι» σε αυτόν που θα νικήσει. Το έθιμο λέγεται ότι αναπαριστά τη μάχη του Αγίου Γεωργίου με τον δράκο και ήρθε στην Ελλάδα από τους πρόσφυγες της Κωνσταντινούπολης.


Η γιορτή του συνδυάζεται με έθιμα χαράς και ευφορίας


Ο αγιασμός των χωραφιών, τα κλαδιά της καρυδιάς στο κατώφλι του σπιτιού είναι έθιμα της γιορτής του, στην Αρκαδία.


Οι Σαρακατσάνοι, στο όνομά του, παίρνουν το μεγαλύτερο όρκο τους και την ημέρα της γιορτής του θυσιάζουν το καλύτερο μαύρο κριάρι της στάνης τους, ενώ τη Λαμπρή άσπρο.


Στην Αίγινα, το μοσχομυριστό χαμομήλι είναι τ’ Αϊ-Γιωργιού το λουλουδάκι.


Στη Μακεδονία, ο μήνας Απρίλιος λέγεται Αγιγεωργίτης, στον Πόντο Αεργίτας.


Πλήθος τα γνωμικά και οι παροιμίες που αναφέρονται στον Άγιο.
«Αϊ-Γιώργη, βοήθα μου, σείε κι εσύ τα πόδια σου», λένε στην Κρήτη.
«Από τ’ Αϊ-Γιωργιού και πέρα δώσ’ του φουστανιού σου αέρα» λένε στη Μεσσηνία.
«Αϊ-Γεώρις να βοηθά σε», είναι γνωστή ευχή των Ποντίων οι οποίοι θεωρούν τον Άγιο σύμβολο της λεβεντιάς και της ανδρείας και αναφέρουν για ένα νέο και όμορφο παλληκάρι: «Ένα παλικάρι ίσια μ΄εκεί απάν’, έμορφον σαν τον Αέρτς».


Πηγή: ekklisiaonline.gr





Τα Έθιμα της Κυριακής του Πάσχα




Οι θόρυβοι (βεγγαλικά, κροτίδες, μπαλωθιές) και το φως είναι τα δύο χαρακτηριστικά στοιχεία της Ανάστασης για τους λαογράφους. Το στοιχείο των θορύβων συσχετίζεται με τη διαδεδομένη στους λαούς δοξασία ότι τα βλαβερά και δαιμονικά πνεύματα διώχνονται με τους εκφοβιστικούς κρότους, ενώ στο φως της Αναστάσεως «αποδίδεται δύναμις, όχι μόνο αποτρεπτική των κακών, αλλά και γονιμοποιός» (Μέγας).

Στο πασχαλινό τραπέζι κυριαρχεί η μαγειρίτσα, το ψητό αρνί, το κόκκινο αυγό και το λαμπρόψωμο ή λαμπροκουλούρα.

Το τσούγκρισμα των κόκκινων αυγών συμβολίζει τη γέννηση. Όπως σπάει το τσόφλι και βγαίνει μία νέα ύπαρξη στο φως, έτσι για τους χριστιανούς συμβολίζει την Ανάσταση του Χριστού.

Ονομαστό είναι το Ρουμελιώτικο Πάσχα, με επίκεντρο τη Λειβαδιά, το Πάσχα της Τρίπολης, ενώ κάθε περιοχή με έντονο το κτηνοτροφικό στοιχείο γιορτάζει με ξεχωριστό τρόπο την ημέρα του Πάσχα.

Στο Λεωνίδιο Αρκαδίας, το βράδυ της Ανάστασης γεμίζει ο ουρανός από φωτεινά «αερόστατα», τα οποία ανυψώνονται από τους πιστούς κάθε ενορίας, ενώ στη Χίο, ο ρουκετοπόλεμος είναι ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην τουρκική κατοχή και τα τελευταία χρόνια προσελκύει το ενδιαφέρον των μεγάλων διεθνών μέσων ενημέρωσης.

Στην Καλαμάτα και τη γειτονική Μεσσήνη, το απόγευμα της ημέρας του Πάσχα αναβιώνει το έθιμο του σαϊτοπόλεμου, που πηγάζει από τους απελευθερωτικούς αγώνες του 1821. Τα διαγωνιζόμενα «μπουλούκια», με παραδοσιακές ενδυμασίες και οπλισμένα με σαΐτες, δηλαδή με χαρτονένιους σωλήνες γεμάτους μπαρούτι, επιδίδονται σε σαϊτοπόλεμο. Η ομάδα που ξεχωρίζει, βραβεύεται.

Στην Κύθνο αναβιώνει το έθιμο της κούνιας. Στην κεντρική πλατεία στήνεται μια κούνια, στην οποία κουνιούνται εναλλάξ αγόρια και κορίτσια, ντυμένα με παραδοσιακές στολές. Σύμφωνα με το έθιμο, όποιο αγόρι κουνήσει ένα κορίτσι και το αντίθετο, δεσμεύεται ενώπιων Θεού και ανθρώπων, για γάμο.

Στην Κέρκυρα, η Αναστάσιμη Ακολουθία τελείται στο πάλκο της Πάνω Πλατείας. Η πομπή έρχεται από τη γειτονική εκκλησία της Αγίας Παρασκευής, με τη συμμετοχή του Μητροπολίτη, των Αρχών, των Φιλαρμονικών και χιλιάδων κόσμου. Φαντασμαγορικό και μοναδικό θέαμα, όλα τα παράθυρα και τα μπαλκόνια των γύρω εξαόροφων σπιτιών ανοιχτά με κεράκια αναμμένα, ενώ σύνθεση μεγαλειώδους εικόνας είναι η πλατεία φωτισμένη από τις χιλιάδες λαμπάδες των πιστών, που παρακολουθούν την τελετή της Αναστάσεως στη μεγαλύτερη πλατεία της Ελλάδας.

Η Ανάσταση γίνεται με τυμπανοκρουσίες, βεγγαλικά και πυροτεχνήματα. Οι μπάντες, μόλις τελειώσει η Ανάσταση, τριγυρνούν την πόλη παίζοντας εύθυμα εμβατήρια και ο κόσμος τρέχει ξοπίσω τους τραγουδώντας. Το γλέντι έχει μόλις αρχίσει και θα διαρκέσει μέχρι το πρωί, με τσιλίχουρδα (τοπική μαγειρίτσα), κόκκινα αυγά, φογάτσες, κολομπίνες (βενετσιάνικης προέλευσης χριστόψωμα σε σχήμα περιστεριού) και πολύ κρασί. Από τις 7 το πρωί κάθε εκκλησία, όπως συμβαίνει και με τους Επιταφίους, κάνει περιφορά της Ανάστασης στους κεντρικούς δρόμους της πόλης, με Φιλαρμονικές, σχολεία, προσκόπους, χορωδίες.

Στην Κέρκυρα, σε αντίθεση με την υπόλοιπη Ελλάδα, το σούβλισμα του αρνιού τη Λαμπρή εμφανίστηκε τα τελευταία χρόνια και δεν αποτελεί μέρος της παράδοσής της. Οι Κερκυραίοι το μεσημέρι της Λαμπρής τρώνε σούπα αυγολέμονο με 2-3 κρεατικά και αφήνουν τον οβελία για τη Δεύτερη μέρα του Πάσχα. Αυτό γίνεται διότι το στομάχι είναι αποδυναμωμένο από την πολυήμερη νηστεία και μια σούπα το βοηθά να ανακάμψει.
Στη Νάξο, στο πασχαλινό τραπέζι ξεχωρίζει το παραδοσιακό «μπατούδο», κατσικάκι γεμιστό με εντόσθια, λαχανικά, ρύζι, αυγά και τυρί ψημένο στο φούρνο.

Στην Κω, ενώ οι μεγάλοι ασχολούνται με τις πασχαλινές δουλειές και τον εκκλησιασμό, τα παιδιά προετοιμάζονται για την Ανάσταση. Παίρνουν μεγάλα κλειδιά από εκείνα που είχαν οι παλιές κλειδαριές, δένουν με ένα σχοινί το κλειδί με μπαρούτι και βάζουν το καρφί στην τρύπα του κλειδιού, το βράδυ της Ανάστασης το χτυπούν δυνατά στον τοίχο για να εκπυρσοκροτήσει. Άλλοι κόβουν μακριές λωρίδες χαρτιού, βάζουν στην άκρη της κάθε λωρίδας μπαρούτι κι ένα φιτίλι, την τυλίγουν τριγωνικά, ώστε να προεξέχει το φιτίλι που το ανάβουν την ώρα που ο παπάς λέει το «Χριστός Ανέστη».

Στη Μύκονο, την απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα οι κάτοικοι καίνε τον «Ιούδα» στην πλατεία του νησιού.

Στον Τυρό Αρκαδίας, τη νύχτα της Ανάστασης τα παιδιά ρίχνουν στη θάλασσα χιλιάδες κεριά, που συμβολίζουν τις χαμένες ψυχές των Τσακώνων ναυτικών και ψαράδων. Την Κυριακή του Πάσχα διοργανώνεται τσακώνικο γλέντι στην κεντρική πλατεία, με αρνιά, κρασί και χορό, ενώ διαβάζεται το Ευαγγέλιο στην τσακώνικη διάλεκτο.

Στην Αμοργό, το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, οι νέοι συγκεντρώνονται στα προαύλια των εκκλησιών και συμμετέχουν σε ομαδικά παραδοσιακά παιχνίδια.

Στην Άνδρο το βράδυ της Ανάστασης οι νέοι τοποθετούν σιδερένιους σωλήνες στο χώμα, τους γεμίζουν με μπαρούτι και τους πυροδοτούν. Την ημέρα της Ανάστασης τρώνε τον παραδοσιακό «λαμπριάτη», ψητό αρνί ή κατσίκι στο φούρνο γεμιστό με λαχανικά. Στην Παλαιόπολη, στο Κόρθι και σε άλλα χωριά το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα παίζουν στο δρόμο τα «τσούνια», παραδοσιακό παιχνίδι που μοιάζει με το μπόουλινγκ. Το ίδιο παιγνίδι παίζεται και στη Σχοινούσα, με την ονομασία «μπίλιοι».

Στη Μήλο, την Κυριακή του Πάσχα πραγματοποιείται το «κάψιμο του Ιούδα», έθιμο που έχει τις ρίζες του στους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Την ίδια μέρα λαμβάνει χώρα το έθιμο του «μπαρουτιού» στις αυλές των εκκλησιών του Αγίου Σπυρίδωνα (Τριοβάσαλος) και του Αγίου Γεώργιου (Πέρα Τριοβασάλος).

Στη Σαντορίνη, μετά την Ανάσταση όλοι, με μια «κουτσούνα» κι ένα κόκκινο αυγό, πάνε στα σπίτια τους για να φάνε τα «σγαρδούμια». Την Κυριακή του Πάσχα σε αρκετά χωριά του νησιού γίνεται το λαϊκό δικαστήριο του «Οβραίου» (πάνινο ομοίωμα ανθρώπου), ο οποίος καταδικάζεται σε θάνατο, κρεμιέται και καίγεται από τους κατοίκους με αυτοσχέδια δυναμιτάκια και βαρελότα.

Στο Εμπορείο οι κάτοικοι βγαίνουν στους δρόμους χτυπώντας μεταλλικά αντικείμενα, ώστε να ξορκίσουν το «κακό».
Στη Σίφνο, το πασχαλιάτικο αρνί ψήνεται στο «μαστέλο» (πήλινο δοχείο) με άνηθο και ντόπιο κόκκινο κρασί. Στο εορταστικό τραπέζι θα βρούμε, επίσης, τη σπιτική ξινομυζήθρα και τη μελόπιτα, ένα τοπικό γλύκισμα από μέλι, μυζήθρα και αυγά. Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα στην κεντρική πλατεία της Απολλωνίας οργανώνεται από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Σίφνου το κάψιμο του Ιούδα. Σε ορισμένα χωριά γίνονται «τα τσούνια», ένα παιχνίδι ανά ζεύγη, όπου με μια ξύλινη μπάλα οι παίκτες επιχειρούν να ρίξουν κάτω τα εννιά ξύλινα «τσούνια».

Στο Άγιο Όρος, το πρωί της Κυριακής, το πασχαλινό τραπέζι προβλέπει ψαρόσουπα και ψάρι, ενώ το μεσημέρι οι μοναχοί ψέλνουν την Ακολουθία της Αγάπης σε εφτά γλώσσες.


Το Μεγάλο Σάββατο στην Ελλάδα: Έθιμα και παραδόσεις




Το Μεγάλο Σάββατο το πρωί Εκκλησία θυμάται την κάθοδο του Ιησού στον Άδη. Τελείται ο εσπερινός του Μεγάλου Σαββάτου και λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου.

Βέβαια, η ταφή έγινε το απόγευμα της Μ. Παρασκευής, μετά την Αποκαθήλωση, ωστόσο η Εκκλησία έκρινε ορθό να αφιερώσει ιδιαίτερη μέρα προς τιμήν και μελέτη του μυστηριώδους αυτού γεγονότος.

Αποβραδίς έχουν αλλάξει όλα τα πένθιμα καλύμματα, μαύρα και μωβ στις εκκλησίες, οι οποίες έχουν στολισθεί με κόκκινα, αναστάσιμα.

Στα Ιεροσόλυμα, η τελετή της Αφής του Αγίου Φωτός και της Ανάστασης του Κυρίου, γίνονται το μεσημέρι του Μεγάλου Σαββάτου.
Η ακολουθία έχει αναστάσιμο και πανηγυρικό χαρακτήρα. Είναι η λεγομένη Πρώτη Ανάσταση. Μετά την ανάγνωση της προφητείας του Ιωνά, του οποίου προτυπώνει την ταφή και την ανάσταση του Κυρίου, αντηχεί ως νικητήριος ιαχή ο ψαλμικός στίχος:


“Ανάστα, ο Θεός, κρίνον την γην
ότι συ κληρονομήσεις

εν πάσι τους έθνεσι”

Ο παπάς σκορπά στην εκκλησία λουλούδια από τον Επιτάφιο της Μ.Παρασκευής, ο οποίος παέι να είαι στολισμένος, παραμένοντας όμως στο κέντρο της εκκλησίας.

Αμέσως μετά, διαβάζεται το Ευαγγέλιο, που έχει αναστάσιμο περιεχόμενο (Κατά Ματθαίον κη’ 1-20):

Σεισμός εγένετο μέγας, καθώς οι Μυροφόρες, πλησιάζουν τον Τάφο του Ιησού. Άγγελος Κυρίου αποσφραγίζει τον τάφο. Όταν οι δύο γυναίκες καταφθάνουν τον βλέπουν κενό και τον Άγγελο να τους αναγγέλλει ότι «Κύριος Ανέστη». Το χαρμόσυνο γεγονός θα πρέπει να το διαμηνύσουν στους μαθητές του. Ο Χριστός εμφανίζεται στις δύο γυναίκες. Σύναξη των 11 μαθητών και εμφάνιση του Χριστού ενώπιόν τους. Τους προτρέπει: «Πορευθέντες μαθητεύσαντες πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.

Σε πολλές περιοχές υπάρχει το έθιμο του «σεισμού» μιας αναπαράστασης του σεισμού που έγινε μετά την Ανάσταση, όπως περιγράφεται στην Βίβλο. Το εκκλησίασμα κτυπά τα στασίδια ρυθμικά, ενώ έξω το χάος βασιλεύει, με πυροβολισμούς, αυτοσχέδιες κροτίδες και πυροτεχνήματα. Σύμφωνα με ένα άλλο έθιμο κλείνουν οι πόρτες της εκκλησίας και οι ιερείς, αφού κάνουν τρεις κύκλους την εκκλησία ψάλλοντας, κλωτσούν την κεντρική πόρτα να ανοίξει και μπαίνουν, τραγουδώντας τον ψαλμό «Άρατε Πύλας».

ΚΕΡΚΥΡΑ: Μια άλλη ιδιαίτερη παράδοση της Πρώτης Ανάστασης είναι το έθιμο του «πετάγματος των σταμνιών», που γίνεται στην Κέρκυρα. Οι ντόπιοι πετούν στάμνες από τα παράθυρά τους, και αυτά σπάζουν στο δρόμο.



ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ΤΟΥ ΣΑΒΒΑΤΟΥ Η ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΗΣ


Στην Ελλάδα η Θεία Λειτουργία της Αναστάσεως γίνεται το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου. Κατά την διάρκεια της Λειτουργίας, στις 12 ακριβώς τα μεσάνυχτα, σβήνουν τα φώτα της εκκλησίας και ο ιερέας προβάλει στην Ωραία Πύλη, κρατώντας σε κάθε χέρι από μία δεσμίδα τριάντα τριών κεριών με το Άγιο Φως, και ψάλλοντας το «Δεύτε λάβετε Φως…». Στην συνέχεια ιερείς, ψάλτες και πιστοί βγαίνουν στο περίβολο της εκκλησίας όπου γίνεται η ανάγνωση του Ευαγγελίου της Αναστάσεως και ψάλλεται το «Χριστός Ανέστη εκ νεκρών θανάτω θάνατον πατήσας και τοις εν τοις μνήμασι, ζωήν χαρισάμενος».

Η Ανάσταση του Χριστού είναι και για τον λαό σύνθημα αγάπης, το οποίο εκδηλώνεται με τον αμοιβαίο ασπασμό των εκκλησιαζόμενων.

“ Αμέσως μετά αρχίζουν να πέφτουν πυροτεχνήματα και βεγγαλικά. Μετά την Ανάσταση, οι πιστοί μεταφέρουν στο σπίτι τους το Αγιο Φως. Στην είσοδο του σπιτιού τους, κάνουν, με τον καπνό της λαμπάδας, το σχήμα του σταυρού.

Μετά ανάβουν το καντήλι και προσπαθούν να το κρατήσουν τουλάχιστον τρεις με σαράντα ημέρες.

Στη συνέχεια κάθονται στο Πασχαλινό τραπέζι για να φάνε την πατροπαράδοτη μαγειρίτσα (σούπα από αρνίσια ή βοδινά εντόσθια). Τσουγκρίζουν κόκκινα αυγά και τρώνε κουλούρια και τσουρέκια. Για να φτιάξουν τις λαμπρόπιτες, βάζουν ζυμάρι μέσα σε στρογγυλό ταψί, και φτιάχνουν κάτι σαν πηγάδι μέσα στη μέση της ζύμης, το γεμίζουν με γέμιση από τυρί και αυγά και τις αλείφουν με αυγό πριν τις ψήσουν.

ΜΕΓΑΛΟ ΣΑΒΒΑΤΟ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ

Η λιτανεία του Ιερού Σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνος το Μεγάλο Σάββατο είναι η αρχαιότερη που γίνεται στο νησί, σε ανάμνηση της σωτηρίας των κατοίκων από μεγάλη σιτοδεία.

Στα μέσα του 16ου αι. η Ευρώπη είχε πληγεί από μεγάλη ξηρασία με αποτέλεσμα να καταστραφούν καλλιέργιες και να υπάρχουν τρομερές ελλείψεις σε σιτηρά. Στην Κέρκυρα αποθήκη για σιτάρι δεν υπήρχε και ο λαός άρχισε να πεινάει, διαμορφώνοντας μια δραματική κατάσταση, όμως το Μεγάλο Σάββατο του 1553 μ.Χ. ήρθε η σωτηρία .Ένα πλοίο με φορτίο σιταριού περνούσε στα ανοικτά της Κέρκυρας, με άλλο προορισμό, τότε ο Άγιος Σπυρίδωνας εμφανίστηκε στο όνειρο του καπετάνιου υποδεικνύοντας να ξεφορτώσει το φορτίο του στο λιμάνι της Κέρκυρας. Με το γεγονός αυτό ο πληθυσμός του νησιού σώθηκε.

Από τότε κάθε Μ. Σάββατο γίνεται λιτανεία του Αγίου Σπυρίδωνος για τη σωτηρία του νησιού. Την περίοδο όμως εκείνη οι Βενετοί, είχαν επιβάλλει απαγόρευση των βραδυνών εκδηλώσεων και έτσι η λιτανεία τελείται μαζί με την περιφορά του Επιταφείου της Μ. Παρασκευής (πρωΐ), μετά σπό σχετικό θέσπισμα.

ΛΕΥΚΑΔΑ

Όμως και στη Λευκάδα το Μεγάλο Σάββατο πρωί, η φιλαρμονική παίζει στους δρόμους της πόλης χαρούμενους σκοπούς, ενώ οι νοικοκυρές πετούν και σπάζουν έξω από τα σπίτια τους διάφορα πήλινα αγγεία.

ΧΙΟΣ – ΡΟΚΕΤΟΠΟΛΕΜΟΣ


Όλο το χρόνο, μικροί και μεγάλοι στο Βροντάδο Χίου, ετοιμάζονται για το παραδοσιακό έθιμο, που αναβιώνει το βράδυ της Ανάστασης. Τον γνωστό ρουκετοπόλεμο.


Η μεγάλη «μάχη» γίνεται ανάμεσα στις ενορίες του Αγίου Μάρκου και της Παναγίας Ερυθιανής. Οι δύο εκκλησίες, είναι χτισμένες στα υψώματα δύο αντικριστών λόφων, ενώ η μεταξύ τους απόσταση είναι περίπου τετρακόσια μέτρα. Οι ενορίτες της κάθε εκκλησίας, το βράδυ της Ανάστασης, εκτοξεύουν τις ρουκέτες τους έχοντας ως στόχο το καμπαναριό της άλλης. Τα διασταυρούμενα αυτά «πυρά», βάφουν κόκκινο τον ουρανό δημιουργώντας ένα εκπληκτικό θέαμα. Νικητής αναδεικνύεται εκείνος που πρώτος θα πετύχει το καμπανάκι του αντίπαλου χωριού.

Τα τελευταία χρόνια, οι υπερβολές, αλλά και τραυματισμοί, έχουν οδηγήσει σε αμφισβήτηση κατά πόσον πρέπει να συνεχιστεί αυτό το έθιμο. Εφέτος, Απρίλιο του 2017, γίνεται άλλη μία προσπάθεια να βρεθεί μία μέση λύση που να συνδυάζει την διατήρηση του εθίμου με την ασφάλεια των πολιτών.



ΛΕΩΝΙΔΙΟ

Στο Λεωνίδιο Κυνουρίας αναβιώνει την Ανάσταση ένα από τα μοναδικά και πλέον φαντασμαγορικά έθιμα της Ελλάδος. Αυτό με τα αερόστατα. Με το «Χριστός Ανέστη» από τις πέντε ενορίες… παίρνουν φωτιά οι «κολλημάρες» και τα αερόστατα, τα οποία μ’ ένα τεχνικό στρίψιμο ωθούνται προς τα πάνω.

Τα αερόστατα ανεβαίνουν ψηλά και για 30-40 λεπτά γεμίζουν τον ουρανό, ώσπου να χαθούν στη Γαλιώρα, στη θάλασσα ή στο δασάκι στους Τρεις Μύλους.


Το θέαμα είναι μοναδικό όταν καίγεται κάποιο αερόστατο από υπερβολικά μεγάλη «κολλημάρα» ή από πολύ πετρέλαιο.

ΚΡΗΤΗ

Στις Γκαγκάλες Ηρακλείου, όλα τα παιδιά του χωριού μαζεύουν ξύλα και τα αφήνουν στο προαύλιο της εκκλησίας. Την παραμονή της Ανάστασης σχηματίζουν ένα βουνό από τα ξύλα και στην κορυφή έχουν ένα σκιάχτρο με ένα παλιό κουστούμι που υποτίθεται ότι είναι ο Ιούδας. Την ώρα που ο παπάς λέει το «Χριστός Ανέστη» βάζουν φωτιά και τον καίνε. Η νύχτα γίνεται μέρα από τα πυροτεχνήματα, ενώ η καμπάνα του χωριού χτυπά χαρμόσυνα.

Στη Πάτμο, η Ανάσταση γιορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα στο μοναστηριακό συγκρότημα του νησιού, αλλά και στο γυναικείο μοναστήρι του Ευαγγελισμού έξω από τη Χώρα, ενώ την Κυριακή του Πάσχα, το απόγευμα, στο Μοναστήρι της Πάτμου γίνεται η δεύτερη Ανάσταση κατά την οποία το ευαγγέλιο διαβάζεται στα ιταλικά, τα γαλλικά, τα ρωσικά, τα αγγλικά, τα γερμανικά και τα σερβικά, αλλά και στα αρχαία ομηρικά ελληνικά.

Στην Αρκαδία, τη νύχτα της Ανάστασης τα παιδιά ρίχνουν στη θάλασσα χιλιάδες κεριά που συμβολίζουν τις χαμένες ψυχές των Τσακώνων ναυτικών και ψαράδων. Την Κυριακή του Πάσχα διοργανώνεται τσακώνικο γλέντι στην κεντρική πλατεία, με αρνιά, κρασί και χορό, ενώ διαβάζεται το Ευαγγέλιο στην τσακωνική διάλεκτο.

Στην Καλαμάτα αναβιώνει ένα έθιμο, το οποίο πηγάζει από τους απελευθερωτικούς αγώνες του 1821, ο διαγωνισμός των «μπουλουκιών». Οι διαγωνιζόμενοι, με παραδοσιακές ενδυμασίες και οπλισμένοι με σαΐτες, δηλαδή με χαρτονένιους σωλήνες γεμάτους μπαρούτι, επιδίδονται σε σαϊτοπόλεμο, στο γήπεδο του Μεσσηνιακού, με τη συμμετοχή πλήθους κόσμου.

ΠΑΡΑΔΟΣΕΙΣ ΠΟΥ ΕΛΑΧΙΣΤΕΣ ΣΥΝΕΧΙΖΟΝΤΑΙ

Στα Καλάβρυτα – “Τις λαμπάδες του ναού ανάβουν κατά οικογένειες, ενώ ψάλλουν το “Δεύτε λάβετε φως”.

Στο Ραψομάτι Αρκαδίας – “Πρώτη παίρνει φως μια νιόνυφη και φιλάει το χέρι του παπά και τον δίνει το τσιμπιλχανέ” (χρήματα).

Στην Αθήνα – Τα κορίτσια ανάβουν την λαμπάδα τους από λαμπάδα κάποιου άντρα, για να παντρευτούν.

Στη Χίο, όταν ο παπάς διαβάζει το Χριστός Ανέστη, στόχος των κροτίδων που εκσφενδονίζονται είναι ο ίδιος ο παπάς.

Στην Κορώνη της Μεσσηνίας ένα πραγματικό πανδαιμόνιο γίνεται στους δρόμους, όπου πολλοί σπάνε πήλινα κανάτια, όπως λένε στη Ζάκυνθο, “για τη χάρη του Χριστού και την πομπή των Οβραίων”, αλλά στην ουσία, για την εκφόβιση των δαιμόνων που αντιμάχονται την Ανάσταση του Σωτήρος.

Στη Σινώπη, οι πιστοί δεν λησμονούν το πάθος τους κατά του Ιούδα και όταν πει ο παπάς το Χριστός Ανέστη, τότε θα πάρει ο καθένας από κάτω ένα δαφνόφυλλο να το κάψει, γιατί η δάφνη είναι καταραμένο δέντρο. (από τη δάφνη κρεμάστηκε ο Ιούδας)

Στη Φθιώτιδα τη νύχτα που γίνεται η Ανάσταση, ένας Επίτροπος της Εκκλησίας παίρνει μια σκλίδα (καλάμι από βρίζα) αγιασμένη από τον αγιασμό των Φώτων, ανεβαίνει στο καμπαναριό ψηλά και την ανάβει για να προφυλάξουν ολόκληρη την περιοχή από το χαλάζι. Ο τόπος που θα δει το φως αυτής της σκλίδας δεν κινδυνεύει από χαλάζι. Το Aγιο Φως της Ανάστασης, που θα φωτίσει το αγιασμένο από τα Φώτα καλάμι, έχει την δύναμη να προστατεύσει ολόκληρη την περιοχή που θα φωτίσει από το φως της Ανάστασης.

Στη Βινία των Αγράφων την ώρα που θα πει ο παπάς το Χριστός Ανέστη, οι Χριστιανοί καίνε το φανό. Μαζεύουν τα παιδιά ξερά κλαδιά πάνω στο βράχο, που είναι αντίκρυ στο χωριό και λέγεται Σουφλί. Ακούγοντας το πρώτο Χριστός Ανέστη, τρέχουν με τη λαμπάδα στο χέρι (που την άναψαν, όταν ο παπάς είπε “Δεύτε λάβετε φως”) και λαμβάνουν φωτιά στο φανό”.

Στη Σύρο το Μεγάλο Σάββατο αρχίζει με το κάψιμο του φανού, στη θέση στην Κιουρά της Πλάκας. Το Πανελλήνιο αυτό έθιμο έχει σχέση με τη δεισιδαιμονία του λαού μας που πιστεύει ότι η καταστροφή του ομοιώματος του προδότη θα τον απαλλάξει από τα όποια δεινά.



ΓΙΑΤΙ ΓΙΟΡΤΑΖΟΥΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΑ ΜΕΣΑΝΥΧΤΑ ΤΟΥ Μ.ΣΑΒΒΑΤΟΥ

Η ακριβής ώρα που έγινε η Ανάσταση του Ιησού, αποτελεί ένα σημείο προβληματισμού και διαφωνίας μεταξύ των μελετητών, αφού κανένας από τους Ευαγγελιστές δε κάνει σαφή αναφορά σε αυτήν.

Ο Ματθαίος αναφέρει “Οψέ Σάββατων τη επιφωσκούση εις μί­αν σαββάτων”, προσδιορίζοντάς την μέχρι την ανατολή του η­λίου, την πρώτη ημέρα της εβδο­μάδος, εννοώντας την Κυριακή.

Ο Λουκάς επίσης αναφέρεται στη πρώτη ημέρα της εβδομάδας, τα βαθιά χαράματα: “Τη δε μια των σαββάτων, όρθρου βαθέως ήλθον επί το μνήμα”.

O Ιωάννης γράφει όταν πέρασε η ημέρα του Σαββάτου, κατά την πρώτη ημέρα της εβδομάδας, όταν ήταν ακόμα σκοτάδι: “Έρχεται πρωί σκοτίας έτι ούσης εις το μνημείον”.

Και ο Μάρ­κος , συμφωνεί ως προς την ημέρα και προσδιορίζει το χρόνο μετά τη δύση του ηλί­ου. “Λίαν πρωί της μιας σαββάτων έρχονται επί το μνημείον ανατείλαντος του ηλίου”.

Γιατί γιορτάζουμε την Ανάσταση στις 12.00 τα μεσάνυχτα του Σαββάτου.

Είναι φανερό πως όλοι συμφωνούν ως προς την ημέρα, Κυριακή, αλλά δίνουν διαφορετικές εκδοχές ως προς την ώρα της Αναστάσεως. Αυτό πιθανότατα συμβαίνει γιατί δεν τους ενδιαφέρει ιδιαίτερως η ώρα αλλά θεωρούν καθοριστικής σημασίας την επιβεβαίωση της ημέρας. Κι αυτό γιατί θέλουν να τονίσουν πως έγινε ακριβώς όπως το είχε πει ο Ιησούς.

Ο Χριστός είχε δηλώσει στους μαθητές Του “αποκτανθήναι και τη τρίτη ημέρα εγερθήναι”, δηλαδή ότι θα καταδικαστεί σε θάνατο, αλλά την τρίτη ημέρα θα αναστηθεί. Αυτό λοιπόν που επιθυμούν όλοι οι ευαγγελιστες είναι να γίνει σαφές ότι πράγματι, αναστήθηκε ο Ιησούς την τρίτη ημέρα!


Ο Ιησούς Χριστός πεθαίνει το μεσημέρι της Παρασκευής. Μέχρι τα μεσάνυχτα της Παρασκευής, είναι η πρώτη μέρα, μέχρι τα μεσάνυχτα Σαββάτου είναι η δεύτερη μέρα, οπότε ο Ιησούς πρέπει να ααστήθηκε από τις 00.01 την νύχτα της Κυριακής μέχρι και τις 24.00 της ίδιας ημέρας.

Γι αυτό το λόγο η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει ορίσει ως ώρα της Ανάστασης, ακριβώς τη στιγμή που ξεκινάει η τρίτη ημέρα, με το σκεπτικό πως όποτε κι αν αναστήθηκε ο Χριστός, η σωστή ώρα περιέχεται μέσα στην Κυριακή.




Μεγάλη Παρασκευή: Ήθη και έθιμα ανά την Ελλάδα






Η Μεγάλη Παρασκευή, είναι ημέρα απόλυτης αργίας και νηστείας. Σχεδόν ολόκληρη η μέρα, αφιερώνεται στην Αποκαθήλωση του Εσταυρωμένου και στην Ακολουθία του Επιταφίου.

Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής γίνεται η αποκαθήλωση όπου ο ιερέας κατεβάζει τον Εσταυρωμένο από τον Σταυρό και τον τυλίγει σε καθαρό σεντόνι ενώ από αργά το βράδυ της Μ Πέμπτης έχει στολιστεί ο Ιερός Επιτάφιος με άνθη της υπαίθρου που φέρνουν οι γυναίκες έτσι ώστε να τοποθετηθεί το Άγιο Σώμα του Κυρίου.

Το βράδυ γίνεται η λειτουργία της περιφοράς του Επιταφίου. Η περιφορά του Επιταφίου είναι το κυριότερο έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής.

Παλιά γινόταν ένας συναγωνισμός ανάμεσα στις ενορίες για το ποιος θα φτιάξει τον ομορφότερο στολισμό του Επιταφίου. Οι ενορίες συναντιώντουσαν κατά την περιφορά και στα νησιά έβαζαν τον επιτάφιο στην θάλασσα για να αγιάσουν τα ύδατα. Το έθιμο του περάσματος ακόμα καλά κρατεί. Όλοι πιστεύουν ότι πρέπει να περάσουν από κάτω μία φορά για το καλό ενώ πίστευαν πως αν τα ζωηρά παιδιά περάσουν τρεις φορές θα φρονίμευαν. Τρεις φορές έπρεπε να περάσουν και οι άρρωστοι για να γίνουν καλά.

Όλη την ημέρα οι καμπάνες χτυπούν πένθιμα σε όλη την Ελλάδα και παραδοσιακά απαγορεύεται πάσα εργασία και γίνεται αυστηρότατη νηστεία και απαγορεύεται και η κατάποση του λαδιού.

Σε πολλές περιοχές της Ελλάδας , φτιάχνεται ένα ομοίωμα του Ιούδα το οποίο είτε καίγεται είτε πυροβολείται και εν συνεχεία καίγεται. Επίσης την ίδια μέρα πολλοί πιστοί επισκέπτονται τους τάφους συγγενών και φίλων ή πραγματοποιείται η εκταφή των νεκρών αν έχει περάσει το απαιτούμενο διάστημα.

Στην Αθήνα, οι νοικοκυρές πριν βγει ο επιτάφιος, πριν πολλά χρόνια, σκούπιζαν τους δρόμους και όταν περνούσε η πομπή, έβγαιναν στις πόρτες με ένα κεραμίδι, που είχε πάνω του αναμμένο καρβουνάκι με λιβάνι.

Στη Ναύπακτο, η περιφορά του Επιταφίου συνδυάζεται με ρίψη πυροτεχνημάτων στο λιμάνι, σε ανάμνηση της ηρωικής προσπάθειας του μπουρλοτιέρη Ανεμογιάννη να πυρπολήσει την τουρκική ναυαρχίδα στο χώρο αυτό.

Στην Κίο, τη Μεγάλη Παρασκευή που γυρίζουν τον Επιτάφιο, σταματούν στις διασταυρώσεις και μνημονεύουν. Επίσης οι πόρτες των σπιτιών τους μένουν ανοιχτές, για να μπει μέσα η Θεία Χάρη. Οι άνθρωποι πηγαίνουν νωρίτερα και τοποθετούν χώμα στα σημεία που θα σταματήσει ο επιτάφιος. Μόλις τελειώσει η λειτουργία, πηγαίνουν και παίρνουν από εκείνο το χώμα και το σκορπούν στο σπίτι για να χαθούν οι κοριοί.

Στη Σπάρτη, όταν γυρίσουν τον Επιτάφιο, τον ξεστολίζει ο καντηλανάφτης, ο οποίος παίρνει τα κεριά και τα φυλάει. Την άλλη μέρα, τα βάζει ο παπάς σε ένα δίσκο με τα σταυρολούλουδα και τα μοιράζει στις γυναίκες. Τα λουλούδια αυτά, οι γυναίκες τα κρατούν ως φυλαχτό και όταν αρρωστήσει ένα παιδάκι βάζουν στα κάρβουνα λίγο νερό και μερικά σταυρολούλουδα και το λιβανίζουν.

Στη Μυτιλήνη, αν τελειώσει η περιφορά, “αρπάζουν” τα λουλούδια, γιατί πιστεύουν πως κλεμμένα έχουν πιο θαυματουργές ιδιότητες. Τα “Χριστολούλουδα” τα φυλάνε για το καλό. Με αυτά γιατρεύουν τον πονοκέφαλο, τα κάνουν φυλαχτά και με αυτά γαληνεύουν τη θάλασσα όσοι ταξιδεύουν, σύμφωνα με την παράδοση.

Στην Υδρα υπάρχει το “έθιμο της δέησης”. Ο Επιτάφιος της συνοικίας Καμίνι μπαίνει στη θάλασσα και διαβάζεται η Ακολουθία του Επιταφίου, δημιουργώντας μία ατμόσφαιρα κατανυκτική. Αυτό γίνεται για να ευλογηθούν τα νερά και να γίνει δέηση υπέρ των ναυτικών που ταξιδεύουν, για ήσυχα ταξίδια και καλό γυρισμό.

Στη Νάξο, δεν φιλάνε τη Μεγάλη Παρασκευή, γιατί με το φιλί του πρόδωσε ο Ιούδας το Χριστό, ενώ δεν σφάζουν, «για το αίμα του Χριστού».

Στην Αμοργό, τη Μεγάλη Παρασκευή το απόγευμα προσφέρονται ψωμί, ελιές και νηστίσιμα γλυκά σε κατοίκους και επισκέπτες. Το ίδιο βράδυ, κατά την περιφορά του Επιταφίου στα χωριά, οι γυναίκες, από τις πόρτες και τα παράθυρα των σπιτιών, ραίνουν τον κόσμο με κολόνιες και αρώματα.

Στην Πάρο, η περιφορά του Επιταφίου κάνει δεκαπέντε στάσεις. Σε καθεμία από αυτές φωτίζεται κι ένα σημείο του βουνού, όπου τα παιδιά ντυμένα ρωμαίοι στρατιώτες ή μαθητές του Χριστού, αναπαριστούν σκηνές από την είσοδο στα Ιεροσόλυμα, την προσευχή στο Όρος των Ελαιών, το Μαρτύριο της Σταύρωσης και την Ανάσταση.

Στην Τήνο τη Μεγάλη Παρασκευή, όλοι οι επιτάφιοι μαζί και των καθολικών συναντώνται στην Εξέδρα της Χώρας , ψάλλουν για λίγο μαζί και συνεχίζουν οι καθένας την πένθιμη πορεία του προς τους δρόμους της εκάστοτε ενορίας. Ο Επιτάφιος του Αγίου Νικολάουτης Τήνου μπαίνει επίσης στη θάλασσα και το όλο σκηνικό που δημιουργούν οι πυρσοί, ο φλεγόμενος σταυρός, οι σειρήνες από τα πλοία, οι ψαλμωδίες και οι χιλιάδες πιστοί που παρακολουθούν είναι πολύ όμορφο.

Η Σύρος βιώνει με ιδιαίτερο τρόπο το Πάσχα. Οι δύο θρησκευτικές της κοινότητες, η Ορθόδοξη και η Καθολική, γιορτάζουν συγχρόνως τις μέρες του Πάσχα. Οι Επιτάφιοι των Καθολικών στην Άνω Σύρο ξεκινούν από τον ναό του Αγίου Γεωργίου. Στην Ερμούπολη, ο Επιτάφιος των Καθολικών ξεκινάει από τον Ιερό Ναό Ευαγγελιστών, οι Επιτάφιοι των Ορθοδόξων από τις ενορίες Αγίου Νικολάου, της Κοιμήσεως και τη Μητρόπολη της Μεταμορφώσεως. Κατά την περιφορά τους συναντώνται στην κεντρική πλατεία Μιαούλη, όπου γίνεται κατανυκτική δέηση.

Στη Σαντορίνη, ξεκινώντας από νωρίς το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής, δεκάδες παιδιά τοποθετούν σε ταράτσες, μπαλκόνια, δρόμους, αλλά και στα τείχη του μεσαιωνικού κάστρου χιλιάδες «τενεκεδάκια». Πρόκειται για αυτοσχέδια λυχνάρια που καίνε παραφινέλαιο και μόλις πέσει το σκοτάδι και λίγο πριν την έναρξη της περιφοράς του Επιταφίου, ανάβουν και προσδίδουν μαγική ατμόσφαιρα στο νησί.

Στο νησί της Ζακύνθου, ο Επιτάφιος, γίνεται με διαφορετικό τρόπο απ’ ότι στην υπόλοιπη Ελλάδα. Εκεί , σύμφωνα με ένα πανάρχαιο έθιμο, η περιφορά του Επιταφίου, γίνεται τις πρώτες πρωινές ώρες του Μεγάλου Σαββάτου, ενώ με την ανατολή του ηλίου, ο Δεσπότης σηκώνει την Ανάσταση.

Στη Λευκάδα, το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής γίνεται στον κεντρικό δρόμο της πόλης, με κατάληξη την παραδοσιακή, ενετική, κεντρική πλατεία, η περιφορά των Επιταφίων των ενοριών, συνοδεία Φιλαρμονικής.

Στη Χάλκη, Μεγάλη Παρασκευή: Μετά την Αποκαθήλωση, η εκκλησιά κλείνει και ανοίγει ξανά κατά τις 1 – 2 το πρωί του Σαββάτου, οπότε θα ακουστούν τα εγκώμια και θα γίνει πορεία του επιταφίου από το ένα άκρο του λιμανιού στο άλλο. Τα παιδιά γυρίζουν στα σπίτια, κτυπούν πόρτες και παράθυρα με πέτρες και φωνάζουν «Σηκώστε για το επιτάφιο». Στο τέλος της περιφοράς γίνεται το «μπακατίκιασμα», ένα είδος πλειστηριασμού του επιταφίου.

Στην Ανατολική Κρήτη, την ώρα που λέει ο παπάς, το πρώτο ευαγγέλιο, της Μ. Παρασκευής, η παπαδιά βαστά αλεύρι και νερό, κάνει προζύμι με τις ευχές του Ευαγγελίου και το προζύμι ανεβαίνει.

Στην Άμφισσα, λαμβάνει χώρα ένα ενδιαφέρον πασχαλινό έθιμο της Ρούμελης. Ονομάζεται «Δάκρυα της Παναγιάς». Το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής σύμπασα η Άμφισσα κάθεται σε καφενεία, μεζεδοπωλεία κι εστιατόρια για να καταναλώσει σαρακοστιανά χωρίς λάδι και μεγάλες ποσότητες τσίπουρου και ούζου, που είναι τα εν λόγω…. δάκρυα!

Στο Δρυόβουνο του δήμου Βοΐου, το πρωί της Μ. Παρασκευής πραγματοποιείται «η αναπαράσταση της Αποκαθήλωσης του Χριστού» στο λόφο του «Γολγοθά» που βρίσκεται σε ύψωμα του χωριού. Πλήθος πιστών συμμετέχει στην πομπή που σχηματίζεται προς τον λόφο «Γολγοθά», όπου σε κλίμα κατάνυξης ο μητροπολίτης Σισανίου & Σιατίστης θα παραδώσει το σκήνωμα του Ιησού στις μυροφόρες, τις νέες κοπέλες με παραδοσιακές στολές που έχουν φθάσει από όλη την δυτική Μακεδονία για να συμμετάσχουν στο έθιμο.

Στην Πάτμο τη Μεγάλη Παρασκευή γίνεται η αναπαράσταση της Αποκαθήλωσης στη Μονή του Αγίου Ιωάννη και το ίδιο βράδυ όλοι οι Επιτάφιοι συναντιούνται στις πλατείες της Σκάλας και της Χώρας. Η Ανάσταση γίνεται, επίσης, στο Μοναστήρι και ανήμερα του Πάσχα διαβάζεται το Ευαγγέλιο σε επτά γλώσσες.

Στην Τρίπολη τη Μεγάλη Παρασκευή το απόγευμα η περιφορά του Επιταφίου στο άλσος του Αγίου Γεωργίου στη βόρεια πλευρά της Τρίπολης είναι εντυπωσιακή μέσα στο δασάκι, ενώ το βράδυ στην κεντρική πλατεία της πόλης θα συναντηθούν περισσότεροι από 14 Επιτάφιοι. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί κάθε χρόνο ο Επιτάφιος του Αγίου Βασιλείου με τον περίτεχνο στολισμό του μοναδικό στην Ελλάδα. Ο στολισμός του Επιταφίου ξεκινά πολλούς μήνες πριν το Πάσχα και ολοκληρώνεται τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής. Γίνεται αποκλειστικά και μόνο με πέρλες κι απαιτούνται περισσότερες από διακόσιες χιλιάδες, ενώ το τελικό αποτέλεσμα αποτελεί έργο τέχνης.

Στο Καστανόφυτο Καστοριάς, τα παιδιά του χωριού, παίρνουν από την εκκλησία το χελιδόνι, (ξύλινο ομοίωμα περιστεριού) το κρατούν με ένα ξύλο ψηλά, το στολίζουν με λουλούδια και το περιφέρουν στα σπίτια. Κατά την περιφορά μαζεύουν δώρα και κόκκινα αυγά.

Στο Μελιγαλά, τη Μεγάλη Παρασκευή το βράδυ, ανάβουν “φουνταρίες”. Κάθε νοικοκυρά, όταν σημαίνει η καμπάνα για τον Επιτάφιο, ρίχνει μπροστά στην πόρτα του σπιτιού της δυο – τρία μάτσα κληματόβεργες και τους βάζει φωτιά. Μέχρι να βγει ο Επιτάφιος, οι κληματόβεργες έχουν πλέον γίνει θράκα. Την ώρα που o παπάς περνά έξω από το δρόμο του σπιτιού της, η νοικοκυρά ρίχνει πάνω στη θράκα μια χούφτα μοσχολίβανο.

Στο Άγιο Πνεύμα Σερρών, στη Μονή του Προφήτου Ηλία, που βρίσκεται σ’ ένα λόφο πάνω από το ομώνυμο χωριό, αναβιώνει το έθιμο της Αποκαθήλωσης του Κυρίου.

Στο μικρό χωριό Νέο Σούλι του δήμου Εμμανουήλ Παππά αναβιώνει κάθε Μεγάλη Παρασκευή το μοναδικό έθιμο «Γεφύρια». Το έθιμο βρίσκει τις ρίζες του στα βάθη των αιώνων και συνεχίζεται από γενιά σε γενιά. Σύμφωνα με αυτό, νεαρές κοπέλες και παλικάρια, όλη τη Μεγάλη Εβδομάδα μαζεύουν από τις αυλές των σπιτιών διάφορα λουλούδια και μεγάλα φύλλα δέντρων. Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής ξεκινά ο στολισμός των «Γεφυριών». Ξύλινες και μεταλλικές κατασκευές στο σχήμα γεφυριού τοποθετούνται ψηλά από τη μία πλευρά του δρόμου έως την άλλη. Οι κατασκευές στολίζονται με πολλά λουλούδια και εικόνες που φέρνει ο κάθε κάτοικος από το σπίτι του. Σε όλη τη διαδρομή που θα διανύσει το βράδυ ο Επιτάφιος θα περάσει κάτω από τα στολισμένα «Γεφύρια» που θα παραμείνουν στο χωριό 40 ημέρες, έως την «Ανάληψη του Κυρίου». Μετά οι κάτοικοι θα πάρουν τα ξερά λουλούδια και τις εικόνες και θα τα βάλουν στο εικονοστάσι του σπιτιού, για να έχουν την ευλογία του Χριστού όλο τον χρόνο.

Στη Νέα Πέραμο Καβάλας, κατά την περιφορά του επιταφίου, οι κάτοικοι σε κάθε γειτονιά της πόλης αναβιώνουν ένα πολύ παλιό έθιμο: καίουν από ένα ομοίωμα του Ιούδα, τη στιγμή που η πομπή του επιταφίου περνάει από τους δρόμους. Ολόκληρη η πόλη εκείνη τη νύχτα φωτίζεται από τις δεκάδες φωτιές, που ανάβουν οι κάτοικοι, στέλνοντας έτσι το μήνυμα της κάθαρσης, αλλά και της αιώνιας ανάστασης.

Στις Μέτρες της Θράκης, τα παιδιά φτιάχνουν το ομοίωμα του Ιούδα και το περιφέρουν στα σπίτια, ζητώντας κλαδιά για να τον κάψουν την επομένη στον Επιτάφιο. Την Μεγάλη Παρασκευή, η πομπή του Επιταφίου σταματά έξω από ένα παρεκκλήσι, εκεί όπου βρίσκεται έτοιμη η φωτιά για να καεί ο Ιούδας. Τη στιγμή που ο ιερέας διαβάζει το Ευαγγέλιο ανάβουν τη φωτιά και καίνε το ομοίωμα. Αργότερα, θα πάρουν μια χούφτα από εκείνη τη στάχτη και θα τη ρίξουν στα μνήματα.

Πηγή : xanthipress. gr



Το νησί της Λέσβου έχει όπως και οι περισσότεροι τόποι της Ελλάδας ιδιαίτερα έθιμα για τη Μεγάλη Εβδομάδα του Πάσχα.

Τα λαζαράκια της Λέσβου.

Η κάθοδος του Χριστού στον Άδη:

Σε αρκετούς ναούς του νησιού, όπως στον Αγ. Θεράποντα στο κέντρο της Μυτιλήνης, γίνεται η αναπαράσταση της Καθόδου του Χριστού στον Άδη, ένα έθιμο που έρχεται από τις Βυζαντινές εποχές. Σύμφωνα με την παράδοση, ο Χριστός λίγο πριν αναστηθεί, κατέβηκε στον Άδη για να χαρίσει φως και αιώνια ζωή στους νεκρούς Έτσι, τα μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, όταν όλη η πομπή με τους ιερείς και τον υπόλοιπο κόσμο, έχουν γιορτάσει την Ανάσταση στο προαύλιο του ναού και πρόκειται να επιστρέψουν στο ναό, διαδραματίζονται τα ακόλουθα: Κλείνει η κεντρική πύλη του ναού και στο προαύλιό του μένει όλη η πομπή με τον επικεφαλής κληρικό, ενώ μέσα στο ναό στέκεται κάποιος (συνήθως ένας ψάλτης). Ο επικεφαλής κληρικός αναπαριστά το Χριστό, ενώ ο άλλος αναπαριστά τον Αδη και γίνεται ένας διάλογος, ώστε να ανοιχτεί η πύλη του ναού. Με το που ανοίγει η πύλη, ο επικεφαλής κληρικός και όλη η πομπή μπαίνουν ορμητικά στο ναό, ψάλλοντας όλοι μαζί δυνατά το «Χριστός Ανέστη». Ένα συγκινητικό έθιμο που καθηλώνει τους πιστούς.


Οι κούνιες:





Το Πάσχα συνηθίζουνε να φτιάχνουν κούνιες με σκοινιά που δένουν ψηλά στα κλαριά των δέντρων. Παλιά, οι νέοι έφτιαχναν μια κούνια σε κάθε γειτονιά και κουνούσαν όλους όσοι κάθονταν και περίμεναν στη σειρά τραγουδώντας τραγούδια «της κούνιας». Για αντάλλαγμα, δέχονταν λαμπριάτικα κουλούρια. Όποια από αυτά τα κρέμαγαν στην κούνια. Στο τέλος η κούνια κατέληγε ολοστόλιστη. Tο παιχνίδι αυτό, ιδιαίτερα αγαπητό στα παιδιά, κράταγε ως της Αναλήψεως. Στο Πολιχνίτο και στην Kλειού ακόμα και σήμερα οι κούνιες της Λαμπροδευτέρας συγκεντρώνουν όλο τον κοριτσόκοσμο. Στη Καλλονή, την Λαμπροτρίτη οι κάτοικοι πήγαιναν στο εκκλησάκι του Χριστού στο Μετόχι και αναβίωναν το έθιμο της κούνιας ενώ από την κοσμοσυρροή, έπρεπε να περιμένεις ώρες ώσπου να έρθει η σειρά σου να ανέβεις.

12 σταυρουδάκια, όπως τα Ευαγγέλια:

Στην Αγιασό, έπειτα από κάθε Ευαγγέλιο, οι κάτοικοι, έφτιαχναν με το κερί ένα σταυρό και μετά την εκκλησία την τελευταία μέρα, κόλλαγαν τα 12 σταυρουδάκια στο σπίτι, σε διάφορα σημεία, για να ψοφάνε οι κοριοί και οι ψύλλοι.

Ο Επιτάφιος:

Την Μ. Πέμπτη, τα νεαρά κορίτσια, μετά τη λειτουργία ξημέρωναν τον Χριστό, στολίζοντας παράλληλα τον Επιτάφια ενώ ψάλλουν το μοιρολόγι της Παναγιάς, μεγάλο θρησκευτικό τραγούδι που ιστορεί τη σταύρωση του Ιησού και εκφράζει τον πόνο της Αγίας του Μητέρας. Μετά, αρχίζει η συρροή του κόσμου και το προσκύνημα του Επιταφίου. Παρθένες με κάνιστρα γεμάτα λεμονόφυλλα, ή τριαντάφυλλα στέκονται κοντά του και ραίνουν με μύρα το νεκρό Ιησού. Οι προσκυνητές, προπάντων γυναίκες και παιδιά αφού φιληθούν, περνούν κάτω από τον Επιτάφιο, «για να τους πιάσει η χάρη» όπως λένε. Όταν νυχτώσει αρχίζει η ακολουθία και η περιφορά του Επιταφίου. Η πομπή σχηματίζεται από τα Εξαπτέρυγα και το Σταυρό μπροστά , τον Επιτάφιο και τους ιερείς πιο πίσω. Ο κόσμος που ακολουθεί κρατάει στα χέρια αναμμένες λαμπάδες. Κατά διαστήματα η πομπή σταματά σε πλατείες και σταυροδρόμια και εκεί οι ιερείς ψάλλουν δεήσεις. Τα λουλούδια του Επιτάφιου ονομάζονται χριστολούλουδα και στη Μυτιλήνη, μόλις τελειώσει η περιφορά, αρπάζουν τα λουλούδια επειδή θεωρούν ότι τα κλεμμένα έχουν θαυματουργικές ιδιότητες. Με αυτά ανακουφίζουν τον πονοκέφαλο, ενώ οι ναυτικοί τα ρίχνουν στη θάλασσα για να την ηρεμήσουν.

Δάφνες με πανάκια:

Τα παιδιά, μετά την εκκλησία, την Κυριακή της Ανάστασης, στόλιζαν ένα δεμάτι από κλαδιά δάφνης με κόκκινα ή πράσινα πανάκια από καινούργιο φουστάνι, κρεμούσαν κι ένα κουδούνι και καθώς πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας και λέγοντας εξορκισμούς για τους ψύλλους και τα ποντίκια, έδιναν και ένα κλαράκι δάφνης στη νοικοκυρά. Στο τέλος ζητούσαν και το χάρισμά τους: «Χρόνια πολλά, εν ονόματι Κυρίου, δό μ’ τ’ αυγό να φύγω».

Οι κουκούρες:

Ένα από τα σπουδαιότερα έθιμα που αναβιώνετε ανελλιπώς μέχρι τις μέρες μας είναι οι κουκούρες. Σε πολλές περιοχές του νησιού, οι νέοι κάθε χωριού από τις απόκριες και μετά αρχίζουν να μαζεύουν μεγάλους κορμούς δέντρων και ξερά κλαδιά, τα οποία το Σάββατο της Αναστάσεως τα στοιβάζουν στην πλατεία του χωριού. Στην κορυφή της κουκούρας, όπως ονομάζεται ο σωρός με τα ξύλα, στήνουν τον Ιούδα και βάζουν φωτιά. Το κάψιμο του Ιούδα, συμβολίζει την τιμωρία του για την προδοσία και οι φλόγες της φωτιάς που καίνε μέχρι το πρωί, συμβολίζουν την εξάγνιση των πιστών από τις κακές πράξεις. Το συγκεκριμένο, αποτελεί ένα έθιμο, το οποίο αναβιώνετε κάθε χρόνο, πηγαίνοντας την παράδοση από πατέρα σε γιο και προσελκύει πολλούς θεατές.

Σε άλλα μέρη, συνήθως την Λαμπροτρίτη, κρεμάνε και πάλι ένα ομοίωμα του Ιούδα από ένα κοντάρι και του βάζουν φωτιά.

Παραδοσιακά φαγητά:

Το Σάββατο του Λαζάρου οι γυναίκες της Λέσβου, φτιάχνουν τα Λαζαράκια, μικρά γλυκά ψωμάκια σε σχήμα ανθρώπου γεμισμένα με σταφίδες. Tην Kυριακή των Bαΐων έχουν ως έθιμο να τρώνε ψάρια. Τη Μεγάλη Πέμπτη σε κάθε σπίτι οι νοικοκυρές βάφουν κόκκινα τα αυγά και φτιάχνουν τα γλυκά των ημερών, που είναι κουλούρια και τσουρέκια. Το Μεγάλο Σάββατο προετοιμάζουν το φαγητό που θα φάνε το βράδυ μετά την Aνάσταση. Το καθιερωμένο φαγητό που τρώνε το Μεγάλο Σάββατο το βράδυ είναι η μαγειρίτσα. Τα πασχαλινά φαγητά για τους Λέσβιους είναι το αρνί γεμιστό ψημένο στο φούρνο και ο οβελίας. Οι ντόπιες μαγείρισσες, τηρούν τις δικές τους παραδόσεις όπου το έθιμο θέλει κατσίκι γεμιστό στο φούρνο με ρύζι, πράσινα αρωματικά μυρωδικά και μερικές φορές συκώτι και εντόσθια.

Πηγή : mytiliniadialektos. gr





Τα Κώτικα έθιμα του Λαζάρου, της Μεγάλης Εβδομάδας, του Πάσχα και της Διακαινησίμου


(Γράφει ο κ. Βασίλης Σ. Χατζηβασιλείου, Νομικός-Ιστορικός Συγγραφέας)


Παλαιό έθιμο υπήρχε στο νησί της Κω τα δυο τελευταία Σάββατα της Σαρακοστής να κάνουν τα «λαζαράκια». Το πρώτο Σάββατο ήταν του «φτωχού» και τα δεύτερο, το κυρίως Σάββατο, ήταν του «πλούσιου» Λαζάρου. Τα λαζαράκια ζυμώνονται και πλάθονται με άσπρο σιταρένιο αλεύρι, που του δίνουν τη φόρμα σαβανωμένου ανθρώπου, μάκρους 20 με 30 εκατοστά. Δυο γαρύφαλλα παριστάνουν τα δυο μάτια του Λαζάρου, κάνουν τη μύτη τσιμπώντας το ζυμάρι για να εξέχει. Το Σάββατο του «φτωχού Λαζάρου» οι λάζαροι είναι «κουφοί», δηλ. από σκέτο ζυμάρι, ενώ το κυρίως Σάββατο του Λαζάρου οι λάζαροι είναι «γεροί», δηλ. έχουν γέμιση από σταφίδες και σησάμι καβουρδισμένο, ή αμύγδαλα κοπανισμένα και ζυμωμένα με ανθόνερο.


Οι κοπέλες της Κεφάλου κάνουν τεράστιους λαζάρους και τους στέλλουν στους «αρμαστούς» (αρραβωνιαστικούς) τους. Τους λαζάρους γενικά, που αποτελούν ωραίο νηστήσιμο γλύκισμα, τους μοιράζουν την παραμονή των Βαΐων στα φιλικά σπίτια, αλλά φυλάνε και μερικούς στα εικονίσματα μέχρι το Πάσχα «που αναστήνεται» ο Χριστός, οπότε τοποθετούνται εκεί τα κόκκινα αυγά της Λαμπρής.


Το Σάββατο του Λαζάρου τα παιδιά, κρατώντας μικρούς και τρυφερούς κλάδους φοινικιάς, λένε το τραγούδι:


-Πούσαι Λάζαρε, πού είναι η φωνή σου;
και σε γύρευε η Μάρθα η αδελφή σου;
-Ήμουνα στη γη χωμένος
κι από τους νεκρούς, νεκρός κι αναστημένος.
Βάγια βάγια των Βαγιών τρώνε ψάρι και κολιό
και την άλλη Κυριακή τρων’ το κόκκινο αρνί
και το κόκκινο αυγό, που κυλάει στον ποταμό
και το τρώει ο λαός, ο λαγός κι ο ποντικός.


Την Κυριακή των «Βαγιών» στις εκκλησιές γίνεται διανομή σταυρών, που πλέκονται καλλιτεχνικά από πραγματικά βάγια του νησιού. Ο «καλόερος» (νεωκόρος) κάθε εκκλησιάς γύριζε παλαιότερα την ενορία και μάζευε ένα αυγό για εκείνον κι ένα για «τον Δεσπότη», δώρα του Πάσχα.


Τη Μεγάλη Πέμπτη έξω στις αυλές των σπιτιών γινόταν στο παρελθόν μια ιεροτελεστία. Άναβαν καζάνια μέσα στα οποία έριχναν διάφορα φύλλα και χόρτα για να βάψουν μ’ αυτά τα αυγά της Λαμπρής, που κουβαλούσαν χαρούμενα τα παιδιά μέσα σε μικρά καλάθια. Από το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης μέχρι τα ξημερώματα της Μεγάλης Παρασκευής πολλές μαυροφόρες μοιρολογίστρες των χωριών κάνουν ολονυχτία μπροστά στον Εσταυρωμένο της ενορίας τους, ψάλλοντας το «Κανάκι του Χριστού», ένα συγκινητικό μοιρολόι για τον σταυρικό θάνατο του Χριστού. Επίσης συμμετέχουν και στο στόλισμα του Επιταφίου. Το πρωινό της Μεγάλης Παρασκευής οι Κώοι επισκέπτονται τα κοιμητήρια και εναποθέτουν στους τάφους των συγγενών τους ανθοδέσμες και στεφάνια λουλουδιών. Το βράδυ της Μεγάλης Παρασκευής κατανυκτική είναι η περιφορά των Επιταφίων όλων των εκκλησιών.


Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου οι νοικοκυρές της Κω, εκτός από τα κουλλούρgια, τα «ψιλοκούλλουρα», δηλ. τα ζαχαροκούλουρα με βούτυρο, αλειμμένα με αυγό, σε διάφορα σχήματα, τα εφτάζυμα και τις «αυγκούλλες» με το κόκκινο αυγό στη μέση, ζυμώνουν και τις «λαμπρόπιτες». Οι λαμπρόπιτες είναι τυρόπιτες στρογγυλές και πολύ μεγαλύτερες από τις συνηθισμένες. Το ζυμάρι παίρνει σχήμα κυκλικό και βαθουλωτό σαν πιάτο, που γεμίζεται με «προσφά», δηλ φρέσκια ανάλατη μυζήθρα, ζυμωμένη με άφθονα αυγά και λίγο προζύμι. Τις λαμπρόπιτες, που κάνουν σε μεγάλες ποσότητες, μοιράζουν σε συγγενικά και φιλικά σπίτια καθώς αποτελούν ένα ξεχωριστό έδεσμα για όλους τους κατοίκους της Κω.


Την ημέρα του Μεγάλου Σαββάτου ετοιμάζουν και τα σφαγμένα αρνιά, που το έθιμο της Κω τα θέλει όχι σουβλιστά, αλλά «φουρνιστά» μέσα σε πήλινες «λεκάνες», που έχουν το σχήμα αρχαίου κρατήρα με δυο «χέρια» (λαβές). Οι ζευγάδες στην Κέφαλο το φουρνιστό το λένε «φτο» (οπτόν). Αφού παραγεμίσουν το αρνί με ρύζι και συκωτάκια τσιγαρισμένα με κρεμμύδι, ράβουν την κοιλιά του, το λυγίζουν για να πάρει το σχήμα της λεκάνης και το βάζουν μέσα ακέραιο, πασπαλίζοντάς το με μυρωδικά. Οι ζευγάδες της Κω δεν βάζουν νερό ούτε στάλα. Σκεπάζουν τη λεκάνη με το «καπ-πάκι» (πώμα) της και το χρίουν με ζυμάρι ώστε να μη ξεθυμάνει, γιατί τότε θα καεί το αρνί. Έχουν έτοιμο το φούρνο, όπως όταν φουρνίζουν τα ψωμιά και, αφού βάλουν μέσα τις λεκάνες, χρίουν και πάλι το στόμιο του φούρνου. Στ’ αυτιά της λεκάνης ή στα πόδια του πασχαλινού αρνιού έδεναν τα μικρά παιδιά τους «μάρτηδες» (ασπροκόκκινες μεταξωτές κλωστές, που φορούσαν στα μπράτσα από τον Μάρτιο για να μην τα πιάσει ο ήλιος), για να κοκκινίσει σαν το μάρτη το φουρνιστό. Τους φούρνους, που πολλές φορές είχαν μαζί 5-10 αρνιά και άλλων γειτόνων, τους άνοιγαν την ημέρα της Λαμπρής και μοσχοβολούσε ο τόπος από τη μυρωδιά του φουρνιστού αρνιού. Το βράδυ του Μεγάλου Σαββάτου στην Πρώτη Ανάσταση, μετά το «Χριστός Ανέστη», έξω στους αυλόγυρους των εκκλησιών έκαιαν ομοιώματα του Ιούδα, κρεμασμένου σε ψηλό κοντάρι. Το ίδιο βράδυ του Πάσχα παίρνουν το άγιο φως και με αναμμένες τις λαμπάδες κάνουν ένα σταυρό πάνω από τις εισόδους των σπιτιών.


Ανήμερα της Λαμπρής γιορτάζεται στο νησί και η Δεύτερη Ανάσταση, με τον Εσπερινό του Πάσχα και την ανάγνωση του Ευαγγελίου σε ξένες γλώσσες. Στην πόλη της Κω (τη Χώρα) με βυζαντινή μεγαλοπρέπεια ξεκινά η πομπή από το Μητροπολιτικό Παρεκκλήσι του Ευαγγελισμού για να καταλήξει στους δυο ενοριακούς ναούς του Αγίου Νικολάου και της Αγίας Παρασκευής με επικεφαλής το Δεσπότη, τον Κλήρο, τα Εξαπτέρυγα και τα Λάβαρα, ενώ οι χοροί ψάλλουν χαρμόσυνα το πανηγυρικό «Αναστάσεως Ημέρα», το «Χριστός Ανέστη» και άλλους ύμνους κάτω από τις κωδωνοκρουσίες και με αληθινό πανδαιμόνιο ομοβροντιών από αυτοσχέδια βαρελότα και κροτίδες κάθε τύπου. Παλαιότερα, στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, χρησιμοποιούσαν τουφέκια, καραμπίνες, τρομπόνια κλπ.


Τη Δευτέρα του Πάσχα γινόταν κάποτε στον Ασώματο του Ασφενδιού και στο Πυλί η γιορτή της «Αφάλλειας» ή «αφ-φαλ-λίας», απομεινάρι των αρχαίων «Φαλλείων», με γλέντι τρικούβερτο και χορό που κράταγε ως αργά το βράδυ.


Στις 23 του Απρίλη, που γιορτάζει ο Άη Γιώργης, γίνεται μεγάλο πανηγύρι στο Πυλί. Αν το Πάσχα γιορτάζεται μετά τις 23 του Απρίλη, μεταφέρεται η γιορτή του Άη Γιώργη την Δευτέρα της Διακαινησίμου. Μετά τη Λειτουργία αρχίζουν οι «Ιπποδρομίες». Εννιά ή δώδεκα καβαλάρηδες ξυπόλυτοι και ξεσκούφωτοι, σύμφωνα με το παμπάλαιο έθιμο, καβαλικεύουν τα άλογά τους χωρίς σέλλα, χωρίς χαλινάρι και χωρίς μαστίγιο και τρέχουν από τρεις κάθε φορά γύρω στα δυο χιλιόμετρα, φθάνοντας στο τέρμα που είναι η εκκλησιά του Άη Γιώργη. Στο μέτωπο του αλόγου, που πρωτεύει στην κάθε τριάδα, σπάνε ένα ωμό αυγό. Αφού τρέξουν όλες οι τριάδες, ξεχωρίζουν τα άλογα που πρώτευσαν, για να τρέξουν και πάλι στον τελικό. Στο άλογο και στον ιππέα που θα νικήσει, η επιτροπή της εκκλησιάς δίνει ένα χρηματικό έπαθλο. Το ίδιο έθιμο της ιπποδρομίας γινόταν και στον Άη Γιώργη τον Μακρή στην Καρδάμενα.


Την Παρασκευή της Διακαινησίμου, γιορτή της Ζωοδόχου Πηγής, στη Χώρα της Κω γιορτάζει η Παναγιά η Τσουκαλαριά, όπου γίνεται γλέντι με πολύ κόσμο, ενώ στα χωριά τα παλληκάρια και οι κοπέλες συγκεντρώνονται σε φιλικά σπίτια και διασκεδάζουν με «ρεφενέ». Το ανδρόγυνο του σπιτιού που θα τους δεχτεί, πρέπει να είναι νιόπαντρο. Καθένας από την παρέα φέρνει μαζί του κάτι φαγώσιμο, κρασί, ρακί κ.ά. Αφού φάνε, προσκαλούν τα βιολιά και τα λαούτα και διασκεδάζουν. Πανηγύρι γινόταν επίσης και στη Ζωοδόχο Πηγή της Κεφάλου.


Πηγή: vimatisko.gr




Οι Λαζαρίνες, Αλεξάνδρεια, Ήθη και έθιμα






Εικόνα  Αναπαράσταση του εθίμου των Λαζαρίνων, Πάσχα 1964


Ένα από τα έθιμα της άνοιξης που τελούνταν σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος, όπως και στο Ρουμλούκι, ήταν οι Λαζαρίνες. Το έθιμο των Λαζαρίνων έκτος από το ότι ανάγγελλε την Ανάσταση του Λαζάρου, ανάγγελλε και το ξύπνημα, την ανάσταση της φύσης και τον ερχομό της άνοιξης. Το έθιμο αυτό, κατά πολλούς, έχει αρχαίες ρίζες. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι οι ρίζες του εθίμου των Λαζαρίνων βρίσκονται στη γιορτή των αρχαίων Ανθεστηρίων. Άλλοι υποστηρίζουν ότι βρίσκονται στο θάνατο και την ανάσταση του Άδωνη και τέλος κάποιοι άλλοι στην άνοδο της Περσεφόνης κάθε άνοιξη στον επάνω κόσμο.
Οι Λαζαρίνες ήταν ολιγομελείς και αλλού πολυπληθείς ομάδες νεαρών κοριτσιών, που επισκέπτονταν με τη σειρά όλα τα σπίτια του χωριού τους και γειτονικά χωριά, τραγουδώντας ένα είδος καλάντων, τα "Λαζαρ’κά", που αναφέρονταν στον Λάζαρο, την κάθοδο του στον Άδη και την Ανάσταση του από τον Ιησού. Από αυτόν τον Άγιο, άλλωστε πήρε το όνομα του το συγκεκριμένο έθιμο αλλά και όσες κοπέλες συμμετείχαν σε αυτό. Εκτός από το τραγούδι του Λαζάρου, πολλές φορές οι κοπέλες τραγουδούσαν και εγκωμιαστικά τραγούδια για κάποια μέλη της οικογένειας κάθε σπιτιού που επισκέπτονταν.
Το έθιμο των Λαζαρίνων στο Ρουμλούκι διαρκούσε από το απόγευμα της Παρασκευής, παραμονή του Σαββάτου του Λαζάρου μέχρι και την Κυριακή των Βαΐων. Στο έθιμο αυτό συμμετείχαν νεαρές, ελεύθερες κοπέλες ηλικίας 13-19 ετών, που είχαν εισέλθει σε ηλικία γάμου, δηλαδή είχαν φορέσει τον άσπρο σαγιά και το τσεμπέρι στο κεφάλι. Το μπουλούκι, όπως ονομάζονταν μία ομάδα Λαζαρίνων, αποτελούνταν συνήθως από 4 κοπέλες και ένα κοριτσάκι έως 12 ετών, την "καλάθαρο", που ακολουθούσε την ομάδα και συγκέντρωνε με ένα καλάθι τις προσφορές (αυγά και χρήματα), που τους έδιναν σε κάθε σπίτι που επισκέπτονταν.
Όλη τη Μεγάλη Σαρακοστή, οι Λαζαρίνες προετοιμάζονταν μαθαίνοντας τους χορούς και τα τραγούδια, που θα τους ήταν αναγκαία για την επιτυχή τέλεση του εθίμου αυτού. Οι κοπέλες ενός μπουλουκιού Λαζαρίνων, πολλές φορές έδιναν όρκο μεταξύ τους πως ό,τι και να συμβεί δε θα χαλάσουν το μπουλούκι τους και πως θα συνέχιζαν όλες μαζί το έθιμο αυτό για 2 ή 3 χρονιές ακόμα.
Οι Λαζαρίνες φορούσαν ως ενδυμασία τους "τα λαζαργιάτ’κα", που αποτελούνταν από τον άσπρο σαγιά, από τσεμπέρι στο κεφάλι στολισμένο με λουλούδια και από μαντίλες πολύχρωμες, που κρεμούσαν στα ζωνάρια τους. Μία μαντίλα κρατούσαν στα χέρια τους. Επίσης, φορούσαν κοσμήματα, δανεισμένα από παντρεμένες γυναίκες.



 

Εικόνα Αναπαράσταση του εθίμου των Λαζαρίνων, Πάσχα 1964


Οι Λαζαρίνες ξεκινούσαν την περιήγηση τους το απόγευμα της Παρασκευής κάνοντας το σταυρό τους και λέγοντας το εξής τραγούδι:

«Κίνησαν οι Λαζαρίνες την Παρασκιουβή
κι ως την Κυριακή του γιόμα τα ιστόλιζαν
κι την Κυριακή του βράδυ τα προυβόδιζαν.»

Στο δρόμο βάδιζαν ανά ζεύγη και από πίσω τους ακολουθούσε η καλαθάρος. Πρώτα, επισκέπτονταν το κονάκι του μπέη για να πάρουν άδεια, κατόπιν το σπίτι του ιερέα, του μουχτάρη (προέδρου) και του δασκάλου. Απέφευγαν τα σπίτια με πένθος.
Εισερχόμενες στην αυλή ενός σπιτιού φιλούσαν το χέρι της νοικοκυράς και άρχιζαν να χορεύουν τραγουδώντας ταυτόχρονα το τραγούδι του Λαζάρου (Λαζαριάτικο):


«Ήρθιν η Λάζαρους, ήρθαν τα Βάϊα,
ήρθιν η Κυριακή, που τρών’ τα ψάρια.
Πού ’σι Λάζαρι σαβανουμένους κι μι του κιρί ζουμένους;
Σήκου Λάζαρι κι μην κοιμάσι,
ήρθι η μάνα σου απού την Πόλη,
σού φιρι χαρτί κι κουμπουλόϊ.
Γράφτι Θόδουρι, γράφτι Δημήτρη,
γράφτι Λιμουνιά κι Κυπαρίσσι.
Τώρα λάλησιν κι χιλιδόνι,
κι τ’ χρόν’.


Μόλις τέλειωναν, η νοικοκυρά τους φιλοδωρούσε με χρήματα και με αυγά, που τα έπαιρνε η καλαθάρος και τα τοποθετούσε στο καλάθι που κρατούσε. Το πρωί του Σαββάτου του Λαζάρου, αφού ασπάζονταν τις εικόνες του σπιτιού και έκαναν το σταυρό τους, οι Λαζαρίνες ξεκινούσαν για τη συνέχεια της περιοδείας τους τραγουδώντας:


«Σ’κώστι τα παπλώματα,
τα διπλά τα στρώματα,
φέρτι να προυέψουμι,
κι ύστερα να κουσέψουμι.»
Το πρωί της Κυριακής των Βαΐων φορούσαν γεράνιο σαγιά (σκούρο μπλε) και
ξεκινώντας τη μέρα τους τραγουδούσαν:
«Σ’κώθ’κα Κυριακή ταχνίτσα κι ήταν κατιχνιά
κι μι δρόσισαν τα τσ’λούφια, τα σγουρά μαλλιά
κι μι δρόσισαν τ’ς σιρβέτις τις μεταξουτές.
Μόν’ του δρόμου, δρόμου πάνου, δρόμου γκιζιρώ,
βρίσκου μια μηλιά στου δρόμου, μήλα φουρτουμέν’,
έσκυψα να πάρου ένα κι μι μάλουσιν:
- Μη μι παίρνιτι τα μήλα, τα τραντάφυλλα,
τα ’χου αγάζουμ’ μιτρημένα κι η κυρά μ’ λουγαριασμένα,
δρόμουν γκιζιρώ, δρόμουν γκιζιρώ.»


Μετά το πέρας της λειτουργίας της Κυριακής των Βαΐων στο προαύλιο χώρο της εκκλησίας οι Λαζαρίνες χόρευαν, ανά ομάδες (μπουλούκια) 4 χορούς. Στη συνέχεια, κάθε μπουλούκι πήγαινε στα σπίτια του χωριού που δεν είχε προλάβει να επισκεφτεί. Το μεσημέρι κάθε μπουλούκι Λαζαρίνων έτρωγε στο σπίτι της μεγαλύτερης σε ηλικία από αυτές, ψάρια ταβά στο φούρνο με κρεμμυδάκια και το απόγευμα πήγαιναν να χορέψουν στο χοροστάσι του χωριού.
Με τη δύση του ήλιου κάθε μπουλούκι Λαζαρίνων μαζεύονταν στο σπίτι της μεγαλύτερης από αυτές, όπου μοίραζαν μεταξύ τους τα όσα είχαν συγκεντρώσει (αυγά και χρήματα). Ακόμα, έδιναν κάτι από αυτά και στην καλαθάρο για τον κόπο της.



Πηγή : culture. alexandria. gr


Μεγάλη Εβδομάδα – ήθη & έθιμα


Η Μεγάλη Εβδομάδα, οδηγεί στο θρίαμβο της Ανάστασης, στο θάνατο του θανάτου τη νίκη της ζωής σηματοδοτώντας παράλληλα το τέλος του χειμώνα και την αρχή της Άνοιξης.


Τα ήθη και έθιμα της Μεγάλης Εβδομάδας και του Πάσχα, είναι βγαλμένα από τις ρίζες του πολιτισμού και τις διηγήσεις των γιαγιάδων, έθιμα που κάποια καλά κρατούν με το πέρασμα του χρόνου και κάποια άλλα καλούμαστε να τα αναβιώσουμε.


Στην Κεφαλλονιά λένε:


«Μεγάλη Δευτέρα, μεγάλη μέρα.
Μεγάλη Τρίτη, μεγάλη κρίση.
Μεγάλη Τετάρτη, μεγάλο σκοτάδι.
Μεγάλη Πέφτη, δάκρυο πέφτει.
Μεγάλη Παρασκευή, θλίψη πολλή.
Μεγάλο Σαββάτο, χαρές γιομάτο.
Μεγάλη Λαμπρή, χάσκα μούσκα αυγό κι αρνί.»


Τη Μεγάλη Δευτέρα σε όλη την Ελλάδα, ξεκινούν οι ετοιμασίες στα σπίτια για τον εορτασμό του Πάσχα. Στα χωριά κυρίως, ασπρίζονται με ασβέστη οι αυλές και οι γλάστρες βάφονται κόκκινες. Επίσης, στις μέρες μας, τη Μεγάλη Δευτέρα ξεκινούν πολλοί την νηστεία της Μεγάλης Εβδομάδας μέχρι να κοινωνήσουν το Μεγάλο Σάββατο.


Η Μεγάλη Τρίτη είναι αφιερωμένη στο καθάρισμα του σπιτιού. Σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, φτιάχνονται νωρίτερα τα κουλουράκια και τα τσουρέκια.


Τη Μεγάλη Τετάρτη, σε κάποιες περιοχές της Ελλάδας, οι γυναίκες πηγαίνουν στο Μεγάλο Ευχέλαιο έχοντας μαζί τους μια σουπιέρα με αλεύρι. Σε αυτό στερεώνουν τρία κεριά, τα οποία καίνε κατά την τέλεση του Μυστηρίου. Το αλεύρι αυτό το χρησιμοποιούν για να φτιάξουν τα πασχαλινά κουλούρια την επόμενη ημέρα. Παλιότερα, στην Αθήνα οι γυναίκες της εκκλησίας πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι και μάζευαν αλεύρι, το οποίο ζύμωναν χωρίς προζύμι. Ο παπάς ακουμπούσε πάνω στη ζύμη το Σταυρό με το Τίμιο Ξύλο και το ζυμάρι φούσκωνε. Αυτό αποτελούσε το προζύμι της χρονιάς.


Μεγάλη Πέμπτη γίνεται ο Μυστικός Δείπνος, όπου ο Ιησούς κοινωνεί τους μαθητές του δίνοντάς τους από ένα κομμάτι ψωμί που συμβολίζει το σώμα του και κρασί που συμβολίζει το αίμα του. Το βράδυ ψέλνονται τα Δώδεκα Ευαγγέλια και στην εκκλησία περιφέρεται ο Σταυρός με τον Ιησού. Το κύριο έθιμο της Μεγάλης Πέμπτης είναι το βάψιμο των κόκκινων αυγών και ζύμωμα των τσουρεκιών. Αυτήν την ημέρα οι νοικοκυρές δεν πλένουν, δεν απλώνουν ούτε κάνουν άλλες δουλειές στο σπίτι.


Η Μεγάλη Παρασκευή είναι η ημέρα των Παθών. Για τους πιστούς, η νηστεία της ημέρας είναι αυστηρότατη και απαγορεύει ακόμα και το λάδι, ενώ το έθιμο απαγορεύει κάθε εργασία την ημέρα αυτή. Πολλοί φτιάχνουν ταχινόσουπες και άλλοι συνηθίζουν να πίνουν λίγο ξίδι εις ανάμνηση αυτού που έδωσαν στον Ιησού. Το πρωί της Μεγάλης Παρασκευής γίνεται η αποκαθήλωση όπου ο ιερέας κατεβάζει τον Εσταυρωμένο από τον Σταυρό και τον τυλίγει σε καθαρό σεντόνι ενώ από αργά το βράδυ της Μ Πέμπτης έχει στολιστεί ο Ιερός Επιτάφιος με άνθη της υπαίθρου που φέρνουν οι γυναίκες έτσι ώστε να τοποθετηθεί το Άγιο Σώμα του Κυρίου.


Η Μ. Παρασκευή αποτελεί την κορύφωση του Θείου Δράματος και είναι η μέρα του μεγάλου πένθους. Όλοι ζουν με μεγάλη κατάνυξη και σε πολλά μέρη δεν στρώνουν καθόλου τραπέζι. Είναι η μέρα που όλοι νηστεύουν ακόμα και το λάδι με τιμητικό πιάτο τις νερόβραστες φακές και το μαρουλι με ξύδι, συμβολισμοί παρμένοι από το Θείο Δράμα.


Κανείς δεν πρέπει να πιάσει στα χέρια του σφυρί ή άλλο εργαλείο, γιατί θεωρείται μεγάλη αμαρτία. Το βράδυ γίνεται η λειτουργία της περιφοράς του Επιταφίου. Η περιφορά του Επιταφίου είναι το κυριότερο έθιμο της Μεγάλης Παρασκευής.
Παλιά γινόταν ένας συναγωνισμός ανάμεσα στις ενορίες για το ποιός θα φτιάξει τον ομορφότερο στολισμό του Επιταφίου. Οι ενορίες συναντιόντουσαν κατά την περιφορά και στα νησιά έβαζαν τον επιτάφιο στην θάλασσα για να αγιάσουν τα ύδατα. Το έθιμο του περάσματος ακόμα καλά κρατεί. Όλοι πιστεύουν ότι πρέπει να περάσουν από κάτω γιά μία φορά για το καλό ενώ πίστευαν πως αν τα ζωηρά παιδιά περάσουν τρεις φορές θα φρονίμευαν. Τρεις φορές έπρεπε να περάσουν και οι άρρωστοι για να γίνουν καλά.


Το πρωί του Μεγάλου Σαββάτου ψάλλεται ο Εσπερινός της Ανάστασης, όπως λεγεται και " Πρώτη Ανάσταση" . Το μεσημέρι στον Πανάγιο Τάφο πραγματοποιείται η αφή του Αγίου Φωτός και διανέμεται σε όλο τον Ορθόδοξο κόσμο και το βράδυ ακολουθεί η Τελετή της Αναστάσεως με το “δεύτε λάβετε φώς“ και το “Χριστὸς Ἀνέστη” που συνοδεύεται από μηνύματα χαράς και ελπίδας και φυσικά πολλά βεγγαλικά και κροτίδες. Στην επιστροφή στο σπίτι, "σταυρώνουν" πρώτα το επάνω μέρος της εξώπορτας και με το Άγιο φώς ανάβουν τα καντήλια. Τό βραδυνό τραπέζι της Ανάστασης περιλαμβάνει την εθιμοτυπική μαγειρίτσα, κόκκινα αυγά, τσουρέκι και σαλάτες, μπαίνοντας σιγά σιγά μετά την νηστεία στο γλέντι του Κυριακάτικου οβελία.


Πηγή:


ekklisiaonline.gr


Γιατί σουβλίζουμε αρνί το Πάσχα

Όλοι γνωρίζουμε και μάλλον ανυπομονούμε για το σούβλισμα του οβελία, την Κυριακή του Πάσχα, όμως στη πραγματικότητα γιατί το κάνουμε;


Το σούβλισμα του οβελία την Κυριακή του Πάσχα αποτελεί ένα αγαπημένο έθιμο, προερχόμενο από το εβραϊκό Πάσχα, έχοντας άμεση σχέση με την έξοδο των Εβραίων από την Αίγυπτο. Σύμφωνα με την εν λόγω παράδοση, πριν ξεκινήσουν για την μεγάλη έξοδο ο Θεός μέσω του Μωυσή, είπε στο πλήθος των Εβραίων να συγκεντρωθούν σε μικρές ομάδες και να θυσιάσουν όλες οι οικογένειες από ένα αρνί. Με το αίμα έπρεπε να βάψουν τους παραστάτες των θυρών των σπιτιών τους για να μην εξολοθρευτούν από τον άγγελο του Θεού, που εκείνο το βράδυ θα έφερνε τον θάνατο στα πρωτότοκα κάθε οικογένειας, που δεν θα είχε – με αυτό το αίμα του αρνιού – σημαδέψει την είσοδο του σπιτιού του. Μετά, το πλήθος ενός εκατομμυρίου Εβραίων βγήκε από την Αίγυπτο με εντολή του ίδιου του Φαραώ. Εκείνο το βράδυ της εξόδου, κάθε οικογένεια πρόσφερε ως θυσία στο Θεό ένα αρνί για τη σωτηρία όλου του λαού. Το έφαγαν, χωρίς να σπάσουν τα κόκαλά του, μαζί με άζυμο ψωμί και πικρά χόρτα.


Άλλη παράδοση ορίζει τον αμνό ως σύμβολο του Ιησού Χριστού, διότι ο Ιωάννης ο Βαπτιστής είχε παρομοιάσει τον Ιησού με τον αμνό Θεού που θα πάρει στις πλάτες του τις αμαρτίες του κόσμου. Οι πιστοί μοιράζονται το αρνί του Πάσχα που συμβολίζει τον Χριστό, o οποίος θυσιάστηκε για εμάς.


Την Κυριακή του Πάσχα εκτός απ’ τα αυγά, σε ορισμένα μέρη καθαγιάζεται και ο Αμνός του Πάσχα και διανέμεται στους εκκλησιαζόμενους από τον παπά. Αυτοί φέρνουν τη μερίδα τους στο σπίτι τους και όλα τα μέλη της οικογένειάς τους παίρνουν από το αγιασθέν κρέας. Αυτό είναι και «το καταβόλι» των Κερκυραίων.


Επιπλέον, είναι ευρέως γνωστό ότι αρνιά και κατσίκια υπήρχαν και υπάρχουν σε όλη την Ελλάδα με αποτέλεσμα η λήψη κρέατος να καθίσταται εύκολη. Σε όλη την Ελλάδα, αρνί, κατσίκι και κοκορέτσι έχουν εκείνη την μέρα την τιμητική τους (με εξαίρεση το 2020).


Το απόγευμα της Κυριακής του Πάσχα, στην Εκκλησία γίνεται ο Εσπερινός της Αγάπης. Οι Χριστιανοί ανταλλάσσουν αδελφικό ασπασμό, διαβάζοντας το Ευαγγέλιο σε διάφορες γλώσσες. Από την Κυριακή του Πάσχα και για 40 ημέρες οι Ορθόδοξοι Χριστιανοί χαιρετούν ο ένας τον άλλον λέγοντας «Χριστός Ανέστη» και απαντώντας «Αληθώς Ανέστη» ή «Αληθώς ο Κύριος».


Πηγή: www.in.gr





Νοέμβριος στην Παράδοση









Το όνομά του προέρχεται από το λατινικό novem = 9 γιατί ήταν ο 9ος μήνας του ρωμαϊκού νουμιανού ημερολογίου. Με το Νοέμβρη αντιστοιχεί ο αρχαίος μήνας Νημακτηρίων, ο αρχαίος αιγυπτιακός Αιθήρ και η περίοδος μεταξύ Μπριμέρ Φριμέρ της Γαλλικής επανάστασης. Οι Ρωμαίοι τον είχαν αφιερώσει στον Ποσειδώνα και γιόρταζαν τα Ποσειδώνια. Ο λαός τον αποκαλεί Βροχάρη (γιατί πέφτουν πολλές βροχές), Χαμένο (γιατί έχει τις μικρότερες σε διάρκεια ημέρες), Ανακατεμένο (από τον άστατο καιρό), Σκιγιάτης (σκιά, νύχτα), Κρασομηνάς (επειδή τότε άνοιγαν τα καινούρια κρασιά), Αγιομηνάς (του Αγ. Μηνά), Φιλιππιάτης (του Αγ. Φιλίππου), Αντριάς (του Αγ. Ανδρέα), Αϊ-Ταξιάρχης, Αρχαγγελίτης ή Αρχαγγελιάτης, Αϊ-Στράτης, Αϊ-Στράτηγος και Σποριάς (μιας κι είναι ο καταλληλότερος μήνας για τη σπορά των σιτηρών) ή Μεσοσπορίτης (τότε οι περισσότεροι γεωργοί βρίσκονται στο μέσο της σποράς). Αυτόν τον μήνα αρχίζει το μάζεμα των ελιών.


ΕΡΓΑΣΙΕΣ:

Μάζεμα ελιών.
Σπορά οσπρίων & σιτηρών.
«Ξελάκωμα» στ’ αμπέλια.
Υλοτομία.
Καίνε τις ξερές μπαμπακιές.
Μεταφέρονται οι κυψέλες στις οριστικές θέσεις τους για τον χειμώνα.

ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:

ΜΑΖΕΜΑ ΕΛΙΑΣ: Στην Αγιάσο της Λέσβου, στο τέλος της συγκομιδής, γινόταν ολόκληρη γιορτή. Ένας από τους ραβδιστές μπήγει ανάποδα το ραβδί του στη γη και του βάζει φωτιά, πιστεύοντας πως όταν λυγίσει το μακρύ ραβδί, θα λυγίσουν και οι ελιές του χρόνου από το βάρος των καρπών.
Οι γυναίκες στύβουν τις ελιές, με το μαύρο ζουμί τους, αλείφουν το πρόσωπό τους και χορεύουν γύρω από τη φωτιά, πετώντας τα καλάθια τους με ευχές στο νοικοκύρη, να έχει του χρόνου περισσότερο καρπό και στις ανύπαντρες να παντρευτούν.
Στις 3/11 Αίνο Θράκης, δεν άφηναν τα παπούτσια τους έξω από το σπίτι, όπως συνηθιζόταν αλλά τα έπαιρναν μέσα, «ίνα μη ιδών αυτά ο αρχιστράτηγος Μιχαήλ, ενθυμηθεί αυτούς και αναλάβει εκ της ζωής»
Στις 11/11 (του Αγ. Μηνά), οι τσοπάνηδες τον επικαλούνται για να βρουν ζώα που έχουν χάσει.
Οι γυναίκες δεν ανοίγουν ψαλίδι, με τη μαγικοδεισιδαιμονική σκέψη «να’ ναι το στόμα του λύκου κλειστό», ή στο σπίτι του τσοπάνη έκαναν ένα σπάγκο από μαλλί του προβάτου και το έδεναν 3 φορές. Έτσι πίστευαν ότι ο λύκος δε θα έκανε κακό στο κοπάδι τους. Αλλά έτσι «έραβαν» και τα κακά στόματα του χωριού.
Στις 26/11 (του Αγ. Στυλιανού), στον Βώλακα Δράμας, οι γυναίκες (όσες είχαν παιδιά) δεν δούλευαν, αλλά έβραζαν σιτάρι και το πήγαιναν στην εκκλησία και το μοίραζαν για υγεία, για να ζήσουν τα παιδιά.
Στις 30/11 (του Αγ. Ανδρέα), οι γυναίκες στο Βόιο Κοζάνης, έκαναν τηγανίτες (λαγγίτες), «για να μην τρυπήσει το τηγάνι». Απ’ αυτές έτρωγαν όλοι και έδιναν και στα ζωντανά τους.



ΓΙΟΡΤΕΣ:

«ΠΟΛΥΤΕΧΝΕΙΟ» (17/11). Το «ξεφάντωμα της… ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ».

«ΤΑ ΕΙΣΟΔΙΑ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ» (21/11). Η ανάδειξη του θεϊκού γυναικείου στοιχείου στον Χριστιανισμό.



ΠΑΡΟΙΜΙΕΣ:

«Νοέμβρη οργώματα κι ελιές, δεν απολείπουν οι δουλειές».
«Το Νοέμβρη και Δεκέμβρη φύτευε καταβολάδες».
«Η Πούλια βασιλεύοντας, το μήνυμά της στέλνει. Ούτε τσοπάνος στα βουνά ούτε ζευγάς στους κάμπους».
«Άι- Μηνάς εμήνυσε του πάππου του χειμώνα: -Έρχομαι ή δεν έρχομαι και τ' Άι- Φιλίππου αυτού είμαι».
«Αν τ' Άη Φιλίππου λείπω, τ' Άγια, των Αγιών δε λείπω».
«Ο άη- Μηνάς εμήνυσε, πούλια μη ξημερώσει».
«Ο Νοέμβρης έκλεισε, τα ζευγάρια είν΄ στο στάβλο κι ούτε ζευγάς στον κάμπο».
«Ο Νοέμβρης σαν θα έλθει τα γομάρια μέσα κλείνει».
«Οποίος σπείρει τον Νοέμβρη ούτε σπόρο δεν Θα πάρει».
«Όταν έρθει ο Νοέμβρης σιγομπαίνει ο χειμώνας».
«Σ' τσι τριάντα, τ' Αγι-Αντριός, αντριεύεται το κρύο».
«Της ελιάς το φύλλο κι αν χαθεί, πάλι θε να ξαναβρεθεί».
«Τον Οκτώβρη τα κουδούνια, το Νοέμβρη παραμύθια».

«Του Σαρανταμέρου η μέρα «καλημέρα» - «καλησπέρα».

Πηγή : http://users.sch.gr/vaxtsavanis/noembrios


Ο Μήνας Σεπτέμβριος στην Ελληνική Παράδοση






ζωγραφικός πίνακας του Claudio da Firenze


Παροιμίες για τον Σεπτέμβριο


Αν ίσως βρέξει ο Τρυγητής, χαρά στον τυροκόμο.
Βοηθάει ο Άη- Γιάννης και ο Σταυρός, γιομίζει το αμπάρι κι ο ληνός.
Θέρος, τρύγος, πόλεμος.
Μάρτη και Σεπτέμβρη ίσια τα μεσάνυχτα. [:ισημερία]
Στον Τρυγητή σιτάρι σπείρε και στο πανηγύρι σύρε.
Τον Σεπτέμβρη τα σταφύλια, τον Οκτώβρη τα κουδούνια.
Τον Τρυγητή τ’ αμπελουργού πάνε χαλάλι οι κόποι.
Του Σεπτέμβρη οι βροχές, πολλά καλά μας φέρνουν.
Του Σταυρού αρμένιζε και του Σταυρού δένε.
Του Σταυρού κοίτα και τ’ Άη Γιωργιού ξεκίνα.
Του Σταυρού σταύρωνε και δένε.
Του Σταυρού σταύρωνε και σπέρνε.


(Πηγή: Οι 12 μήνες της Αλκης Κυριακίδου- Νέστορος)

Ο Σεπτέμβρης είναι ο ένατος μήνας του χρόνου. Το όνομά του, όμως, σημαίνει έβδομος, από το λατινικό septem= εφτά. Ήταν έβδομος ο Σεπτέμβρης, όταν το έτος των Ρωμαίων άρχιζε από τον Μάρτη· πριν δηλαδή καθιερωθεί ως πρωτοχρονιά η 1ηΙανουαρίου. Η 1η Σεπτεμβρίου ήταν επίσης για τους Ρωμαίους η τρίτη πρωτοχρονιά (εκτός από την 1η Μαρτίου), η οποία μάλιστα διατηρήθηκε και στο Βυζάντιο και είναι ακόμη, όπως ξέρουμε, η αρχή του εκκλησιαστικού έτους.

Την 1η Σεπτεμβρίου οι Ρωμαίοι την ονόμαζαν indictio (= ινδικτιώνα). Η λέξη αποδόθηκε στα ελληνικά με τον όρο επινέμησις και σημαίνει κατανομή των φόρων. Ινδικτιώνα δεν σημαίνει μόνο κατανομή των φόρων, αλλά είναι και ένας τρόπος υπολογισμού του χρόνου για την εκκλησιαστική χρονολόγηση. Η κάθε ινδικτιώνα αποτελεί έναν κύκλο δεκαπέντε χρόνων. Σε τι αντιστοιχεί αυτός ο κύκλος; Δεν συμφωνεί με τους κύκλους του Ηλίου, ούτε με τους κύκλους της Σελήνης.
Γιατί λοιπόν μετρούν το χρόνο ανά δέκα πέντε; Το ερώτημα αυτό απασχόλησε, φαίνεται και τους εκκλησιαστικούς ερμηνευτές. Στο συναξαριστή (αυτός που γράφει τους βίους των Αγίων) του Νικόδημου υπάρχει η ακόλουθη εξήγηση: «ότι η αιτία του να ανεβαίνει η ινδικτιώνα έως εις τας δεκαπέντε, είναι η εναλλαγή των ανθρωπίνων ηλικιών· κατά δεκαπέντε γάρ χρόνους αλλάττουν οι άνθρωποι μεγάλας εναλλαγάς. Διότι εις τους δεκαπέντε χρόνους αρχίζει ο άνθρωπος να τριχώνει· εις τους δις δεκαπέντε λαμβάνει το τέλειον της ηλικίας· εις τους τετράκις δεκαπέντε γίνεται λευκογενής· εις τους πεντάκις δεκαπέντε γίνεται ο άνθρωπος γέρων· και εις τους εξάκις δεκαπέντε γίνεται ο άνθρωπος εσχατόγερος».
Το Σεπτέμβρη όλες οι σοδειές έχουν πια συγκεντρωθεί. Γιαυτό και το κράτος μπορεί τώρα να κατανείμει τους φόρους στους υπηκόους ανάλογα με την παραγωγή που είχε ο καθένας. To Σεπτέμβρη αρχίζει η προετοιμασία της σποράς και παλιότερα γίνονταν οι αγροτικές συμβάσεις και τα ταξίδια των ναυτικών.
Σε πολλά μέρη της Ελλάδας η 1η Σεπτεμβρίου ονομάστηκε και ονομάζεται Αρκιχρονιά ενώ η παραμονή της, η 31η Αυγούστου Κλειδοχρονιά, γιατί κλειδώνει ο παλιός ο χρόνος και ξεκλειδώνει ο καινούργιος. Με την αρχή του καινούργιου πιστεύουνε πως ο άγγελος απογράφει τις ψυχές που θα πεθάνουνε μέσα στη χρονιά· γι’αυτό και η 1η Σεπτέμβρη λέγεται σε πολλά μέρη του χρονογράφου.
Τα έθιμα που συνδέονται με τα περάσματα (πέρασμα από κάτι που τελειώνει σε κάτι καινούργιο που αρχίζει) ονομάζονται στη Λαογραφία «διαβατήρια έθιμα». Ας δούμε ποια είναι αυτά που εντοπίζονται στην πρωτοχρονιά του Σεπτέμβρη.
Στη Χώρα της Κώ το βράδυ της παραμονής αστρονομούν,[…] Στην Σωζόπολη της Ανατολικής Θράκης την ημέρα αυτή το πρωί ράντιζαν ο καθένας με αγιασμό το σπίτι του, τα αμπέλια του και τα δίχτυα τους οι ψαράδες για να βλογηθούν και να δώσουν πολλά ψάρια. Τα διαβατήρια έθιμα, συνεπώς, αποσκοπούν στο να εξασφαλιστεί η ευημερία για την καινούργια εποχή που τώρα αρχίζει.
Η σημαντικότερη γιορτή του Σεπτέμβρη είναι η 14 του μήνα, του Σταυρού (ο μήνας λέγεται και Σταυριάτης, Σταυρός και η 1η του μήνα Πρωτοσταυριά). Την ημέρα αυτή έχουμε την φθινοπωρινή ισημερία και είναι σημαντικό χρονικό όριο για τις δουλειές των Ελλήνων χωρικών (γεωργών και ναυτικών).
Με τη γιορτή του Σταυρού στους περισσότερους ελληνικούς τόπους συνδέεται η προετοιμασία του σπόρου που θα ξαναγονιμοποιήσει στη γη. «Ηρθε Σταυρός, σταύρωνε και σπέρνε» λένε στο χωριό Δρυμός. Τότε κατεβάζουν το σταυρό των σταχυών, που το είχαν πλέξει με τα τελευταία στάχυα του θερισμού, τρίβουνε τα στάχυα και πηγαίνουνε τους σπόρους εκείνους μαζί με άλλους στην εκκλησιά. Το ίδιο κάνουνε και στη Νάξο.

Μια άλλη συνήθεια είναι να αναπιάνουν, όπως λένε, την ημέρα αυτή το προζύμι της χρονιάς. Στο χωριό Αργυράδες της Κέρκυρας οι γυναίκες παίρνουν ένα κλωνάρι βασιλικό από την εκκλησία και κάθε μια το πηγαίνει σπίτι, παίρνει αμίλητη νερό από το πηγάδι, και σε μια καδίνα παστρικιά σαν κουφέτο βάζει το αμίλητο νερό, αλεύρι, το κλωνάρι του βασιλικού, με μια ξύλινη κουτάλα το ανακατεύει, το κάνει ένα λείο μείγμα, μετά το πλάθει, το αφήνει να φουσκώσει, χωρίς καθόλου προζύμι. Αυτό το αποδίδουν στη θαυματουργή επίδραση του σταυρολούλουδου (βασιλικού) που φύτρωσε σύμφωνα με την παράδοση, στο μέρος που είχανε παραχώσει οι άπιστοι τον Τίμιο Σταυρό, και μοσχοβόλησε όλος ο κόσμος.[…]
Η γιορτή της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού είναι επίσης το χρονικό όριο για να δέσουν τα καράβια τους οι ναυτικοί.

Τέλος πρέπει να αναφέρουμε το πλέον γνωστό περιεχόμενο αυτού του μήνα: Τον Τρύγο. Η γιορτή του κρασιού είναι σήμερα από τις πιο γνωστές τουριστικές ατραξιόν των αμπελουργικών περιοχών. Αλλωστε ο Σεπτέμβρης είναι γνωστός σανΤρυγητής Τρυγομηνάς και Πετμεζάς. Στον τρύγο χρειάζεται μεγάλη προσοχή να μη «βασκαθούν» τα σταφύλια. Δεν τρυγούν Τρίτη και Παρασκευή, φροντίζουν να μη τελειώσουν Σάββατο και δεν δουλεύουν τις αργίες να μη τους τιμωρήσει ο Άγιος (8 Σεπτεμβρίου Γενέθλιο της Θεοτόκου, 26 του Σεπτέμβρη του Ιωάννη του Θεολόγου-τον λένε άγιο Γιάννη Ταλαρά ή Καλαθά).



Αύγουστος ο μήνας της Παναγίας και των πανηγυριών





Αύγουστος παροιμίες

Από Αύγουστο χειμώνα κι από Μάρτη καλοκαίρι.
Από Μάρτη καλοκαίρι κι από Αύγουστο χειμώνα.
Από Μαρτιού πουκάμισο κι απ' Αύγουστο σεντόνια
Αύγουστε καλέ μου μήνα, να 'σουν δυο φορές το χρόνο.
Αύγουστε τραπεζοφόρε, να 'σουν τρεις βολές το χρόνο.
Αυγουστοκοδέσποινα‚ καλαντογυρεύτρα. [δηλ. Η σπάταλη νοικοκυρά τον Αύγουστο, τα Χριστούγεννα ζητιανεύει]
Αύγουστος άβρεχτος, μούστος άμετρος.
Δεκαπέντησεν ο Αύγουστος, πυρώσου και μην εντρέπεσαι.
Επλάκωσεν ο Αύγουστος, η άκρια του χειμώνα.
Ζήσε, Μάη μου, να φας τριφύλλι και τον Αύγουστο σταφύλι.
Ήρθε ο Αύγουστος, πάρε την κάπα σου.
Θεός να φυλάει τα λιόδεντρα απ' το νερό τα Αυγούστου.
Κάθε πράμα στον καιρό του κι ο κολιός τον Αύγουστο.
Καλή λαβιά τον Αύγουστο και γέννα τον Γενάρη.
Καλός ο ήλιος του Μαγιού, τ' Αυγούστου το φεγγάρι.
Μακάρι σαν τον Αύγουστο να 'ταν οι μήνες όλοι.
Να 'σαι καλά τον Αύγουστο που 'ναι παχιές οι μύγες.
Να 'σαι καλά τον Αύγουστο με δεκαοχτώ βελέντζες.
Ο Αύγουστος και ο τρύγος δεν είναι κάθε μέρα.
Ο Αύγουστος πουλά κρασί κι ο Μάης πουλά σιτάρι. [δηλ. από τον Αύγουστο μπορείς να καταλάβεις αν θα είναι καλή η παραγωγή κρασιού, όπως κι από το Μάη μπορείς να καταλάβεις αν θα παραχθεί πολύ σιτάρι]
Όποιος φιλάει τον Αύγουστο, τον Μάη θερίζει μόνος.
Ούτε ο Αύγουστος χειμώνας, ούτε ο Μάρτης καλοκαίρι.
Τ' Αυγούστου και του Γεναριού τα δυο χρυσά φεγγάρια.
Τ' Αυγούστου οι δρύμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα.
Τ’ Αυγούστου το νερό σαν της κλανιας το νερο.
Τον Αύγουστο τον χαίρεται οπόχει να τρυγήσει.


Ο Αύγουστος στην Ελληνική λαογραφία

Είναι από τους πιο ζεστούς μήνες του χρόνου και ο λαός τους έχει δώσει και άλλα ονόματα όπως Πεντεφάς ή Πενταφάς, Συκολόγος αφού τα σύκα είναι άφθονα τον μήνα αυτό, Δριμάρης, Τραπεζοφόρος. Επίσης λόγω της μεγάλης κατανάλωσης φρούτων (σύκα και σταφύλια) το οποίο αναπόφευκτα οδηγούσε συχνά στην τουαλέτα, ο Αύγουστος λέγεται διπλοχέστης.


Εργασίες Αυγούστου

Ανάλογα την περιοχή συνεχίζεται το αλώνισμα. Προς το τέλος του μήνα καίγονται οι καλαμιές. Αρχίζει ο τρύγος καθώς επίσης το λιάσιμο στα αλώνια. Επιτελείται το μάζεμα του καλαμποκιού, το αρμάθιασμα του και η ξήρανσή του. Μαζεύονται τα σκόρδα και τα κρεμμύδια. Γίνονται οι σπορές του σπανακιού, του καρότου και του μαρουλιού. Μεταφέρονται οι κυψέλες κοντά στα πεύκα. Τέλος καθαρίζονται βαρέλια και άλλα αποθηκευτικά μέσα για την αποθήκευση του κρασιού.



Ήθη και έθιμα του Αύγουστου


Αύγουστε, καλέ μου μήνα, να ’σουν δυο φορές τον χρόνο!
Η Πρωταυγουστιά
Την παραμονή της 1ης Αυγούστου σε πολλά μέρη συνηθίζουν ν’ ανάβουν και να πηδούν φωτιές, γιατί πιστεύουν πως την Πρωταυγουστιά αρχίζει μια νέα χρονική περίοδος και πρέπει πηδώντας τη φωτιά να μπουν καθαροί και αμόλυντοι σ’ αυτήν. Γίνονται και αγιασμοί στα σπίτια και στην εκκλησία κι οι χωρικοί ραντίζουν με αγιασμό τ’ αμπέλια και τα περιβόλια τους. Σε κάποια μέρη συνήθιζαν ν’ αγιάζουν τις πηγές και τα πηγάδια κι ύστερα να διασκεδάζουν έξω στ’ αμπέλια. Θυμούνται και τους νεκρούς τους· κάθε νοικοκυρά έβαζε σ’ ένα πιάτο ελιές, μισές μαύρες, μισές άσπρες και τις έστελνε στους γειτόνους που δεν είχαν.




Η νηστεία του δεκαπενταύγουστου
Από την 1η Αυγούστου αρχίζει η νηστεία του Δεκαπενταύγουστου, που κρατάει 15 μέρες. Η νηστεία αυτή την εποχή δεν είναι δύσκολη, εξαιτίας των άφθονων οπωρικών και κηπευτικών. Παράλληλα φροντίζουν να καθαρίσουν τα χάλκινα αγγεία τους και συνηθίζουν να προσφέρουν στην εκκλησία σύκα και σταφύλια, που τα μοιράζουν στο εκκλησίασμα μετά τον εσπερινό.
Του Σωτήρος το σταφύλι
Ο λαός τη λέει απλά “του Σωτήρος” και γιορτάζεται για να θυμίσει στους χριστιανούς τη Μεταμόρφωση του Χριστού στο όρος Θαβώρ, μπροστά σε τρεις μαθητές του πριν σταυρωθεί.
Τη νύχτα, λέει, της παραμονής ανοίγουν οι ουρανοί και πολλοί αγρυπνούν για να δουν το άγιο φως, γιατί “το ’χουν σε καλό”. Οι γεωργοί φέρνουν στην εκκλησία, πάνω σε δίσκους, τις απαρχές των σύκων και των σταφυλιών, δηλαδή τα πρώτα σύκα και σταφύλια.
Τ’ Αϊ-Λιου καρύδι,
του Σωτήρος σταφύλι
και της Παναγιάς το σύκο.
Ύστερα τα βάζουν μπροστά στο εικόνισμα του Σωτήρα, ο παπάς τα ευλογεί, εύχεται “πλούσια σοδειά” και στη συνέχεια τα μοιράζουν στο εκκλησίασμα.
Και Επιτάφιος της Παναγίας

Σε μερικά μέρη της Ελλάδας (Πάτμο, Κασσιόπη Κέρκυρα) στολίζουν Επιτάφιο της Παναγίας και τον περιφέρουν στους δρόμους, ενώ οι πιστοί ακολουθούν μ’ αναμμένα κεριά. Και πανηγύρια γίνονται σε πολλές εκκλησίες. Επίσης σε κάποιους τόπους συνηθίζουν τη μέρα αυτή οι τσελιγκάδες να κάνουν συμφωνίες με τους πιστικούς που θα φυλάνε όλο το χρόνο τα κοπάδια τους. Αλλού πάλι δίνουν απολυσιό, δηλαδή αφήνουν να μπει ελεύθερα όποιος θέλει στους κήπους και τ’ αμπέλια.
Τα μερομήνια
Με την πρώτη μέρα του Αυγούστου αρχίζουν κι οι προγνώσεις για τον καιρό, τα μερομήνια. Παρατηρούν, δηλαδή, τι καιρό κάνει την πρώτη μέρα· ό,τι καιρό θα κάνει απ’ το πρωί μέχρι το μεσημέρι, θα κάνει το Γενάρη, και θα κάνει την άλλη μισή μέρα, θα κάνει το Φλεβάρη. Η δεύτερη μέρα αντιστοιχεί με το Μάρτη και τον Απρίλη κ.ο.κ. Έτσι μηνολογιάζουν προμαντεύουν από τις έξι πρώτες μέρες για όλους τους μήνες του χρόνου.
Οι Παράκλησες
Τα απογεύματα του Δεκαπενταύγουστου, με τις Παρακλήσεις, τις Παράκλησες, όπως τις λένε πολλοί, προετοιμάζουν μαζί με τη νηστεία τους χριστιανούς για τη μεγάλη γιορτή της Παναγίας. Ψέλνεται επίσης στην εκκλησία ο Μικρός κι ο Μεγάλος Παρακλητικός Κανόνας, ακολουθίες που αναφέρονται στην Παναγία.
Ο Άγιος μάντης
Ο Αϊ-Φανούρης είναι ο Άγιος που όλα τα φανερώνει, κατά το λαό. Αν χάσεις ζώο, αν χάσεις πράγμα, στον Άγιο θα τάξεις να σου το βρει. Μπορεί ακόμη να σε βοηθήσει να προμαντέψεις μια τύχη ή πώς θα πάει κάποια δουλειά σου. Κι όσο για τα κορίτσια, θα τους φανερώσει, λέει, ποιον θα πάρουν. Γι’ αυτό κι ο Άγιος στις εικόνες του κρατάει ένα κερί αναμμένο.
Το τάξιμο συνήθως είναι μια πίτα, η Φανουρόπιτα, που οι νοικοκυρές ζυμώνουν με μυρωδικά και τη μοιράζουν στους γείτονες και τους περαστικούς. Εκείνοι τότε πρέπει να ευχηθούν: “Ο Θεός σχωρέσ’ τη μητέρα του Αγίου Φανούριου”. Γιατί η μητέρα του, λέει η παράδοση, ήταν πολύ αμαρτωλή κι έχει ανάγκη από συγχώρεση.Ο Νηστευτής



Στις 29 Αυγούστου, που γιορτάζεται η Αποκεφάλισή του, οι Χριστιανοί νηστεύουν αυστηρά Γι’ αυτό τον λένε και Νηστευτή ή Νηστικό. Όσοι νηστεύουν, αποφεύγουν ιδιαίτερα τα μαύρα σταφύλια ή τα μαύρα σύκα, τα βατόμουρα, τις μαύρες ελιές, το μαύρο κρασί, γιατί πιστεύουν πως τα ’βαψε το αίμα του Αγίου. Δεν τρώνε και καρύδια, γιατί έκοψαν το καρύδι του. Αποφεύγουν να κόβουν με μαχαίρι, αποφεύγουν να κόβουν καρπούζι ή ψωμί γιατί είναι σαν να αποκεφαλίζουν τον Άγιο. Αν δεν τηρήσουν νηστεία φοβούνται πως θα βγάλουν μαύρα σπυριά.


«Ο Αύγουστος, όπως λέει κι ο λαός μας είναι ο μήνας που τρέφει τους ένδεκα. Κι αυτό το λέει για την αφθονία των καρπών και των φρούτων που κουβαλάει μαζί του και τα χαρίζει μ’ απλοχεριά σ’ανθρώπους και ζωντανά. […]

Παλιότερα, την πρωταυγουστιά, ο παπάς γύριζε στα σπίτια των ξωμάχων γεωργών κι έκανε κει αγιασμό για τα σπαρτά των νοικοκύρηδων. […]
Πέρα απ’τους αγιασμούς, την πρωταυγουστιά αρχίζουν κι οι νοικοκυρές να καθαρίζουν τα χάλκινα αγγεία κι όλα τα σπιτικά σκεύη. Και τούτο γίνεται για να μην υπάρχει ίχνος από «άρτεμα” πάνω σ’αυτά, γιατί θεωρούν τη νηστεία του Δεκαπενταύγουστου σαν την πιο αυστηρή και πιο αξιόλογη.[…]
Την πρώτη Αυγούστου έχουμε ακόμη και τις Δρίμες. Είναι δε οι Δρίμες οι πρώτες έξι μέρες του μήνα που ο λαός μας τις θεωρεί πολύ δυσοίωνες. Αυτές τις μέρες, ορισμένοι ξωμάχοι που ζουν με το φόβο των προλήψεων δεν λούζονται κι ούτε πλένουν ρούχα, γιατί φοβούνται μήπως καταστραφούν τα ρούχα τους. Κι ακόμα, δεν κόβουν ούτε ξύλα, δε σκούζει πουθενά τσεκούρι τέτοιες πρωτομέρες του μήνα. Έτσ, θ’ακούσεις να λένε: «Τ’Αυγούστου οι Δρίμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα”. Τα παιδιά τα κλείνουν μέσα τα μεσημέρια, αυτές τις μέρες; και τους λένε: «Μην βγαίνετε έξω, μην περνάτε απόμερα και τρίστρατα, γιατί οι Δρίμες θα σας κάνουν κακό, μεγάλο κακό.”
Άλλοι πάλι πιστεύουν πως οι Δρίμες είναι οι Δώδεκα πρώτες μέρες του μήνα κι όχι οι έξι που σου είπα πιο πάνω και πως η κάθε μια απ’τις δώδεκα αντιστοιχεί σ’ένα μήνα της χρονιάς. Γι’ αυτό τις λένε και «μερομήνια”. Έτσι, οι πιο γνωστικοί κι έμπειροι μεσόκοποι και γέροντες, προμαντεύουν τον καιρό όλου του χρόνου. Μηνολογιάζουν, παρατηρούν δηλαδή, τι καιρός κάνει την κάθε μέρα την εποχή των Δριμών και, πηγαίνοντας στον μήνα που αντιστοιχεί στη μέρα αυτή, κάνουν προγνώσεις και προμαντεύουν τα φερσίματά του αν θά’ναι καλά ή κακά, αν θά’χει κακοκαιρια ή καλοκαιρία κι αν θα φέρει καλοτυχιά για κακοτυχιά.
Οι τσοπάνηδες μάλιστα την πρωταυγουστιά έχουν και τη «σκυλομαντεία”. Σηκώνονται πολύ πρωί, βαθιά σχεδόν χαράματα, και κοιτάζουν τα σκυλιά πως κοιμούνται. Κι αν αυτά κοιμούνται ξάπλα με τεντωμένα τα πόδια, λένε: «Καλοχειμωνιά θά’χουμε και γλυκοκαιριά”. Αν δούνε όμως πως αυτά κοιμούνται μαζεμένα, κουλουριασμένα με το κεφάλι χωμένο στα πόδια τους, τους ακούς να λένε: «Κακοχειμωνιά θά’χουμε φέτος, κακοχειμωνιά με χιόνια και παγοβροχιές.”[…]” (Βασίλη Λαμνάτου, «οι μήνες στην αγροτική και ποιμενική ζωή του λαού μας”)
«Ο Αύγουστος με τα σταφύλια, τα σύκα και τα πολλά οπωρικά, με τα εισοδήματα από την πώληση της καλοκαιρινής συγκομιδής εκθειάζεται στις παροιμίες του λαού ως πλούσιος μήνας. «Αύγουστε, καλέ μου μήνα, νά’σουν δυο φορές το χρόνο!”. Αλλά η ευτυχία αυτή του Αυγούστου, δεν είναι πάντοτε αδιατάρακτη. Πολλές φορές, οι ελώδεις πυρετοί και οι γαστρικές ασθένειες από την κατάχρηση των οπωρικών κάνουν τον Αύγουστο επικίνδυνο για την υγεία. Γι’ αυτό άλλη παροιμία λέγει: «Περί της υγείας σου τον Αύγουστο ερώτα”, που σημαίνει πως κανείς δεν είναι σίγουρος για την υγεία του, αν δεν περάσει απρόσβλητος από ασθένειες τον Αύγουστο.
Ορισμένες φορές ήδη από τον Αύγουστο αρχίζει, πρώιμα, το κρύο και κοινές είναι οι παροιμίες «ο Αύγουστος επάτησεν, η άκρα του χειμώνα”, «Από Αύγουστο χειμώνα…”, κ.τ.λ. Γι’αυτό η πρώτη Αυγούστου θεωρείται συνήθως έναρξη νέας περιόδου και συνοδεύεται με πολλά από τα λεγόμενα «διαβατήρια” έθιμα. Έτσι στη Λέσβο και αλλού την παραμονή της πρώτης Αυγούστου ανάβουν στα στρίστρατα φωτιές (καψάλες) και τις «ξεπερνούν” (πηδούν) λέγοντας:
«Ω, καλώς τον Άκστο! Σύκα τσαι καρύδια τσαι καλά σταφύλια! Ψήνουν μεσα στη φωτιά κι ένα σκόρδο, παίρνουν τις στσελίδες (τα λουβιά) και τις τρων για τον πυρετό.”
Στην Ίμβρο πηδούν τον φανό λέγοντας:
«Άχστε, Παράχστε, σαν απ’μ’ηύρις να μ’αφήσεις.”
Εις την Μάδυτον:
«Άκστους, Παράκστους, καλώς μας ηύρ’ η γι’ Άκστους!”
Στη Λέσβο, ίσως κι αλλού, οι άνθρωποι του λαού πιστεύουν, ότι τη νύχτα της 31ης Ιουλίου προς την 1η Αυγούστου ανοίγουν οι ουρανοί και «ό,τι προφτάσεις να ζητήσεις θα τό’χεις, θες πλούτη, θες γεια, θες χωράφι. Αποσπερού στο πανηγύρι τσ’Αγιάσος πλαγιάζουν στα τρίστρατα, για να δουν τ’άγιο φως’ περιμένουν ως το πρωί. Τόχ’ουν σε καλό.”
Ανάλογες είναι και οι συνήθειες του πρωινού της 1ης Αυγούστου. Π.χ. στην Τήλο σκορπίζουν μέσα στο σπίτι άμμο ως σημάδι ευτυχίας και αφθονίας. Ακόμη «δεν σαρώνουν το σπίτι, για να μη ρίξουν έξω μαζί με τα σαρίδια και τα καλά του σπιτιού”. Στο Ζαγόρι της Ηπείρου «πρωί πρωί, πριν ακόμα βάλουν τίποτα στο στόμα των, τρώγουν κόκκινα κράνα, για να είναι γεροί όλο το χρόνο.[…]

(Γ.Α.Μέγα, «Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας”)


Περισσότερη Λαογραφία
Εις πλείστα μέρη της Ελλάδος κατά την παλαιάν παράδοσιν και κατά τας εξ πρώτας ημέρας του Αυγούστου επιμελώς αποφεύγονται ωρισμέναι εργασίαι, διότι η τυχόν εκτέλεσις αυτών συνεπάγεται ζημίας και ανεπανορθώτους φθοράς.
Ούτω δεν πρέπει να πλύνουν αι γυναίκες, διότι τα πλυθέντα υφάσματα «δριμιάζουν” ή «δριμοκόβονται”, δηλαδή εκτεθιμένα εις τον ήλιον κόπτονται και γεμίζουν από μικράς οπάς’ δεν πρέπει να αρδεύωνται ποτιστικά (ιδίως εις Νάξον δεν αρδεύεται ποτιστικόν φετευμένον με φυτόν ή σκορδίλλαν, δηλαδή φυτώριον κρομμύων) διότι ξεραίνονται’ δεν πρέπει να κολυνβά κανείς διότι το σώμα του θα γεμίσει από εξανθήματα, όπως είναι επίσης επικίνδυνον να λούζεται διότι θα καταστρέψει την κόμην του. Οι δε θεωρούντες δρίμας τας πρώτα ημέρας του Μαρτίου δεν κόπτουν κατ’αυτάς ξύλα, διότι αυτά σαπίζουν ή «σαρακιάζουν”, δηλάδή καταστρέφονται υπό σκωλήκων.
Περί των δριμών Αυγούστου και Μαρτίου λέγεται η παροιμία: «Τ’Αυγούστου οι δρίμες στα πανιά και του Μαρτιού στα ξύλα.” Είς Λέσβον, Χίον, Αιτωλίαν και Αρκαδίαν, ονομάζουν τας δυσοιώνους αυτάς ημέρας «δρίματα”, εις Πελοπόννησον δε χαρακτηρίζονται ως δρίμες: 1) τα Σάββατα του Μαρτίου και αι Δευτέραι του Αυγούστου’ 2) η ημέρα κατά την οποίαν «λιοκρίζει” το φεγγάρι, δηλαδή κατά την πανσέληνον και 3) τα δωδεκαήμερα, κατά τα οποία εμφανίζονται οι καλλικάντζαροι. Εις άλλα μέρη της Ελλάδος χαρακτηρίζονται ως δρίμες αι τρεις πρώται, αι τρεις μέσαι και αι τρεις τελευταίαι μέραι του Μαρτίου και του Αυγούστου και εις άλλα, τέλος, μέρη της Ελλάδος αι δρίμες αρχίζουν από της 24 ή 25 Ιουλίου και λήγουν την 6ην Αυγούστου, δηλαδή συμπίπτουν με την επιτολήν του ολεθρίου δια τα καύματά του αστερισμού του Κυνός, του οποίου η επίδρασις είναι ζωηρά καθ’ όλον τον Αύγουστον.
Αι δρίμες εις Κύπρον λέγονται «κακαουστιές”, δηλαδή κακαί ημέραι του Αυγούστου και κατ’ ευφημισμόν καλαουστιές, καλαί ημέραι του Αυγούστου, εις τον Πόντον, το διάστημα των ημερών αυτών λέγεται «Σαπίας”, προφανώς διότι κατ’ αυτό σαπίζουν τα δέρματα, υφάσματα, ξύλα, κλπ.


Βιβλιογραφία: Πολίτου Ν. διάφοροι πραγματείαι εις το λεξικογραφικόν αρχείον και το περιοδικόν «Λαογραφία”, Μουτούρα Αθ.. Προσθήκαι εις τα ονόματα των μηνών. Λαογραφίας τομ.Β’ και εις Λαογρ.Ζ’61 κ.εξ..”)


ΤΑ ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΚΑΙΡΟΥ




Παλιά τα πανηγύρια είχαν, κυρίως εμπορικό χαρακτήρα, γι’ αυτό και τα αποκαλούσαν εμποροπανήγυρη. Βέβαια και ο θρησκευτικός χαρακτήρας κατείχε πρωτεύουσα θέση. Έτσι λοιπόν, ανάλογα στον κάθε τόπο με το πότε γιόρταζε η εκκλησία του χωριού ή σε προκαθορισμένες ημερομηνίες, γινόταν η εμποροπανήγυρη σε επίκαιρα σημεία της περιοχής, που προσφέρονταν εδαφικά και οδικά στον ευρύτερο χώρο. Στο πανηγύρι συμμετείχε ολόκληρο το χωριό, με ιδιαίτερη χαρά. Ήταν μια ευκαιρία να ξεχάσουν τα βάσανα μιας ολόκληρης κοπιαστικής χρονιάς. 


Σ’ αυτό το πανηγύρι, έκαναν έντονη την παρουσία τους οι νέοι του χωριού, που γάμπριζαν. 
Μέχρι το 1950 και λίγο αργότερα, για να εξοικονομήσει ο τύπος του χορευταρά και γλεντζέ τα χρήματα που του χρειαζόταν για να πάει σ΄ ορισμένα πανηγύρια, για να χαρεί τα νιάτα και τη λεβεντιά του, έπρεπε να κάμει οικονομίες ολόκληρο το χρόνο και περίμενε να έλθει η ημέρα του δείνα ή τάδε πανηγυριού και να ντυθεί τα γιορτινά του, το γυαλιστερό και τριζάτο βρακί, το πολίτικο γιλέκο (από την πόλη), το ποικιλόχρωμο πουκάμισο, το σακάκι το πανάκριβο και τέλος το «βρακάδικο» σκούφο - έμοιαζε με τον Αϊβαλιώτικο - που τώρα πια δεν υπάρχει στην αγορά - η καμιά φορά και καπέλο. 




Τα ζύγιζε όλα, τόσα στους δίσκους της εκκλησίας, τόσα στο κερί, τόσα στο γεύμα της εκκλησίας, τόσα στο καφενείο και τόσα στα μουσικά όργανα (βιολί, κλαρίνο, ούτι, λαούτο και καμιά φορά σαντούρι). Μεταφορικό μέσο είχε το μουλάρι του, που κι αυτό έπρεπε να είναι περιποιημένο, σαμάρι καινούργιο, καπίστρι με πολύχρωμες χάντρες και φυλακτό, στρογγυλό από το πάχος, ευκίνητο. Εκείνο όμως που έκαμνε πιο μεγάλη εντύπωση, ήταν ο αναβάτης, ο νέος με το στριμμένο, σαν τσιγκέλι, μουστάκι, τα πλούσια καλοχτενισμένα μαλλιά και περιποιημένα, όχι όπως ο σημερινός μακρυμάλλης. Καμιά φορά οι αναβάτες ήταν «δικάβαλλοι», δηλ. διπλοί.
Οι κοπελιές του χωριού και των γειτονικών χωριών τον έβλεπαν και τον καμάρωναν και αυτός περήφανος για τον εαυτό του, σκόρπιζε σ΄ όλες, κατά προτίμηση στην αγαπημένη του, δειλές ματιές, που λίγα έδειχναν, αλλά πολλά υπόσχονταν.


Άρχιζαν το χορό με ένα σέρβικο ή χασάπικο ή γιωργάρικο, που φανέρωναν όλη την χορευτική τους δεινότητα σε ευκινησία, τσαλίμια, που με κατάπληξη τους παρακολουθούσαμε. ΄Έπειτα ο καλαματιανός που έπαιρναν μέρος και περισσότερες κοπέλες, διότι οι πρώτοι προϋπέθεταν αντοχή, ευκινησία και χορευτική ικανότητα, ενώ ο καλαματιανός προσιδίαζε περισσότερο στις γυναίκες, και κατόπιν ο συρτός ανά ζεύγη, ξαπολυτός (καρσιλαμάς), γρηγορινός (πολύ σύντομος) τσιφτετέλης και άλλοι.
Παντού πρώτοι και καλύτεροι, ευλύγιστοι, πεταχτοί, λαστιχένιοι σκόρπιζαν το γλέντι, τη χαρά, το θαυμασμό, αλλά κaι το φθόνο για κείνους που δεν ήσαν καλοί χορευτές.
Έπιναν κρασί ή σούμα με μεζέδες, όχι της προκοπής. Η μπύρα ήταν άγνωστη - μα κάτι τέτοιο ήταν ακατανόητο για χωριά. Κερνούσαν όλες τις παρέες και κείνες ανταπέδιδαν το κέρασμα. Σ΄αυτόν που χόρευε πρόσφεραν ούζο ή κρασί και στην κοπελιά λουκούμια, που όσα περισσότερα μάζευε τόση μεγαλύτερη ικανοποίηση δοκίμαζε. Αν μάλιστα τύχαινε να είναι ωραία και καλή χορεύτρια, τα κεράσματα δεν σταματούσαν καθόλου. Τα παιδιά λιγουριάζανε όταν έβλεπαν τόσα λουκούμια να μαζεύουν οι κοπέλες, που σε κάποια φίλη τους τα πετούσαν. Κι αν τύχαινε να είναι γνωστή, τα φιλοδωρούσαν μερικά. 


Γινόταν όμως καβγάδες για τη σειρά προτεραιότητας στους «κάβους», που έπρεπε να εξασφαλίσει κάθε συντροφιά για τις κοπέλες της παρέας της. Επικρατούσε μια όχι καλή συνήθεια. Κάθε νέα που έμπαινε στο χωριό έπρεπε να την χορέψουν όλοι οι νέοι που την γνώριζαν και όταν ήταν και καλή χορεύτρια τότε πήγαιναν και ξένοι, φυσικό ήταν λοιπόν να παρατείνεται ο «κάβος», η διάρκεια χορού με αποτέλεσμα να στενοχωρούνται οι άλλες νέες. Και τότε συνέβαιναν οι παρεξηγήσεις.
Σωστό ήταν τότε να διακόπτονταν ο χορός και να πάρει σειρά κάποια άλλη. Η πίστα ήταν μικρή, μόλις επαρκούσε για τρία ζεύγη - σπάνια παραπάνω - τη σειρά προτεραιότητας την κανόνιζαν οι καφετζήδες, που δεν ήταν επαγγελματίες, αλλά περιστασιακοί. Μια άσπρη ποδιά, ήταν το διακριτικό τους. Κι αν τύχαινε να μην τα «παίρνουν απάνω τους» δηλ. να μη ήσαν σβέλτοι, τότε μετατρεπόταν σε δράμα. Εν τω μεταξύ οι άλλες νέες περίμεναν με αγωνία αλλά και πικρία, διότι αναβαλλόταν η σειρά τους.



Δικαιολογημένοι λοιπόν ήσαν οι καυγάδες, αν σκεφθούμε ότι ραδιόφωνα δεν υπήρχαν, κασετόφωνα το ίδιο και συνεπώς μουσική άκουαν μόνο στα πανηγύρια και σε έκτακτες περιστάσεις (αρραβώνες, γάμους και βαφτίσια). Διψούσε ο κόσμος για μουσική και χορό. Πώς να ικανοποιηθεί; Οι ευκαιρίες παρουσιάζονταν μόνο το καλοκαίρι στα πανηγύρια. 
Οι μεγάλοι, αν είχαν κορίτσια της παντρειάς, περίμεναν να μπει στο χορό η κόρη τους να την καμαρώσουν, αν όχι πήγαιναν σε διάφορα συγγενικά ή φιλικά σπίτια, κερνιόνταν, έτρωγαν το βράδυ και κατόπιν, όσοι διέθεταν υποζύγια έφευγαν για τα χωριά τους.


Ρόλο έπαιζε και η εποχή, για να διαθέτουν τα απαραίτητα χρήματα αυτοί που θα επισκέπτονταν το παζάρι. Πάλι, ανάλογα τον πληθυσμό και την αξία του κάθε πανηγυριού, ήταν και η διάρκειά του, που συνήθως κυμαινόταν από 3 ως και 8 ημέρες. 
Γίνονταν σ’ αυτά εμπορικές συναλλαγές μεγάλης έκτασης. Έμποροι, από τα μεγάλα αστικά κέντρα, φτάνανε εκεί με την πλούσια πραμάτεια τους. Εκτός όμως από το μεγάλο εμπόριο σε παντός είδους αγαθά, όπως σε τρόφιμα, υφάσματα, είδη υπόδησης, γεωργικά εργαλεία, σαμάρια, ψαθιά κ.ά., γινόταν και μεγάλες συναλλαγές αγοραπωλησίας ζώων. Μεγάλη ζήτηση είχαν τα μουλάρια, που γεννιόντουσαν από τη διασταύρωση του γαϊδάρου με τη φοράδα ή αλόγου με γαϊδούρα, γιατί τα ζώα αυτά είναι μεγάλης αντοχής και δεν δυσκολεύονται σε δύσβατους δρόμους. Πολύ διαδεδομένες ήταν και οι τράμπες, που έκαναν εκείνη την εποχή, με τα ζώα. 
Εδώ εύρισκε ο καθένας ό,τι ήθελε και σε τιμές συμφέρουσες. Όσοι είχανε κορίτσια της παντρειάς, αγοράζανε από δω τα προικιά τους, όπως χαλκώματα, φορτσέρια, σεντόνια κι ότι άλλο ήταν απαραίτητο.
Τράμπες γίνονταν τότε, εκτός από τα ζώα, και στα υπόλοιπα προϊόντα, μιας και χρήματα δεν υπήρχαν εύκολα. 


Πηγή :

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ: Λαϊκές Παραδόσεις - ΑΒΔΟΥΛΟΣ ΣΤ. - Εκδ. Φιλίστωρ




ΙΟΥΛΙΟΣ – ΤΑ ΕΘΙΜΑ ΚΑΙ ΟΙ ΓΙΟΡΤΕΣ ΤΟΥ ΙΟΥΛΙΟΥ





Αντικατέστησε τον πέμπτο μήνα, τον Κυρινάλη. Ο ελληνικός λαός τον ονομάζει και Αλωνάρη, Αλωνιστή ή Αλωνιάτη ή Αλωνευτή, επειδή κατά τον μήνα αυτόν γίνεται το αλώνισμα του σιταριού.


Ακόμα τον ονομάζει Γυαλιστή ή Γυαλινό (Νάξο & Χίο), επειδή σε ορισμένες περιοχές της χώρας κατά το μήνα αυτό «γυαλίζουν», δηλ. ωριμάζουν τα σταφύλια. Επίσης αναφέρεται σαν Δευτερόλης (σαν 2ος μήνας του καλοκαιριού), Αηλιάς ή Αηλιάτης (20/7, η γιορτή του Προφήτη Ηλία) και Φουσκομηνάς ή Χασκόμηνας (Ρόδος).


Ιούλιος – Εργασίες:


Αλωνίζουν.
Σκαλίζουν καπνά, καλαμπόκι & πατάτες.
Θερίζουν σιτηρά (ανάλογα την περιοχή).
Στα καπνοχώρια ραματιάζουν, στεγνώνουν του καπνού τα φύλλα.
Ράντισμα & θειάφισμα αμπελιών.
Τρύγος κυψελών απ’ το θυμάρι.


Ιούλιος – Έθιμα – Προλήψεις:


Του ΑΛΩΝΙΣΜΟΥ: Όσο διαρκεί ο αλωνισμός, «δεν κάνει να αλωνίζει ολοένα ο ίδιος αλωνιστής. Εναλλάσσεται με τη γυναίκα του και το παιδί, ενώ αυτός ξεκουράζεται στ’ αμπλήκι, ένα δέντρο που υπάρχει φυτεμένο κοντά στο αλώνι γι’ αυτό το σκοπό.


Οι ξένοι που τύχαινε να περάσουν, έπρεπε να ευχηθούν μόνο: «Ώρα καλή, χίλια μόδια», ή «Χίλια μόδια, και το αγώι χώρια», κι ο αλωνιστής απαντούσε: «Να ‘σαι καλά, Φχαριστούμε».


Μόλις μάζευαν το λειώμα ή μάλαμα (καθαρό σιτάρι) σ’ ένα σωρό, νίβονταν όλοι, και ράντιζαν και το σωρό.


«Δεν έκανε να έρθει η γυναίκα με ρόκα, γνέθοντας, στ’ αλώνι», γιατί «ήταν ξωτικιά και έδιωχνε τον άνεμο, και δεν μπορούσαν να ανεμίσουν, να λιχνίσουν.


Την τελευταία ημέρα και αφού απολούσαν τα βόδια, πρόσεχαν που θα ξυθεί, το μεγαλύτερο στα χρόνια βόδι. Εάν ξυνόταν στο κεφάλι, ο χειμώνας θα ήταν «πρώιμος», στη μέση «βαρυχειμωνιά στο μέσο του χειμώνα» και αν στην ουρά, ο χειμώνας θα ήταν «όψιμος».


Με το νέο αλεύρι έφτιαχναν πρώτα μια λειτουργιά, για να την ευλογήσει ο παπάς. Κι απ’ το πρώτο ζυμάρι, παρασκεύαζαν ένα ιδιαίτερο κομμάτι, το «κλικούδ’», και το άφηναν στη βρύση του χωριού. Εκείνη που πρώτη θα πήγαινε να πάρει νερό και έβρισκε το καινούριο ψωμί, έπρεπε να το μοιράσει στις γυναίκες που θα τύχαινε να πάνε κι αυτές για νερό.


ΚΟΥΡΜΠΑΝΙΑ (συνεστιάσεις & δημοτελείς θυσίες)-ΕΘΙΜΙΚΕΣ ΦΩΤΙΕΣ (20/7). Προς τιμή του Προφήτη Ηλία, με κύρια επιδίωξη τις ευμενείς καιρικές συνθήκες, για τη γεωργία & την κτηνοτροφία στη διάρκεια του χρόνου.
Ιούλιος – Γιορτές:


Του Προφήτη Ηλία (20/7). Μία από τις φλογερές μορφές της Βίβλου, έφορος της βροχής, της βροντής & των κεραυνών. Όλα τα ξωκλήσια, που είναι κτισμένα προς τιμή του, βρίσκονται στις ελληνικές βουνοκορφές, γιατί εκεί ο τόπος ήταν πάντα ιερός.


ΙΟΥΛΙΟΣ – ΠΑΝΗΓΥΡΙΑ: Ο Ιούλιος έχει τα περισσότερα από τα πανηγύρια των χωριών. Πέρα από τις καθεαυτό δικές του γιορτές-πανηγύρια (των Αγ. Αναργύρων, της Αγ. Κυριακής, του Προφήτη Ηλία, της Αγ. Παρασκευής & του Αγ. Παντελεήμονα), έχει και πολλές γιορτές-πανηγύρια του χειμώνα, που έχουν μεταφερθεί προκειμένου να επιτρέψει η καλοκαιρία τη διεξαγωγή τους & βέβαια τη μεγαλύτερη προσέλευση κόσμου.


ΤΟ «ΠΑΝΗΓΥΡΙ ΤΟΥ ΤΑΥΡΟΥ» (Αγ. Παρασκευή Λέσβου). Γίνεται προς τιμή του Αγ. Χαραλάμπους. Πρόκειται για μια ταυροθυσία. Αποτελεί μια γιορτή που διαρκεί 3 ημέρες.


Για πρακτικούς λόγους, επειδή δεν είναι εύκολη η μετάβαση στο ξωκλήσι του αγίου την ημέρα της γιορτής του (10/2), το πανηγύρι γινόταν αρχικά την πασχαλινή περίοδο («πριν φύγει το Χριστός Ανέστη»), ή τέλη της ανοιξιάτικης περιόδου, στη συνέχεια μεταφέρθηκε τους καλοκαιρινούς μήνες, Ιούνιο ή Ιούλιο.


Καθοριστικό ρόλο έπαιζε η άφιξη κάθε χρόνο των ξενιτεμένων Αγιοπαρασκευιωτών, κυρίως από την Αυστραλία, αφού συνήθως ένας απ’ αυτούς έκανε την καθόλου ευκαταφρόνητη χορηγία για την αγορά του ταύρου, εκτελώντας έτσι κάποιο τάμα του.


Το πρωί της Παρασκευής οδηγούν τον ταύρο, που πρέπει να είναι εκλεκτός (3ετής, ανευνούχιστος & να μην έχει μπει σε ζυγό) μπροστά στο σπίτι του χορηγού. Εκεί υπό τους ήχους μουσικής στολίζουν τον ταύρο.


Του κρεμούν στο λαιμό άνθη & στεφάνι και βάφουν τα κέρατά του με χρυσόσκονη. Μικρή επιγραφή στο μέτωπό του δείχνει το όνομα του δωρητή. Στη συνέχεια με μουσική, με λάβαρα, με σημαία & με την εικόνα του αγίου μπροστά, αρχίζει η περιφορά του ταύρου σε όλο το χωριό.


Το απόγευμα της ίδιας μέρας το ζώο μεταφέρεται στην τοποθεσία «Ταύρος», ορεινή & δυσπρόσιτη, 15 χμ Α. της Αγ. Παρασκευής, όπου βρίσκεται και το ξωκλήσι του αγίου.


Από το πρωί του Σαββάτου αρχίζει η ομαδική μετάβαση των πανηγυριστών στον «Ταύρο», απ’ όλο το νησί. Το σούρουπο φέρνουν τον ταύρο, πάλι με μουσική, μπροστά στο εκκλησάκι και ο ιερέας τον ευλογεί με ειδική ευχή. Τον οδηγούν έπειτα στον τόπο της θυσίας.


Εκεί, κατά την πίστη που επικρατεί, το ζώο γονατίζει με τη θέλησή του για να θυσιαστεί. Παράλληλα σφάζονται κι άλλα μικρότερα ζώα, με την ευλογία του παπά πάντα, τάματα κι αυτά των πιστών.


Την ευλογία του δέχονται κι οι έφιπποι πανηγυριστές, θεωρείται μάλιστα ότι το πανηγύρι αποβλέπει ιδιαίτερα στην προστασία των φοράδων.


Από το κρέας του ταύρου και με ειδικά κατεργασμένο σιτάρι παρασκευάζεται το λεγόμενο “κεσκέτσι”, που το πρωί της Κυριακής διανέμεται στους πιστούς, για «να πάρουν όλοι τη δύναμη που είχε ο ταύρος».


Η όλη θυσία-γιορτή τελειώνει το απόγευμα της Κυριακής με ιππικούς αγώνες. Ακολουθεί γλέντι όλων των πανηγυριστών στην πλατεία του χωριού.
Ιούλιος – Παροιμίες:


«Ο Αηλιάς κόβει σταφύλια και η Αγία Μαρίνα σύκα».


«Αλωνάρη με τα αλώνια και με τα χρυσά πεπόνια».


«Τζίτζιρας ελάλησε, άσπρη ρόγα γυάλισε».


«Τον Ιούλη κι οι γριές κάνουνε ξετσιπωσιές».


«Από τ’ Αι-Λιος ο καιρός γυρίζει αλλιώς».


«Γαμπρός αλωναριάτικος, κακό χειμώνα βγάνει».


«Έτσι το ‘χει το λινάρι να ανθεί τον Αλωνάρη».


«Η καλή αμυγδαλιά ανθίζει το Γενάρη και βαστάει τ’ αμύγδαλα όλο τον Αλωνάρη».


«Κάλλιο λόγια στο χωράφι , παρά ντράβαλα (φασαρίες) στ’ αλώνι».


«Κάτσε κότα το Γενάρη και παπί τον Αλωνάρη».


«Κότα πίτα το Γενάρη, κόκορα τον Αλωνάρη».
«Κότα, χήνα το Γενάρη και παπί τον Αλωνάρη».
«Μικρό-μικρό τ’ αλώνι μου, και να ‘ναι μοναχικό μου».
«Ο άη-Λιας κόβει σταφύλια και η αγία Μαρίνα σύκα».
«Ο Θεριστής θερίζει, ο Αλωνάρης αλωνίζει κι ο Αύγουστος ξεχωριζει».
«Όρνιθα το Γενάρη, κέφαλος τον Αλωνάρη».
«Που μουχτάει τον Χειμώνα‚ χαίρεται τον Αλωνάρη».
«Πρωτόλη (Ιούνιε), Δευτερόλη(Ιούλιε) μου, φτωχολογιάς ελπίδα».
«Στο κακορίζικο χωριό τον Αλωνάρη βρέχει».
«Τ’ Αλωναριού τα κάματα (δυνατή ζέστη), τ’ Αυγούστου τα λιοβόρια» (ζεστός δυνατός ανατολικός άνεμος).
«Της αγιά Μαρίνας ρώγα και του άη -Λιός σταφύλι». (δηλαδή το σταφύλι ωριμάζει αργότερα από τη σταφίδα)
«Της Αγιάς Μαρίνας ρούγα και του Αϊ Λια σταφύλι και του Αγιού Παντελεήμονα γιομάτο το κοφίνι».
«Το τραγούδι του Θεριστή, η χαρά του Αλωνιστή».
«Τον Αλωνάρη δούλευε καλό χειμώνα να έχεις».
«Τον Αλωνάρη έβρεχε στον ποτισμένο τόπο».
«Χιόνισε μέσα στο Γενάρη, να οι χαρές του Αλωνάρη».


Πηγή :greekaffair. gr





ΙΟΥΝΙΟΣ. «Αρχές τού θεριστή, τού δρεπανιού μας ή γιορτή».


«Θέρος, τρύγος, πόλεμος, αποσταμό δεν έχουν».








Στις 21 Ιουνίου έχουμε το θερινό ηλιοστάσιο. Ο Ιούνιος αντιστοιχεί με το τέλος του αρχαίου ελληνικού μήνα Θαργηλίωνα και με τις αρχές του Σκιροφορίωνα. Είναι ο μήνας του θερισμού και πολλών άλλων γεωργικών εργασιών. Έχει πολλές ονομασίες, από τις οποίες η πιο διαδεδομένη είναι «θεριστής» που προέρχεται από τον θερισμό των σιτηρών. Επίσης Πρωτόλης ή Πρωτογιούλης, δηλ. πρώτος μήνας και αρχή του καλοκαιριού, Αλυθτσατσής (Κάλυμνος), Ρινιαστής (Πάρος), Ορνιαστής (Άνδρος), Λιοτρόπης, Κερασάρης (Γρεβενά) & Κερασινός (Πόντος), γιατί τότε ωριμάζουν τα κεράσια.






ΕΘΙΜΑ-ΠΡΟΛΗΨΕΙΣ:






ΤΟΥ ΘΕΡΙΣΜΟΥ:






Στο Δρυμό θεσ/κης & αλλού, το πρώτο δεμάτι σταχυών που δένουν, το στήνουν όρθιο και το προσκυνούν, ενώ ο νοικοκύρης ρίχνει νομίσματα.


Στη Σκύρο σαν αποθερίσουν, αφήνουν δύο λημάρια αποθέρι στο χωράφι άθερα, για χαρά του χωραφιού και για να φάνε τα πουλιά και τα αγρίμια.


Στο Μανιάκι Πυλίας αφήνουν ένα κομμάτι αθέριστο και λένε ότι είναι τα γένια του νοικοκύρη, τον οποίο σηκώνουν στα χέρια ψηλά & τον αφήνουν να πατήσει στη γη, μόνο αν τάξει στους θεριστές κρασί και κότα.


Στην Κάρπαθο χαράσσουν με το δρεπάνι ένα κύκλο, που περιλαμβάνει τα τελευταία στάχυα. Στον κύκλο μπαίνει η νεαρότερη θερίστρια, σταυροκοπιέται και πετάει επάνω το δρεπάνι της φωνάζοντας: «Και του χρόνου, καλαλωνεμένα, καλοφαωμένα, καλοπρουκισμένα!»










ΤΟ ΤΖΙΤΖΙΡΟΚΛΙΚΟ (Νέο Σούλι Σερρών) Η λέξη είναι σύνθετη από το τζίτζιρας (= τζίτζικας) και το κλίκι (= τσουρέκι, το κικλίσκιον των Βυζαντινών). Το ζύμωναν, τον Ιούνιο με Ιούλιο, με το πρώτο αλεύρι από την καινούργια σοδειά σιταριού. Ήταν ένα μικρό καρβέλι, βάρους ενός κιλού περίπου, με μια τρύπα στη μέση, όπου έβαζαν ένα κλωνάρι βασιλικό. Το πήγαιναν στη βρύση της γειτονιάς, στο «σουλ’ ναρ», και πριν το τοποθετήσουν κάτω από τη βρύση, απ’ το «λουλά», έκοβαν βιαστικά, μικροί μεγάλοι, από ένα κομμάτι. Παράλληλα ακουγόταν και η ευχή: «όπως τρέχ’ του νιρό, να τρέχ’ κι του μπιρικέτ’ ». Ό,τι απέμενε, το άφηναν στη μια εσοχή της βρύσης, για να το φάει ο τζίτζικας το χειμώνα.






ΕΡΓΑΣΙΕΣ:






Θερίζουν σιτάρια, κριθάρια, όσπρια, σανά.


Ποτίζουν & σκαλίζουν τα χωράφια.


Φυτεύονται σπανάκια, φασόλια, κουνουπίδια.


«Χαρακώνουν» τ’ αμπέλια. Καταπολεμούν τις ασθένειες τους.


Μάζεμα ντομάτας, μελιτζάνας, πιπεριάς, κολοκυθιάς.


Μεταφορά κυψελών στο θυμάρι.


Απογαλακτισμός των ζώων, που είναι 3 μηνών.


Πρώιμο ζευγάρωμα προβάτων.






«Μη σε γελάσει ο βάτραχος και το χελιδονάκι, αν δε λαλήσει ο τζίτζικας, δεν είν' καλοκαιράκι».






Πηγή : λαική παράδοση logspot.com



O Mάης στην Ελληνική Παράδοση





Ο ΜΑΗΣ ΣΤΟ ΛΑΟ ΜΑΣ


Ο Μάης έχει δύο όψεις, είναι καλός μαζί και κακός. Είναι Καλομηνάς, είναι Λούλουδος, Πράσινος, Τριανταφυλλάς, αλλά είναι συγχρόνως και καταραμένος:

«Να μην σ’εύρει η κακιά ώρα του Μάη» λέει ο κόσμος.


Η λατινική του ονομασία είναι Majus και οφείλεται στο γεγονός ότι ο μήνας αυτός ήταν αφιερωμένος από τους Ρωμαίους στους προγόνους τους, τους majores. Τον Μάιο υπήρχαν δύο μεγάλες γιορτές προς τιμή των νεκρών: Τα Λεμούρια και τα Ροζάλια.

Στο ελληνικό λαϊκό εορτολόγιο τα Ροζάλια έχουν γίνει Ρουσάλια και είναι επίσης γιορτή των νεκρών. Το Σάββατο της Πεντηκοστής που είναι και το μέγα Σάββατο λέγεται του Ρουσουλιού το Σάββατο, είναι ημέρα αποφράδα, όπως λένε, δηλαδή κακή και δεν κάνει τίποτα ν’αρχίσεις την ημέρα αυτή ούτε να δουλέψεις. Από την Ανάσταση ως την Πεντηκοστή οι ψυχές είναι ελεύθερες να τριγυρνούν στον Απάνω Κόσμο.

Ο φόβος των νεκρών, το Μάη, είναι ένα έντονο συναίσθημα που έχει δημιουργήσει και μια σειρά από απαγορεύσεις. Δεν γίνονται γάμοι τότε:

«το Μάη δεν φυτεύουμε, ούτε στεφανωνόμαστε» λένε στην Κέρκυρα.


Οι τρεις πρώτες ημέρες του Μάη λέγονται δρίμες όπου δεν γίνεται καμιά δουλειά. Ιδιαίτερα στις 3 Μαΐου, της Αγίας Μαύρας, δεν κάνουν δουλειές για να μη γίνει της Μαύρας λένε. Επίσης μια άλλη ημέρα αποφράδα είναι στις 8 Μαΐου, του Άγιου Ιωάννη του θεολόγου που σε πολλά μέρη ονομάζεται αϊ Γιάννης Χαλαζάς ή Βροχάρης. Είναι προφανές ότι ο μεγάλος κίνδυνος για τα σπαρτά είναι η βροχή και τα χαλάζι αυτόν τον καιρό.

«Στων αμαρτωλών τη χώρα, το μάη μήνα βρέχει» λέει ο λαός

Και στις 9 Μαΐου, του άγιου Χριστόφορου, κρατούσαν αργία γιατί ο άγιος έχει το χαλάζι στο μανίκι του και μη τύχει και το αφήσει αν δουλέψουν.

Στη Ήπειρο λένε : «ο αϊ Γιάννης το πήζει (το χαλάζι) κι ο αϊ Χριστόφορος το ρίχνει».

Αυτό συμβαίνει στις σιτοπαραγωγικές περιοχές της Ελλάδας όπου οι Άγιοι που αναφέραμε είναι μνησίκακοι. Απεναντίας ο Ιωάννης ο Θεολόγος είναι καλός για τις περιοχές που καλλιεργούσαν τριαντάφυλλα (για την ακμάζουσα τον περασμένο αιώνα βιομηχανία του ροδέλαιου), λέγεται Τριανταφυλλάς και ενσαρκώνει την ευεργετική δύναμη που κάνει τα τριαντάφυλλα να ανθίζουν.

Το πόσο διφορούμενο μπορεί να είναι το περιεχόμενο του χρόνου, ανάλογα με τις πραγματικές συνθήκες της ζωής, φαίνεται πολύ καθαρά σε μια άλλη όψη του Μάη, που έχει σχέση με την πορεία του Ήλιου. Το Μάη η μέρα όλο και μεγαλώνει, ενώ η νύχτα μικραίνει και επομένως ελαττώνονται οι ώρες του ύπνου. Μιλάμε, βέβαια, για την εποχή όπου ο ρυθμός της ανθρώπινης ζωής, ακολουθούσε το ρυθμό της φύσης, τότε που δεν είχαμε ηλεκτρικό ρεύμα να κάνει τη νύχτα μέρα. Όσο περισσότερες ώρες είναι κανείς ξυπνητός τόσο περισσότερο πεινάει. Γι αυτό το Μάη ο λαός τον λέει Πεντεφά και Πεντοδείλινο. Στην Σκιάθο λένε:

«ο Μάης ο πενταφάγωτος και πάλι πεινασμένος»

Τρώνε λοιπόν αλλά και δουλεύουν πολύ. Η ημέρα ήταν μεγάλη, δούλευαν από «ήλιο σε ήλιο» και αυτό δεν τους άρεζε. Γιαυτό λέει το τραγούδι:

«Ήλιεμ, που βγαίνεις το ταχύ κι αργείς να βασιλέψεις,

σε καταριούνται η εργατιά κι οι ξενοδουλευτάδες».

Όπως είπαμε ο Μάης είναι και καλός και κακός. Έτσι ο λαός έχει έθιμα και για να αποτρέψει το κακό αλλά και να προκαλέσει το καλό. Τα μέσα που αποτρέπεται το κακό ήταν το νερό και η φωτιά και οι άνθρωποι τα θεωρούσαν ως Καθαρτήρια. Η φωτιά καθαρίζει από το μίασμα και το νερό ξεπλένει τις αμαρτίες. Τα δύο αυτά καθαρτήρια τα συναντούμε στις γιορτές του Ψυχοσάββατου της πεντηκοστής, τη πρωτομαγιά και για τους θρακιώτικους πληθυσμούς την 21η Μαΐου που τελούσαν και τελούν ακόμα τα Αναστενάρια.

Το κακό που παραμονεύει το Ψυχοσάββατο της Πεντηκοστής είναι ο φόβος των νεκρών, ο φόβος μήπως τους βλάψουν οι νεκροί. Έτσι το κακό το αποτρέπουν με το νερό. Ένα χαρακτηριστικό έθιμο, το έθιμο του Κατακλυσμού, γίνονταν στην Κύπρο. Η γιορτή κρατούσε τρείς ημέρες. Η πρώτη ημέρα είναι αφιερωμένη στου νεκρούς. Κανένας δεν δουλεύει και κυρίως δεν πλένουν, γιατί πιστεύουν πως οι ψυχές θα πιουν τα ακάθαρτα νερά, τ’αποζύμια, που χύνονται στις αυλές των σπιτιών. Την δεύτερη ημέρα (Κυριακή της Πεντηκοστής) στέλνουν στην εκκλησία τους καρπούς της εποχής και κρασί, για να ευλογηθούν και το βράδυ τα παίρνουν πίσω. Την τρίτη ημέρα, την ημέρα του Αγίου Πνεύματος, γίνεται το καθαυτό έθιμο του κατακλυσμού όπου καταβρέχουν ο ένας τον άλλο από την ανατολή ως τη δύση του ήλιου.

Ποιο είναι το κακό που εντοπίζεται - για τους κατοίκους της βόρειας και Ανατολικής Θράκης - στις 21 Μαΐου δεν είναι εύκολο να καθοριστεί. Το γεγονός πάντως είναι ότι στα Αναστενάρια (που ακόμα γίνονται στο Λαγκαδά, στην Αγία Ελένη Σερρών, στην Μελίκη Ημαθίας κλπ από πρόσφυγες που ήρθαν από το Κωστί και από άλλα μέρη της Ανατολικής Θράκης) το κύριο στοιχείο είναι η φωτιά. Οι αναστενάρηδες πατούν, όπως ξέρουμε, πάνω στα κάρβουνα. Και ο χαρακτήρας αυτής της πυροβασίας είναι αποτρεπτικός και καθαρτικός. Αλλά και ολόκληρη η τριήμερη γιορτή του Κωσταντίνου και Ελένης έχει αποτρεπτικό χαρακτήρα. Ειδικά την τρίτη ημέρα στην παλιά πατρίδα τους, το Κωστί, οι αναστενάρηδες ζώνουν με κυκλικό χορό το σταυροδρόμι, τον τόπο απ όπου μπαίνουν και βγαίνουν τα καλά και τα κακά πνεύματα «για φύλαξη από κακό πράμα για να μη μπορεί να προχωρεί κακό πράμα», όπως έλεγαν. Το πράμα το έλεγαν ή χασταλίκ (ασθένεια- ευλογιά-χολέρα) ή βασιλικό πράμα (τούρκικος στρατός).

Τέλος η Πρωτομαγιά συνδυάζει και αυτή τις δύο όψεις του Μάη.

Ο κίνδυνος που παραμονεύει είναι τα μάγια. Οι λέξεις Μάης- μάγια-μαγεύω συνδέονται παρετυμολογικά, ωστόσο ο φόβος είναι υπαρκτός και το Μάη, λένε τα μάγια πιάνουν, Γιατί; Δεν γνωρίζουμε ακριβώς. Η ερμηνεία μάλλον βρίσκεται στη σφαίρα της παραψυχολογίας. Στο Σαμακόβι της Ανατολική Θράκης πάλι, λένε πως έβγαινε ένας άνθρωπος τσιπλιάτκους, δηλαδή ολόγυμνος, ξάπλωνε στο χωράφι με τα σπαρτά, έλεγε λόγια μαγικά και όλο το χωράφι «πλάγιαζε» (αυτή η φοβερή εικόνα όταν το χαλάζι ή η δυνατή βροχή κάνουν τα στάχυα να πλαγιάσουν). Μόνο τρία στάχυα μένανε ορθά, τα έπαιρνε και τα πήγαινε στο δικό του το χωράφι και γινότανε πάλι το σιτάρι.

Οι καλές ιδιότητες του Μάη είναι η δύναμη της βλάστησης, της γονιμοποίησης, της αναπαραγωγής. Αυτή την δύναμη οι άνθρωποι θέλουν να τη μοιράσουν με τη φύση, θέλουν να την προκαλέσουν και στον εαυτό τους. Φορείς της γονιμότητας είναι, βέβαια, οι γυναίκες. Γιαυτό και η πρωτομαγιά είναι στα περισσότερα μέρη γυναικεία γιορτή.

Οι γυναίκες κυλιόντουσαν στα δροσερά χορτάρια μάζευαν λουλούδια τα έβραζαν σε νερό και με αυτό λούζονταν. Με αυτόν τον τρόπο ήθελαν να μεταδώσουν στον εαυτό τους τη δύναμη της φύσης.

Το ίδιο συμβαίνει και με το σύμβολο του Μάη το μαγιάτικο στεφάνι. Κρεμώντας το στην πόρτα του σπιτιού μας μεταδίδουμε με μαγικό τρόπο και στον εαυτό μας την δύναμη της φύσης. Έχουμε πάρα πολλούς τρόπους που φτιάχνεται το μαγιάτικο στεφάνι (κλαδιά που έχουν καρπό, λουλούδια, σκόρδα για τη βασκανία, άγρια χόρτα για μάγια κλπ).


ΠΗΓΗ :

Τσιαμήτρος Γιάννης

(Εκπ/κος-χοροδιδάσκαλος)



Γιατί φτιάχνουμε στεφάνι την Πρωτομαγιά -Με σκόρδο για τη βασκανία και αγκάθι για τον εχθρό





Μικροί και μεγάλοι την Πρωτομαγιά σπεύδουν να γιορτάσουν στη φύση την αναγέννησή της, καθώς η Πρωτομαγιά ουσιαστικά θεωρείται η πρώτη μέρα της άνοιξης.

Είναι μέρα που μεταφέρει το μήνυμα της δύναμης, της νίκης, της επικράτησής της. Κάθε Πρωτομαγιά η φύση δίνει τη δική της μάχη και τελικά την κερδίζει. Όπως εξηγεί στο ΑΠΕ ΜΠΕ η λαογράφος του «Μουσείου Λαϊκής Τέχνης και Παράδοσης Αγγελική Χατζημιχάλη», Σταυρούλα Πισιμίση, «είναι μια ημέρα νίκης του καλοκαιριού κατά του χειμώνα. Του καλοκαιριού όμως με την έννοια του καλού καιρού, της βλάστησης της γης και κατ’ επέκταση νίκης της ζωής κατά του θανάτου. Υπάρχει η δοξασία ότι ο Μάιος τα κάνει όλα νέα, μια νέα ζωή αρχίζει για τον άνθρωπο και τη φύση. Είναι ο μήνας με μαγικές ιδιότητες θα λέγαμε».

Η επικράτηση της λαϊκής γιορτής κάθε 1η Μαΐου τοποθετείται ανάμεσα στον 12ο και 15ο αιώνα, την περίοδο επίδρασης των Φράγκων, «οπότε έχουμε ουσιαστικά μεταφορά του εορτασμού της άνοιξης από την 1η Μαρτίου την πρώτη μέρα του Μαΐου. Βέβαια, για τη χώρα μας είναι πιο λογική η ημερομηνία της 1ης Μαρτίου, διότι στην Ελλάδα έρχεται πολύ νωρίτερα η άνοιξη απ’ ό,τι στις βόρειες χώρες» υπογραμμίζει η κ. Πισιμίση.

Τα έθιμα της κάθε περιοχής

Η ημέρα έχει άρωμα ανθισμένων λουλουδιών στα μαγιάτικα στεφάνια.

Αυτήν τη δροσιά της βλάστησης, της αναγέννησης της φύσης οι άνθρωποι θέλουν να την νιώσουν από κοντά, να την μεταφέρουν στον χώρο τους.

«Υπάρχει όμως μια διαφοροποίηση των ανθρώπων της πόλης και της υπαίθρου.

Ο άνθρωπος της πόλης φτιάχνει στεφάνια από λουλούδια ως σύμβολα της άνοιξης και της χαράς. Αντίθετα, ο άνθρωπος που ζει στην ύπαιθρο, τουλάχιστον κάποια χρόνια πριν, έφτιαχνε στεφάνια από πρασινάδες αλλά με καρπούς, σκόρδο (για τη βασκανία) και αγκάθι (για τον εχθρό) ή τσουκνίδα σε κάποια μέρη» επισημαίνει η κ. Πισιμίση και καταλήγει ότι γενικά το δίπολο ζωή – θάνατος υπάρχει σε πάρα πολλές τελετές, συμβολικές κινήσεις μέσα στον λαϊκό πολιτισμό.

Στεφάνια με σκόρδα και τσουκνίδες

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρει «αυτό που προτιμούν στον αγροτικό κόσμο γενικά είναι οι πρασινάδες, οι καρποί, το σκόρδο. Σε κάποιες όμως περιοχές όπως στην Σέριφο αποβραδίς κρεμούν στην πόρτα στεφάνια από τσουκνίδα, λουλούδια και σκόρδο, ενώ στη Σύμηβάζουν κλωνάρια ελιάς, αγκαθιού, μαύρης συκιάς ενώ ταυτόχρονα οργανώνουν και ομαδικές τελετές που αποβλέπουν κι αυτές να φέρουν στο χωριό τη χαρά, την ευλογία, τη δημιουργία.

Στην Πάργα, τα παιδιά ανήμερα της Πρωτομαγιάς πηγαίνουν από σπίτι σε σπίτι και τραγουδούν το τραγούδι του Μαγιού και κρατάνε στα χέρια τους κλωνάρια πορτοκαλιάς ή νερατζιάς γεμάτα άνθη, ενώ στην Κέρκυρα περιφέρουν έναν κορμό από τρυφερό κυπαρίσσι το οποίο έχουν τυλιγμένο με κίτρινες μαργαρίτες κι άλλα άνθη αλλά του κρεμάνε και ένα στεφάνι από χλωρά κλαδιά, κορδέλες, μαντήλια προκειμένου να μεταδοθεί το μήνυμα της χαράς, της άνοιξης. Στον Άγιο Λαυρέντιο στον Βόλο, στολίζουν ένα παιδάκι με λουλούδια. Και στη Ναύπακτο το μαγιόπουλο ενσαρκώνει ένα παιδί το οποίο συνοδεύουν γέροι φουστανελάδες που κουβαλάνε κουδούνια στολισμένα με άνθη ιτιάς.

Στην Εύβοια συνδυαστικά με τα λουλούδια γίνεται και παράκληση για βροχή με στόχο την καρποφορία, ενώ στην Πορταριά, αλλά και στο Ζαγόρι της Ηπείρου μεταμφιέζονται πέντε πρόσωπα σε κορίτσι, γιατρός, γενίτσαρος και άλλα πηγαίνουν πομπή στο χωριό και κάνουν μια παράσταση που συμβολίζει το δίπολο, ζωή και θάνατος.

Στα Άγραφα υπάρχει ένα έθιμο για την ανανέωση του σπιτιού. Οι νοικοκυρές αποβραδίς αδειάζουν τα δοχεία που υπάρχουν στο σπίτι είτε περιέχουν νερό, κρασί είτε οτιδήποτε άλλο και το πρωί τα κορίτσια πηγαίνουν με τις στάμνες να φέρουν το καινούργιο νερό. Τέλος, στην Κοζάνη κόβουν λυγαριά και την τυλίγουν στη μέση τους για να είναι ευλύγιστοι και δυνατοί».

Πηγή: iefimerida.gr


Γιατί το Πάσχα φτιάχνουμε τσουρέκια




Τα τσουρέκια είναι ο εξελιγμένος τύπος του πασχαλινού ψωμιού, της Λαμπροκουλούρας ή του Λαμπρόψωμου. Γιατί, όμως, φτιάχνουμε τσουρέκια το Πάσχα;Το τσουρέκι είναι μόνο ένα από τα ποικίλα εορταστικά ψωμιά της ελληνικής παράδοσης, όμως ίσως είναι το πιο γνωστό. Εκτός από το τσουρέκι, υπάρχουν και άλλες ποικιλίες Πασχαλινού ψωμιού γνωστές ως “λαμπροκούλουρα” ή “λαμπρόψωμο” ή με άλλες ονομασίες ανάλογα με την τοπική παράδοση.

Το ψωμί αυτό είναι συμβολικό, γιατί αντιπροσωπεύει την ανάσταση του Χριστού, καθώς το αλεύρι ζωντανεύει και μεταμορφώνεται σε ψωμί.Το ψωμί συμβόλιζε τη “ζωή” και στην ειδωλολατρική παράδοση και μπορούμε να βρούμε απομεινάρια της ακόμη και σήμερα, σε παραδόσεις όπως της προσφοράς Πασχαλινού ψωμιού και κόκκινων αβγών στους τάφους αγαπημένων προσώπων κατά το Πάσχα.
Το σχήμα των Πασχαλινών ψωμιών ποικίλλει ανάλογα με τις τοπικές παραδόσεις. Το πιο γνωστό είναι φυσικά η πλεξούδα, με ή χωρίς κόκκινο αβγό. Οι πλεξούδες και οι κόμποι προέρχονται από τους ειδωλολατρικούς χρόνους ως σύμβολα για την απομάκρυνση των κακών πνευμάτων .
Πρωί-πρωί τη μεγάλη Πέμπτη, σε όλη την Ελλάδα, οι γυναίκες καταπιάνονται με το ζύμωμα. Ζυμώνουν με μυρωδικά τις κουλούρες της Λαμπρής και τις στολίζουν με λουρίδες από ζυμάρι και ξηρούς καρπούς. Ανάλογα με το σχήμα που τους έδιναν παλιότερα είχαν και διάφορα ονόματα. “Κοφίνια”, “καλαθάκια”, “δοξάρια”, “αυγούλες”, “κουτσούνες”, “κουζουνάκια”.
Παρόμοιες κουλούρες έφτιαχναν και στα βυζαντινά χρόνια, τις “κολλυρίδες” και ήταν ειδικά ψωμιά για το Πάσχα, σε διάφορα σχήματα, που είχαν στο κέντρο ένα κόκκινο αυγό.

Πηγή : dogma. gr


Γιατί βάφουμε κόκκινα αυγά την Μεγάλη Πέμπτη





Η απάντηση «κρύβεται» σε διάφορες εκδοχές:


Ένα από τα πιο διαδεδομένα έθιμα του Πάσχα είναι τα κόκκινα αυγά και η διαδικασία του βαψίματος πρέπει να γίνεται Μεγάλη Πέμπτη, κατά την παράδοση.


Στο ερώτημα γιατί βάφουμε κόκκινα αυγά τη Μεγάλη Πέμπτη, η απάντηση «κρύβεται» σε διάφορες εκδοχές.


Τα αυγά βάφονται τη Μεγάλη Πέμπτη, η οποία είναι η ημέρα του Μυστικού Δείπνου, όπου ο Χριστός πρόσφερε άρτο και κρασί ως συμβολισμό για το σώμα Του και το αίμα Του, έτοιμος να θυσιαστεί για να ελευθερώσει τον κόσμο από τα δεσμά της αμαρτίας.


Η χριστιανική παράδοση θέλει τα αυγά, σύμβολο της γονιμότητας και της έναρξης ενός νέου κύκλου ζωής, να βάφονται κόκκινα, γιατί συμβολίζουν το Αίμα του Χριστού.


Σύμφωνα με μία εκδοχή η Παναγία πήρε ένα καλάθι αυγά και τα πρόσφερε στους φρουρούς Του Υιού της, ικετεύοντάς τους να μην τον βασανίσουν. Όταν τα δάκρυά της έπεσαν πάνω στα αυγά, τότε αυτά βάφτηκαν κόκκινα.


Ο μύθος λέει ότι, κάποια μέρα μετά την Ανάσταση του Κυρίου μας, η Μαρία η Μαγδαληνή πήγε στον Τιβέριο Καίσαρα και του ανακοίνωσε ότι αναστήθηκε ο Χριστός και όλα τα γεγονότα περί της Ανάστασής Του.
Εκείνη την ώρα, κάποιος κρατούσε δίπλα από τον Καίσαρα ένα καλάθι με αβγά. Ο Τιβέριος Καίσαρας, βέβαια, έδειξε απορημένος και είπε στη Μαγδαληνή ότι, εάν αυτό που λέει, είναι αλήθεια, τότε τα αβγά, από άσπρα που είναι, να γίνουν κόκκινα.
Ξαφνικά, τα αβγά έγιναν κόκκινα και ο Καίσαρας έμεινε άναυδος. Έτσι, κατά την παράδοση αυτή, τα αβγά βάφονται κόκκινα.
Το γεγονός αυτό καταγράφεται στο Ρωσικό Μοναστήρι της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής που βρίσκεται στα Ιεροσόλυμα. Το συγκεκριμένο μοναστήρι χτίστηκε το 1885 από τον Ρώσο αυτοκράτορα Αλέξανδρο τον Γ’ και τους αδελφούς του εις μνήμη της μητέρας του, αυτοκράτειρας Μαρίας και βρίσκεται στη Γεθσημανή.
Μέσα στο ναό του μοναστηριού και πάνω από το ιερό τέμπλο του ιερού βήματος, υπάρχει μεγάλη τοιχογραφία όπυ παρουσιάζεται η Μαρία η Μαγδαληνή μπροστά στον Τιβέριο Καίσαρα και του χαρίζει ένα κόκκινο αβγό.
Μία παραλλαγή της παραπάνω ιστορίας, θέλει μία γυναίκα να μην πιστεύει την είδηση της Ανάστασης Του Ιησού και να λέει: «Όταν τα αυγά που κρατώ θα γίνουν κόκκινα, τότε θα αναστηθεί και ο Χριστός». Και τότε αυτά έγιναν κόκκινα.
Λένε ακόμα πως το αυγό συμβολίζει τον τάφο του Χριστού που ήταν ερμητικά κλειστός, όπως το τσόφλι του αυγού, αλλά έκρυβε μέσα του τη «Ζωή», αφού από αυτόν βγήκε ο Χριστός και αναστήθηκε.


Σύμφωνα με το έθιμο, το πρώτο αυγό που βάφεται σε κάθε σπίτι είναι της Παναγίας και δεν πρέπει να το σπάει αλλά να φυλάγεται στο εικονοστάσι μέχρι το επόμενο Πάσχα.


Αυτήν την ημέρα οι νοικοκυρές δεν πλένουν, δεν απλώνουν ούτε κάνουν άλλες δουλειές στο σπίτι.


Πηγή: zougla.gr & newsbeast.gr



Κυριακή των Βαΐων: Τι γιορτάζουμε σήμερα-Έθιμα και παραδόσεις




Την Κυριακή των Βαΐων, σε ανάμνηση της θριαμβευτικής εισόδου του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, όλοι οι ναοί στολίζονται με κλαδιά από βάγια, από φοίνικες δηλαδή, ή από άλλα νικητήρια φυτά, όπως δάφνη, ιτιά, μυρτιά και ελιά. Μετά τη λειτουργία μοιράζονται στους πιστούς.


Η εκκλησία μας καθιέρωσε ήδη από τον 9ο αιώνα το έθιμο αυτό μια και όπως αναφέρει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης «όχλος πολύς...έλαβον τα βαΐα των φοινίκων και εξήλθον εις υπάντησιν αυτώ».


Στα πρώτα χριστιανικά χρόνια, στα Ιεροσόλυμα, ο επίσκοπος έμπαινε στην πόλη «επί πώλου όνου», αναπαριστάνοντας το γεγονός, ενώ στα βυζαντικά γινόνταν «ο περίπατος του αυτοκράτορα», από το Παλάτι προς τη Μεγάλη Εκκλησία. Στη διαδρομή αυτή ο αυτοκράτορας μοίραζε στον κόσμο βάγια και σταυρούς και ο Πατριάρχης σταυρούς και κεριά. Με τα βάγια οι πιστοί στόλιζαν τους τοίχους των σπιτιών και το εικονοστάσι τους. Και σήμερα ακόμα όλες οι εκκλησίες στολίζονται με δαφνόφυλλα ή βάγια.


Τα παλιότερα χρόνια τους τα προμήθευαν τα νιόπαντρα ζευγάρια της χρονιάς ή και μόνο οι νιόπαντρες γυναίκες, για το καλό του γάμου τους. Πίστευαν πως η γονιμοποιός δύναμη που κρύβουν τα φυτά αυτά θα μεταφερόταν και στις ίδιες και η μια χτυπούσε την άλλη με τα βάγια. Τα “βαγιοχτυπήματα” σιγά-σιγά άρχισαν να γίνονται και από τις άλλες γυναίκες και τα παιδιά τις μιμούνταν και όπως χτυπιούνταν μεταξύ τους εύχονταν: “Και του χρόνου, να μη σε πιάν’ η μυίγα”.


Δυνάμεις ιαματικές και αποτρεπτικές, μαζί με τις γονιμοποιές, αποδίδονταν στα βάγια και γι αυτό έπρεπε μετά την εκκλησία όλα να τα “βατσάσουν” για το καλό. Τα δέντρα, τα περβόλια, τα κλήματα, τις στάνες, τα ζώα, τους μύλους, τις βάρκες.
Από ένα κλαδάκι κρεμούσαν στα οπωροφόρα, για να καρπίζουν και στα κηπευτικά, για να μην τα πιάνει το σκουλήκι. “Μέσα βάγια και χαρές, όξω ψύλλοι, κόριζες !” ‘Ολα εξαφανίζονταν από τα σπίτια μόλις μπαίναν τα βάγια. Κρατούσαν την πρώτη θέση στο εικονοστάσι και μ’ αυτά “κάπνιζαν” οι γυναίκες τα παιδιά για το “κακό το μάτι”.


Στη Λέσβο τα παιδιά, μετά την εκκλησία, στόλιζαν ένα δεμάτι από κλαδιά δάφνης με κόκκινα ή πράσινα πανάκια από καινούργιο φουστάνι, κρεμούσαν κι ένα κουδούνι και καθώς πήγαιναν από σπίτι σε σπίτι ψάλλοντας και λέγοντας εξορκισμούς για τους ψύλλους και τα ποντίκια, έδιναν και ένα κλαράκι δάφνης στη νοικοκυρά.


Στο τέλος ζητούσαν και το χάρισμά τους: “Χρόνια πολλά, εν ονόματι Κυρίου, δό μ’ τ’ αυγό να φύγω.” Στην Ανατολική Ρωμυλία, τα κορίτσια έφτιαχναν με τα βάγια στεφάνια, τους έδεναν μια κόκκινη κλωστή και τραγουδώντας όλες μαζί πήγαιναν και τα πέταγαν στο ρέμα κι όπως έπαιρνε τα στεφάνια το νερό, όποιας πήγαινε μπροστά εκείνη θα γινόταν “συντέκνησσα”. Πρώτη στο γυρισμό, πρώτη στο χορό και στο δικό της σπίτι η μάνα της θα έφτιαχνε τα φασόλια και θα τις φίλευε όλες, μαζί με ελιές.


Στη Τήνο, την Κυριακή των Βαΐων, τα παιδιά τριγύριζαν στους δρόμους κρατώντας μαζί με το στεφάνι τους την “αργινάρα”, μια ξύλινη ή και σιδερένια ροκάνα που τη στριφογύριζαν με δύναμη. Μέσα σε εκκωφαντικό θόρυβο κατέληγαν στη θάλασσα, όπου πετούσαν στο στεφάνι στο νερό.


Το έθιμο της περιφοράς των κλαδιών θυμίζει την “ειρεσιώνη”, το στολισμένο με καρπούς κλαδί, που στις γιορτές της άνοιξης περιέφεραν στους δρόμους τα παιδιά, στην αρχαιότητα. Τα βάγια τα έπλεκαν σε πάρα πολλά σχέδια: φεγγάρια, πλοία, γαϊδουράκια, το πιο συνηθισμένο όμως ήταν ο σταυρός.


Σε μερικά μέρη τους έδιναν το σχήμα του ψαριού. Ψάρι είχαν σαν σημάδι αναγνώρισης οι πρώτοι χριστιανοί, η λέξη ΙΧΘΥΣ, εξάλλου, προέρχεται από τα αρχικά Ιησούς Χριστός Θεού Υιός Σωτήρ.


Αν και είναι εκόμα σαρακοστή, η εκκλησία την Κυριακή των Βαϊων επιτρέπει το ψάρι.


Έτσι και το τραγούδι των παιδιών λέει: “Βάγια, Βάγια των βαγιών, τρώνε ψάρι και κολιό, κι ως την άλλη Κυριακή με το κόκκινο αυγό !


”Αναγράφει το Ωρολόγιο: Πέντε μέρες προ του Νομικού Πάσχα, ερχόμενος ο Ιησούς από τη Βηθανία στα Ιεροσόλυμα, έστειλε δύο από τους μαθητές του και του έφεραν ένα ονάριο και αφού κάθισε πάνω του εισερχόταν στη πόλη.
Ο λαός μόλις άκουσε ότι έρχεται ο Ιησούς (είχαν μάθει και τα περί αναστάσεως του Λαζάρου) έλαβαν στα χέρια τους βάϊα από φοίνικες και πήγαν να τον προϋπαντήσουν. Άλλοι με τα ρούχα τους, άλλοι έκοβαν κλαδιά από τα δένδρα και τα έστρωναν στο δρόμο όπου διερχόταν ο Κύριος και τον ακολουθούσαν.
Ακόμα και τα νήπια τον προϋπάντησαν και όλοι μαζί φώναζαν: Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου, ο βασιλεύς του Ισραήλ (Ιωαν.ιε΄)”.




Πηγή: newsbomb.gr




Σάββατο Λαζάρου: Έθιμα και παραδόσεις σε όλη την Ελλάδα




Το Σάββατο του Λαζάρου θεωρείται μέρα του θανάτου και της ζωής.
Σε κάποια χωριά μάλιστα οι αγρότες δεν μαζεύουν τη σοδιά τους γιατί φοβούνται ότι οι καρποί της γης φέρουν τον θάνατο μέσα τους. O Λάζαρος είναι μια μορφή που εμπνέει σεβασμό στον ελληνικό λαό.


Παλιότερα οι εκδηλώσεις εορτασμού ήταν πολλές και ποικίλες, ωστόσο σήμερα έχουν λησμονηθεί ως επί το πλείστον.


Για παράδειγμα τα κάλαντα του Λαζάρου τραγουδιούνται σε ελάχιστες περιοχές, ενώ παλιότερα ήταν από τα πιο ζωντανά έθιμα και έδιναν ιδιαίτερο τόνο στις μικρές κοινωνίες. Τα κάλαντα του Λαζάρου ήταν αποκλειστικά σχεδόν γυναικεία και τα τραγουδούσαν κοπέλες διαφόρων ηλικιών ακόμα και κορίτσια τις παντρειάς που ονομάζονταν “Λαζαρίνες”.


Την παραμονή της γιορτής, οι Λαζαρίνες ξεχύνονταν στα χωράφια έξω από τα χωριά για να μαζέψουν λουλούδια που με αυτά θα στόλιζαν το καλαθάκι τους την άλλη μέρα ντυμένες με τοπικές ενδυμασίες φορώντας ειδική στολή. Γύριζαν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας το Λάζαρο και εισέπρατταν μικρό φιλοδώρημα, χρήματα, αυγά, φρούτα ή άλλα φαγώσιμα.


Σε πολύ λίγες περιοχές της χώρας τραγουδιούνται σήμερα τα Λαζαριάτικα κάλαντα. Τα λόγια του τραγουδιού άλλοτε αναφέρονται στην ανάσταση του Λαζάρου και είναι συνήθως μέτρια στιχουργήματα και άλλοτε πάλι αποτελούν παινέματα προσώπων που αγγίζουν τα όρια υψηλής ποιητικής δημιουργίας.



Τα έθιμα του Λαζάρου στα χρόνια της σκλαβιάς είχαν κοινωνική σκοπιμότητα


Στις γυναίκες και ιδίως στα νέα κορίτσια που δεν έβγαιναν συχνά έξω από το σπίτι επειδή τα ήθη της εποχής και ο φόβος της αρπαγής τους από τους Τούρκους τις περιόριζαν, δίνονταν κάποιες ελευθερίες: γίνονταν αλληλογνωριμίες και νυφοδιαλέγματα και σε λίγο καιρό ακολουθούσαν τα προξενιά, τα αρραβωνιάσματα και οι γάμοι.




Έθιμα από διαφορετικά μέρη της Ελλάδας


Ο λαός γιορτάζει την πρώτη Λαμπρή, την “Έγερση” του φίλου του Χριστού, του “αγέλαστου” Λάζαρου. Ο φόβος και ο τρόμος για όσα γνώρισε στον άλλο κόσμο άφησαν τόσο βαθιά σημάδια στην ψυχή του Λάζαρου που, λέει η παράδοση, μετά την Ανάσταση του δε γέλασε παρά μόνο μια φορά.


Είδε κάποιον χωρικό στο παζάρι να κλέβει μια στάμνα και να φεύγει κρυφά.
“Βρε τον ταλαίπωρο, είπε. Για ιδές τον πώς φεύγει με το κλεμμένο σταμνί.
Ξεχνάει ότι κι αυτός είναι ένα κομμάτι χώμα, όπως και το σταμνί. Το ʽνα χώμα κλέβει τʼάλλο. Μα δεν είναι να γελούν οι πικραμένοι;” και χαμογέλασε.


Στα περισσότερα μέρη της Ελλάδας για να απεικονίσουν την Ανάσταση του Λάζαρου, να συμβολίσουν δηλαδή τη Νίκη του Χριστού απέναντι στο θάνατο, αλλά παράλληλα και για να υποδηλώσουν την ανάσταση της φύσης, έφτιαχναν ένα ομοίωμα του Λάζαρου.


Την παραμονή της γιορτής ή, σε πολλά μέρη, ανήμερα την “πρώτη Λαμπρή”, τα παιδιά, κρατώντας το “Λάζαρο”, έκαναν τους αγερμούς τους. Γύριζαν στα σπίτια και τραγουδούσαν τα “λαζαρικά”, για να διηγηθούν την ιστορία του αναστημένου φίλου του Χριστού και να πουν παινέματα στους νοικοκυραίους. Στην Ήπειρο μάλιστα, στις κτηνοτροφικές περιοχές, χτύπαγαν ταυτόχρονα και μεγαλοκούδουνα.


“Πες μας Λάζαρε τι είδες
εις τον Άδη που επήγες.
Είδα φόβους, είδα τρόμους,
είδα βάσανα και πόνους,
δώστε μου λίγο νεράκι
να ξεπλύνω το φαρμάκι,
της καρδούλας μου το λέω
και μοιρολογώ και κλαίω.
Του χρόνου πάλι να ʽρθουμε,
με υγεία να σας βρούμε,
και ο νοικοκύρης του σπιτιού
χρόνια πολλά να ζήσει,
να ζήσει χρόνια εκατό
και να τα ξεπεράσει.”



Τα “λαζαρικά” από τόπο σε τόπο έχουν πολλές παραλλαγές.


Στη Στερεά Ελλάδα, τη Μακεδονία και τη Θράκη στο έθιμο έπαιρναν μέρος μόνο κορίτσια, οι “Λαζαρίνες” ή “Λαζαρίτσες”, έτσι εύρισκαν την ευκαιρία να γίνουν γνωστές και σαν υποψήφιες νύφες. Για “Λάζαρο” βαστούσαν έναν ξύλινο κόπανο για τα ρούχα, τυλιγμένο με παρδαλά κομμάτια από πανιά, ίδιο μωρό.


Σε άλλα μέρη πάλι έντυναν με χτυπητά πολύχρωμα υφάσματα μια ρόκα, μια κούκλα, έναν καλαμένιο σταυρό και τα στόλιζαν με κορδέλες και λουλούδια.


Στη Σκύρο έπαιρναν την τρυπητή κουτάλα, “τη σιδεροχουλιάρα”. Έβαζαν σε κάθε τρύπα και από ένα ασπροπούλι -άσπρη μαργαρίτα- ένα κόκκινο γαρίφαλο για στόμα και σχημάτιζαν το πρόσωπο. Έδεναν σταυρωτά πάνω στην κουτάλα ένα ξύλο, για να κάνουν τα χέρια, της φορούσαν και ένα πουκαμισάκι ή ένα μωρουδίστικο ρούχο και ο “Λάζαρος” ήταν έτοιμος. Γύριζαν τα παιδιά από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας και οι νοικοκυρές τους έδιναν αυγά, λεφτά ή ό,τι άλλο είχαν. Πάντα όλοι κάτι έβρισκαν να δώσουν. Κι όταν θέλαν για κάποιον να πούνε πως ήταν τσιγκούνης έλεγαν: “Ποτέ του αυγό δεν έδωσε, ούτε τʼαγίου Λαζάρου!”


Σε μερικά μέρη τη θέση του “Λάζαρου” έπαιρνε ένα καλάθι στολισμένο με λουλούδια και με πολύχρωμες κορδέλες.


Στην Κρήτη έκαναν έναν ξύλινο σταυρό και τον στόλιζαν με ορμαθούς από λεμονανθούς και αγριόχορτα με κόκκινα λουλούδια, τις μαχαιρίτσες.


Στην Κύπρο συναντάμε το έθιμο της αναπαράστασης, στην αρχαιότερη μορφή του. Ο θεός πεθαίνει στην ακμή της νιότης του και αμέσως ανασταίνεται, όπως ο Άδωνης στους αρχαίους Έλληνες. Έντυναν ένα παιδί με κίτρινα λουλούδια, έτσι ώστε ούτε το πρόσωπο του δε φαινόταν. Σε κάθε σπίτι που πήγαιναν, όταν άρχιζαν τα άλλα παιδιά να τραγουδούν, ξάπλωνε και υποκρινόταν το νεκρό, όταν όμως έλεγαν το “Λάζαρε δεύρο έξω” σηκωνόταν.


Το ίδιο έθιμο συναντάμε και στην Κω. Το παιδί που αναπαριστούσε το Λάζαρο, τυλιγμένο σε ένα σεντόνι, ήταν και αυτό στολισμένο με κίτρινα λουλούδια. Αμοιβή της παρέας για την αναπαράσταση, τα αυγά για το δάσκαλο. Τα πιο μεγάλα παιδιά, οι “πρωτόσχολοι”, έπαιρναν την εικόνα του Λάζαρου, την έβαζαν πάνω σε μια ειδική κατασκευή που στόλιζαν με δεντρολίβανο -ήταν, λέει, η Βηθανία, η πατρίδα του- και γύριζαν στις στάνες. Οι βοσκοί τους φίλευαν αυγά, τυριά και μυζήθρες για τις λαμπρόπιτες. Για την ψυχή του Λάζαρου οι γυναίκες ζύμωναν ανήμερα το πρωί ειδικά κουλούρια, τους “λαζάρηδες”, τα “λαζαρούδια” ή και “λαζαράκια”. “Λάζαρο δεν πλάσεις, ψωμί δεν θα χορτάσεις” έλεγαν, μια και ο αναστημένος φίλος του Χριστού πίστευαν πως είχε παραγγείλει: “Όποιος ζυμώσει και δε με πλάσει, το φαρμάκι μου να πάρει…”. Στα “λαζαράκια” έδιναν το σχήμα ανθρώπου σπαργανωμένου, όπως ακριβώς παριστάνεται ο Λάζαρος στις εικόνες. Όσα παιδιά είχε η οικογένεια τόσους “λαζάρηδες” έπλαθαν και στη θέση των ματιών έβαζαν δυο γαρίφαλα.


Στην Κω οι αρραβωνιασμένες θα έφτιαχναν ένα λαζαράκι σε μέγεθος μικρού παιδιού, γεμισμένο με χίλια δυο καλούδια και κεντημένο σχεδόν σαν τις κουλούρες του γάμου, για να το στείλουν στο γαμπρό. Τα “λαζαρούδια” πολλές νοικοκυρές τα γέμιζαν με αλεσμένα καρύδια, αμύγδαλα, σύκα, σταφίδες, μέλι, πρόσθεταν πολλά μυρωδικά και τα παιδιά ξετρελλαίνονταν να τα τρώνε ζεστά.



Καλαθάκια και κάλαντα από τις Λαζαρίνες στα Τρίκαλα

Οι Λαζαρίνες “διαγωνίζονται”, είτε ατομικά, είτε ομαδικά, έχοντας καλάθια, κατασκευασμένα με φυσικά υλικά και στολισμένα με φυσικά λουλούδια, και τραγουδώντας ένα από τα παραδοσιακά κάλαντα της εορτής. Σε όλα τα παιδιά προσφέρονται τα παραδοσιακά φιλέματα (καρύδια, αυγά, ξερά σύκα, καραμέλες), λαζαράκια (ψωμένια ανθρώπινα ομοιώματα) και ενθύμια συμμετοχής. Βραβεύονται τα τρία ωραιότερα καλάθια, τα τρία σπανιότερα παραδοσιακά τραγούδια και οι τρεις καλύτερες συνολικές παρουσίες (καλάθι και τραγούδι).


Στη Θεσσαλία, τα κάλαντα του Λαζάρου τα τραγουδούν μόνο κορίτσια, οι «Λαζαρίνες». Ντυμένες με ωραίες φορεσιές και κρατώντας καλάθια, στολισμένα με λογής-λογής ανοιξιάτικα λουλούδια, γυρίζουν όλα τα σπίτια. Το έθιμο, καθώς τελείται μέσα στην καρδιά της Άνοιξης, πέρα από τα θρησκευτικά μηνύματα που μεταδίδει, συμβολίζει και την αναγέννηση της φύσης. Οι Λαζαρίνες, επίσης, συμβολίζουν την αναγέννηση και συνέχιση της ίδιας της παραδοσιακής κοινωνίας, αφού είναι οι κοπέλες-μελλοντικές νύφες, που θα αναλάβουν μέσα από το γάμο και την απόκτηση παιδιών να ανανεώσουν και να συνεχίσουν την παραδοσιακή κοινωνία.



Έθιμο «Λαζαρίνες» Σάββατο του Λαζάρου στη Λευκοπηγή Κοζάνης

Οι Λαζαρίνες στις 12 το μεσημέρι συγκεντρώνονται στο κονάκι, το σπίτι που επιλέγουν για να γίνει το γλέντι τους, το βράδυ του Σαββάτου του Λαζάρου. Εκεί αφού φάνε για μεσημέρι όλες μαζί, ξεκινούν για τα σπίτια του χωριού.
Πρώτα στον παπά, μετά στον Πρόεδρο, στην εκκλησία της Παναγίας στα μνήματα και ύστερα σʼ όλα τα σπίτια της Λευκοπηγής, όπου τραγουδούν διάφορα λαζαριάτικα τραγούδια ανάλογα με την επιθυμία του κάθε νοικοκύρη, ενώ η νοικοκυρά βάζει από ένα άσπρο αυγό στο καλάθι των Λαζαρίνων.


Όταν τελειώσουν, γύρω στις 4:30 το απόγευμα, όλα τα μπλίκια των λαζαρίνων μαζεύονται στην πλατεία όπου στήνεται ο τρανός χορός (Λαζαριάτικος) με λαζαριάτικα τραγούδια.


Στην πλατεία υπάρχουν στρωμένα τραπέζια με λαζαριάτικες πίτες, κρασιά και εδέσματα που προσφέρονται για όλο τον κόσμο.


Παλιότερα, οι νέοι του χωριού και οι πεθερές διάλεγαν τις νύφες από τα κορίτσια, τις Λαζαρίνες, που χόρευαν στον τρανό χορό (νυφοδιαλέγματα).
Στη συνέχεια μετά τον τρανό χορό, οι Λαζαρίνες μοιράζουν τη λαζαρόπιτα στα δικά τους σπίτια και αφού ξεκουραστούν δίνουν ραντεβού για το βράδυ στο κονάκι για γλέντι με τραγούδια, παιχνίδια και χορό, μέχρι το πρωί.




Σάββατο του Λαζάρου στην Κέρκυρα

Στην παλιά Κέρκυρα, ένας άνθρωπος συνήθιζε να φορά μια κόκκινη μπλούζα, που έδενε στη μέση του με ένα κορδόνι από πολύχρωμες κορδέλες. Στα χέρια του κράταγε ένα κοντάρι στην κορυφή του οποίου υπήρχε ένα πρόσωπο, σκαλισμένο σε ξύλο, που παρίστανε το Λάζαρο. Επάνω στο κοντάρι είχε κρεμασμένα διάφορα στολίδια (ψεύτικα μαργαριτάρια, μαντήλια, κορδέλες, κούκλες κλπ). Μαζί του και δυο οργανοπαίχτες που τον συνόδευαν να πει τα Κάλαντα του Λαζάρου. Πήγαιναν λοιπόν στα σπίτια και τα μαγαζιά και εισέπρατταν χρήματα.


Απαραιτήτως όλοι αγόραζαν κάτι από αυτά που είχε κρεμασμένα στο κοντάρι, αφού τα θεωρούσαν σαν φυλακτά, που κρέμαγαν στο προσκεφάλι τους.


Αργότερα το έθιμο συνεχίστηκε από ομάδες μουσικών και από παιδιά, που έπαιζαν ή τραγουδούσαν αυτά τα κάλαντα.




Ακολουθεί μια από τις πολλές εκδοχές αυτών των καλάντων, όπως τα τραγουδούν ακόμη και σήμερα στο χωριό Επίσκεψη:


Με τον ορισμό λόγο να πούμε και το Λάζαρο να διηγηθούμε
Καλησπέρα σας καλή βραδία, ήρθε ο Λάζαρος με τα Βαϊα


Αν κοιμόσαστε να ασκωθείτε και αν κάθεστε ν’ αφρικαστείτε.
Αγρικήσατε μεγάλο θαύμα, όπου έγινε δαιμόνων τραύμα.


Πήγεν ο Χριστός στη Βηθανία διότι εκεί ήταν πολύ απιστία.
Όσοι έμαθαν τον ερχομό του, όλοι τρέξανε στον ορισμό του.


Όλοι τρέξανε μικροί, μεγάλοι, όλοι Χριστιανοί Εβραίοι κι άλλοι
Καβαλίκεψε εις πώλου όνο, έτσι έμελλε τούτο το χρόνο


Και τα νήπια παιδιά Εβραίων, δια την πομπή των Ιουδαίων.
Άλλοι έκοβαν κλάδους και Βάϊα, συντηνέχοντες τα λόγια τα Άγια.


Άλλοι έλεγαν ευλογημένος ο ερχόμενος και κηρυγμένος.
Τότε ο Χριστός εμπρός κινάει και ο λαός τον ακλουθάει.


Τότε τρέξανε Μάρθα, Μαρία, γιατί ήτανε μεγάλη χρεία.
Πού είναι ο Λάζαρος, πού είν’ ο αδερφός μου, πού είν’ ο φίλος μου και ξάδερφός μου;


Λέγουν Λάζαρος είν’ πεθαμένος, τετραήμερος στη γη θαμμένος.
Λέγει πάμετε να τον ιδούμε και στον τάφο του να λυπηθούμε.


Πάτησε ο Χριστός στην πλάκα επάνω, «Δεύρο Λάζαρε, σήκω επάνω».
Κι ώ του θαύματος η γη εταράχθη και ο Λάζαρος ορθός εστάθη.


Πού ήσουν Λάζαρε, πού’σαι αδερφέ μου, πού ήσουν φίλε μου και γνώριμέ μου;
Δώστε μου να πιω λίγο νεράκι, τι είν’ το στόμα μου πικρό φαρμάκι.


Είν’ τ’ αχείλι μου είν’ μαραμένο και από τη γη φαρμακωμένο.
Δώστε μου να πιω να σας μιλήσω και το θάνατο να λησμονήσω.


Ήμουνα βαθιά στη γη θαμμένος και με τους νεκρούς ανταμωμένος.
Τι είν’ ο θάνατος που περιμένει κάθε άνθρωπο στην Οικουμένη.


Τώρα ευχόμεθα καλήν υγεία, Καλή Ανάσταση και ευτυχία.
Χρόνους Πολλούς


vimaorthodoxias


Πηγή: iellada.gr



Ο Απρίλιος στην παράδοση


Ο Απρίλης είναι ο τέταρτος μήνας του χρόνου. Οι Λατίνοι τον ονόμασαν Aprilis απ' το aperio= ανοίγω (apertus= ανοικτός και Apertio= Άνοιξη). μια που όλη η φύση ξαναγεννάται από το βαθύ χειμωνιάτικο ύπνο του χιονιού και τον αφιέρωσαν στη θεά Αφροδίτη.
Απρίλης και άνοιξη, Απρίλης και Πάσχα είναι για τον ελληνικό λαό σχεδόν αξεχώριστα.
Γι' αυτό τον είπαν και Ανοιξιάτη και Αιγιωργίτη, απ' τη μεγάλη γιορτή που περιλαμβάνει, και Κερασάρη, εκεί που πρωτοβγαίνουν τα κεράσια.
Η ελληνική παράδοση ονομάζει τον Απρίλη και «Λαμπριάτη», γιατί συνήθως το μήνα αυτό γιορτάζουμε το Πάσχα, τη μεγαλύτερη χριστιανική γιορτή της Ορθοδοξίας.
Η περίοδος της Μεγάλης Σαρακοστής, με την ψαλμωδία των Χαιρετισμών, ολοκληρώνεται την Παρασκευή που στις εκκλησίες ψάλλουν τον Ακάθιστο Ύμνο και ακολουθούν η Ανάσταση του Χριστού.


Γεωργικές εργασίες 

Όπως ο Μάρτης, έτσι και ο Απρίλης είναι μήνας δίγνωμος: από τη μια μεριά ο καιρός καλυτερεύει σταθερά, από την άλλη δεν ξεχνάει να δείξει τα χειμωνιάτικα δόντια του με βροχές και χαλάζια.Οι γεωργοί σπέρνουν καλαμπόκι, βαμβάκι, καρπούζια, πεπόνια.
Αν η κακοκαιρία κάνει κακό στα σπαρτά, οι κανονικές βροχές είναι ευεργετικές,
γιατί τώρα ο γεωργός θα σπείρει καλαμπόκια , ρεβίθια, τριφύλλι, ρύζι, μπαμπακάκι.
θα φυτέψει μελιτζάνες, σπανάκι, καρπούζια, πεπόνια κλπ. Έτσι με λαχτάρα περιμένει
τη βροχή, που και τα σπαρτά θα μεγαλώσει και τα φρεσκοφυτεμένα θα βοηθήσει να ξεπεταχτούν.
Το χαλάζι όμως για το γεωργό είναι καταστροφή. Γι' αυτό προσπαθεί με κάθε τρόπο να αποτρέψει τον ερχομό του ή τις καταστροφές που προκαλεί, εξορκίζοντάς το με το φως της Ανάστασης.
Τη νύχτα αυτή ένας επίτροπος της Εκκλησίας ανεβαίνει στο καμπαναριό μ' ένα αναμμένο δαυλί. ‘Όσος τόπος γύρω φωτιστεί από το Άγιο Φως, δεν έχει ανάγκη από χαλάζι.
Αλλού πάλι το χαλάζι ξορκίζεται με μεγάλες φωτιές τη νύχτα της Ανάστασης.


Παροιμίες

Του Μάρτη ξύλα φύλαγε, μην κάψεις τα παλούκια,
και τ' Απριλιού τις δεκοχτώ, μην κάψεις τα καρούλια (του αργαλειού).
Σαν ρίξει ο Μάρτης μια βροχή κι Απρίλης άλλη μία,να δεις κουκούρες στρογγυλές και πίτες σαν αλώνι.
Απρίλης φέρνει την δροσιά, φέρνει και τα λουλούδια.
Και τ' Απριλιού ταις δεκοχτώ,
πέρδικα ψόφησε στ' αυγό (δηλαδή απ' το κρύο).
Αν βρέξει ο Μάρτης δυο νερά κι ο Απρίλης άλλο ένα,χαρά σε εκείνον τον ζευγά που 'χει στη γη σπαρμένα.
Ως τ' Απριλιού τις δεκαοχτώ να' χεις τα μάτια σου ανοιχτά.
Περάσανε οι δεκαοχτώ, άραξε πάνω σ' ένα αυγό.
Aν κάνει ο Mάρτης δυο νερά κι ο Aπρίλης πέντε - δέκα, να δεις το κοντοπίθαρο πως στρίβει το μουστάκι,να δεις και τις αρχόντισσες πως ψιλοκλεισιρίζουν, να δεις και τη φτωχολογιά πως ψιλοκοσκινάει.
Ο Μάρτης έχει τ' όνομα, κι ο Απρίλης τα λουλούδια.
Αν κάνει ο Απρίλης δυο νερά κι ο Μάης άλλο ένα,χαρά στονε τον γεωργό που 'χει πολλά σπαρμένα.
Ο Απρίλης με τα λούλουδα κι ο Μάης με τα ρόδα.
Ο Απρίλης ο γρίλλης, ο Μάης ο πολυψωμάς.
Τον Απρίλη και το Μάη κατά τόπους τα νερά.
Αλί στα Μαρτοκλάδευτα και τ' Απριλοσκαμμένα.
Του Απρίλη η βροχή, κάθε στάλα και φλουρί.
Αν κάνει ο Μάρτης τρία νερά κι ο Απρίλης άλλα δύο,να δεις του Μάρτη τα κουκιά, τ' Απρίλη τα σιταράκια,να δεις το γέρο- Κρίθαρο πώς τρέφει τη μουστάκα.
Απρίλης, Μάης, κοντά ειν' το θέρος.
Απρίλης έχει τα χάδια κι ο Μάρτης τα δαυλιά.
Των καλών ναυτών τα ταίρια τον Απριλομάη χηρεύουν.


Γιορτές και Έθιμα

Με την 1η μέρα του Απρίλη το πρώτο έθιμο: το πρωταπριλιάτικο ψέμα. Καθένας αυτή τη μέρα προσπάθεί να ξεγελάσει τον άλλον με κάποιο αθώο ψέμα. Όλοι το' χουν για γούρι να ξεγελάσουν κάποιον.
Στην Κομοτηνή λέγανε πως την Πρωταπριλιά το' χαν σε καλό να γελούν «για να γίνουν τα κουκούλια τους», τον καιρό που τρέφανε μεταξοσκώληκες για μετάξι.
Με τα πρωταπριλιάτικα ψέματα άλλοτε παραπλανούσανε τα στίφη των φοβερών δαιμόνων. Τους ξεγελάγανε για να κτυπάνε αλλού, μακριά από τα δένδρα τους, όσο να λιώσουν οι δαίμονες και να χαθούν με τα τελευταία χιόνια. Η γιορτή του Αγίου Γεωργίου το μήνα Απρίλιο.
Ο Αϊ-Γιώργης είναι δρακοντοκτόνος. Με το κοντάρι του σκοτώνει το θεριό. Γιορτή των ποιμένων που αφήνουν τα χειμαδιά και ανεβαίνουν στα βουνά. «Μεις οι τσοπαναραίοι τονε δοξολογάμε πολύ τον Αϊ-Γιώργη». Προσφέρουν στην εκκλησία τον «Αηγιωργίτη» έναν αμνό. Ο ιερέας τον ευλογεί και οι επίτροποι τον περιφέρουν γύρω από το ναό τρεις φορές.«Εματώνετο το αφτί του και με το αίμα ηλείφοντο αι τέσσερεις γωνίες της εκκλησίας» (Πόντος).

Πηγή : mhnes-12.weebly. com




Η ΚΥΡΑ ΣΑΡΑΚΟΣΤΗ, ΟΙ ΚΟΥΝΙΕΣ ΚΙ ΑΛΛΑ ΕΘΙΜΑ ΤΩΝ ΗΜΕΡΩΝ...



Με στόμα ανύπαρκτο -λόγω της νηστείας- με τα χέρια σταυρωμένα -λόγω της προσευχής- και με ποδαράκια επτά -να συμβολίζουν τις επτά βδομάδες απ'τις Απόκριες μέχρι την Ανάσταση- η κυρά Σαρακοστή υπήρξε, τρόπον τινά, η "βασίλισσα" του νηστίσιμου Σαραντάμερου (ουσιαστικά πενηνταήμερου όμως) που ξεκινά την Καθαρά Δευτέρα. Επικράτησε η συμβολική ονομασία Σαρακοστή, σε αναλογία με το σαρανταήμερο που νήστεψε ο Χριστός στην έρημο μετά τη βάφτισή του, όμως, καθώς συμπεριλαμβάνεται σε αυτήν και η νηστεία της Μεγαλοβδομάδας, οι μέρες πλησιάζουν τις πενήντα. 


Ο λαογράφος μας Γεώργιος Μέγας ("Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας") καταγράφει πως κάποτε "τις τρεις πρώτες μέρες η νηστεία ήταν απόλυτη. Ούτε ψωμί ούτε νερό! Συνήθως γυναίκες, νέες και γριές, τηρούν το "τριήμερο" και αυτές τις τιμούν με το να τους παραθέτουν την Καθαρά Δευτέρα τραπέζι με ειδικά φαγητά (καρυδόπιτα, σούπα με φασόλια και πετιμέζι) και με την προσφορά δώρων (μαντίλια, μαξιλαρόπανα, κτλ)." Ο Φίλιππος Βρετάκος, όμως, ("Οι δώδεκα μήνες του έτους και αι κυριώτεραι εορταί των") παραθέτει και μια διευκρινιστική φράση του Δ.Καμπούρογλου ("Ιστορία των Αθηνών"), πως "μόνον σαν εβουτούσε ο ήλιος έτρωγαν λιγάκι ψωμάκι με νερό, όσα για ζωή". 


Συνεχίζει ο Γεώργιος Μέγας "άλλοτε, που έλειπαν τα ημερολόγια και ήθελαν να έχουν κάποια αντίληψη του χρόνου στη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής, οι άνθρωποι του λαού είχαν βρει ένα εύκολο μέσο' παρίσταναν τη Σαρακοστή εικονικά σαν Καλόγρια.Έπαιρναν μια κόλλα χαρτί κι εσχεδίαζαν με το ψαλίδι μια γυναίκα. Η κυρά Σαρακοστή δεν έχει στόμα, γιατί είναι όλο νηστεία' τα χέρια της είναι σταυρωμένα για τις προσευχές. Έχει 7 πόδια, τις 7 εβδομάδες της Σαρακοστής. Κάθε Σάββατο κόβουμε κι ένα πόδι. Το τελευταίο πόδι το κόβουμε το Μεγάλο Σάββατο, το βάζουμε μέσα σ'ένα ξερό σύκο ή καρύδι κι όποιος το βρει του φέρνει γούρι! (Χίος)

Στον Πόντο: 
παίρνουν μια πατάτα ψημένη ή ένα κρεμμύδι, μπήγουν επάνω ακτινοειδώς 7 φτερά κότας, το δένουν από το ταβάνι και κρέμεται όλη τη Σαρακοστή. Μια μια βδομάδα που περνάει, βγάζουν από ένα φτερό. Λέγεται "κουκουράς" και είναι το φόβητρο των μικρών."
Άλλοτε, πάλι, κι αλλού, την κυρά Σαρακοστή την πλάθαν με ζυμάρι, γι'αυτό και μας έχει διασωθεί το τραγουδάκι: 

Την Κυρά Σαρακοστή

που είναι έθιμο παλιό 

οι γιαγιάδες μας τη φτιάχναν 

με αλεύρι και νερό! 

Για στολίδι της φορούσαν 

στο κεφάλι της σταυρό 

και το στόμα της ξεχνούσαν 

γιατί νήστευε καιρό! 

Και μετρούσαν τις ημέρες 

με τα πόδια της τα εφτά 

κόβαν ένα τη βδομάδα, 

μέχρι να ρθει η Πασχαλιά!


Αναφέρει ακόμη ο Μέγας: "Τη Σαρακοστή επικρατούν και διάφορες συνήθειες κοινωνικής μάλλον μορφής, όπως η διανομή ειδικών φαγητών σε γείτονες και παιδιά, το τραγούδημα των ξένων, οι κούνιες, κτλ. Π.χ. στη Σινώπη συνηθίζεται το "ξινοφάι": ρεβίθια, φασόλια, κάστανα, σταφίδες, βράζονται πολύ, μαζί με πληγούρι ή κουρκούτι, ζάχαρη και πετιμέζι μελωμένο κι έπειτα τσιγαρίζονται με κρεμμύδι και λάδι. Το μοίραζαν τη Μεγάλη Σαρακοστή σ'όλη τη γειτονιά για ψυχκιό. Στην Αμοργό, μόλις μπει η Σαρακοστή ζυμώνουν και κάνουν ανθρωπάκια με μύτη, με στόμα, με μάτια και τα δίνουν στα παιδιά' αυτοί είναι οι Λάζαροι." 


Παρατηρούμε πως έθιμα, όπως τούτα τα λαζαράκια, αλλά και οι λαζαρίνες, που εξακολουθούν να επιζούν σήμερα σε πολλές περιοχές της Ελλάδας το Σάββατο του Λαζάρου, παλαιότερα λάμβαναν χώρα και καθ'όλη την περίοδο της Σαρακοστής. Ο Μέγας αναφέρει ακόμη: "Στα Βέντζια της Δ.Μακεδονίας από την Καθαρά Δευτέρα μέχρι του Λαζάρου τα κορίτσια τραγουδούν το Λάζαρο. Μόλις εμφανιστεί ξένος στο χωριό, όλα τα κορίτσια, μικρά και μεγάλα, τον επισκέπτονται στο σπίτι όπου κόνεψε και τον τραγουδούν (τραγούδια της ξενιτιάς, εγκωμιαστικά, κλπ). Στην Κάρπαθο όλες τις Κυριακές της Μεγάλης Σαρακοστής μέχρι των Βαϊων και τη γιορτή του Ευαγγελισμού οι κόρες κάνουν κούνια σε κάποιο ευρύχωρο σπίτι και τραγουδούν τα "καλημεριστά", ήτοι δίστιχα εγκωμιαστικά των νέων, που ανεβαίνουν στην κούνια ή των ξενιτεμένων. Συγχρόνως οι προκαθήμενοι νέοι και νέαι παίζουν ένα παιγνίδι, το "στρόπο"' δηλαδή με μίαν χονδρήν μανδήλαν συνεστραμμένην ένας νέος κτυπά μίαν νέαν της αρεσκείας του όπου τύχη, έως ου αύτη στέρξη και ανοίξη το χέρι της και δεχθή εις την παλάμην τρία ισχυρά κτυπήματα. Η κόρη με την σειράν της κάμνει το ίδιον εις όποιον νέον θέλει, ιδία όποιον συμπαθεί. ("Σύμμεικτα Καρπάθου") 
Συχνές είναι τη Μεγάλη Σαρακοστή οι ολονυχτίες, οι αγρυπνίες στις εκκλησίες. Για τις αγρυπνίες αυτές τα παλιότερα χρόνια οι κάτοικοι ξυπνούσαν από τον "Τουμπακάρη", που τριγύριζε στους δρόμους χτυπώντας τα τύμπανα. Ως ανταμοιβή έπαιρνε το Πάσχα κουλούρια, αυγά και τυρί. (Σκύρος)." 



Μας πληροφορεί ο Βρετάκος: "Εκάστην Τετάρτη και Παρακευή της Μεγάλης Σαρακοστής γίνεται λειτουργία, η οποία λέγεται των "Προηγιασμένων" ή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, λέγεται δε ούτω διότι έχουν προηγιασθή τα δώρα από την λειτουργίαν του Σαββάτου ή της Κυριακής. Κατά τας ημέρας αυτάς των Προηγιασμένων, όσοι εκ των Χριστιανών επιθυμούν, δύναται να κοινωνήσουν." Σήμερα, σε μας τουλάχιστον τούτο γίνεται πλέον μια Τετάρτη ή Παρασκευή και όχι καθ'όλη τη διάρκεια της Σαρακοστής. 



Όσο "ως προς το διατί επεβλήθη η νηστεία", ο Βρετάκος αναφέρει και την άποψη κάποιων που "υποστηρίζουν ότι επεβλήθη δια λόγους υγιεινής και όχι θρησκευτικούς προς αποτοξίνωσιν του ανθρωπίνου οργανισμού. Εις την επίρρωσιν της γνώμης των αυτής λέγουν: Η νηστεία ωρίσθη εις τοιούτον χρόνον εκάστης εποχής του έτους, ώστε τα φαγητά από τα οποία απέχει κατ'αυτήν ο άνθρωπος να δύναται να αντικαταστήση αυτά δι' άλλων τοιούτων της εποχής της νηστείας." 
Ακόμη καταγράφει πως: "Ο λαός όταν θέλη να χαρακτηρίση μίαν γυναίκα ως υψηλήν και αδύνατην, λέγει περί αυτής: "είναι σαν μακρυά Σαρακοστή ή Σαρακοστιανή" (κατ'αντίθεσιν προς την Πασχαλινήν, που είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της). Είς την Μεσσηνίαν έχουν την παροιμίαν "Από μπρος Σαρακοστή κι από πίσω Πασχαλιά" όταν θέλουν να χαρακτηρίσουν μίαν γυναίκα ότι είναι άσχημη μεν, αλλά με πλούσια μαλλιά. Παρόμοιαν παροιμίαν είχον και οι Βυζαντινοί: "Από μπρος Τεσσαρακοστή και όπισθεν Πάσχα". "Φυσικά, εκτός όλων τούτων, κατά τις πέντε πρώτες Παρασκευές της Μεγάλης Τεσσαρακοστής ψάλλονται οι "Χαιρετισμοί της Παναγιάς" (την τελευταία δε, ολόκληρος ο "Ακάθιστος Ύμνος"), ενώ το πρώτο Σάββατο, των Αγίων Θεοδώρων, θεωρείται κι αυτό "Ψυχοσάββατο". 

Καλή Σαρακοστή!




Ο μήνας Μάρτιος στην ελληνική παράδοση




Ο Μάρτης, τρίτος μήνας του έτους στο ημερολόγιό μας ονομάστηκε προς τιμή του ρωμαϊκού θεού Mars του Άρη δηλαδή του θεού του πολέμου.

Η παλιότερη ρωμαϊκή ονομασία του Μάρτη ήταν Primus δηλαδή πρώτος μήνας. Ήταν ο πρώτος μήνας του ρωμαϊκού έτους, που ήταν πρώτα δεκάμηνο. Αλλά ήδη πολύ νωρίς, στις αρχές κιόλας της Ρωμαϊκής ιστορίας, ο Ρωμύλος, ο ιδρυτής της Ρώμης τον μετονόμασε σε Μάρτη, επειδή αυτόν τον μήνα της άνοιξης οι Ρωμαίοι άρχιζαν τις πολεμικές επιχειρήσεις τους. Ο Νουμάς ο Πομπίλιος, που ήταν από τους διαδόχους του Ρωμύλου, μεγάλος νομοθέτης, συμπλήρωσε το δεκάμηνο σε δωδεκάμηνο, το εξάρτησε από τον Ήλιο και ο ίδιος ίσως, μετάθεσε την αρχή του έτους στον μήνα Ιανουάριο, δηλαδή στην περίοδο της χειμερινής τροπής του Ήλιου. Ωστόσο και μετά την μετάθεση αυτή, η πρώτη Μαρτίου εξακολουθούσε να θεωρείται πρωτοχρονιά για τους Ρωμαίους. Έτσι έχουμε τρείς πρωτοχρονιές στο Ρωμαϊκό έτος που δηλώνουν τις αντίστοιχες τομές στην Ρωμαϊκή ιστορία : α) 1η Μάρτη – αρχή των πολεμικών επιχειρήσεων β) 1η Ιανουαρίου αρχή ηλιακού έτους και γ) 1η Σεπτεμβρίου αρχή λογαριασμού για την συγκομιδή των φόρων από τους υπηκόους. Η πρώτη του Μάρτη ήταν για τους Ρωμαίους αργία και ήταν η γιορτή του Αρμιλλούστριου (εξαγνισμός των όπλων, μέτρα για την υγεία).

Τον Μάρτη ο λαός, ιδιαίτερα από την αρχαιότητα ως σήμερα σε όλη την περιοχή της ανατολικής Μεσογείου, με την αρχή της Άνοιξης προσπαθεί να αποτρέψει το κακό και γνωστό είναι το έθιμο του Αποδιοπομπαίου Τράγου (φράση για τον άνθρωπο που τον διώχνουν από παντού ή τον επιρρίπτουν ευθύνες). Τι ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος; Φορτώνουν υποτίθεται σ’ ένα τράγο όλα τα κακά, όλες τις αμαρτίες και τις δυστυχίες της κοινότητας και μετά δέρνοντάς τον, τον βγάζουν έξω από τα όρια της πόλης ή του χωριό, τον αποπέμπουν. Έτσι πιστεύουν πως αποδιώχνουν το κακό. Οι άνθρωποι στην κρίσιμη αρχή της άνοιξης για την ασφάλεια τους νοιώθουν ότι πρέπει να κάνουν κάτι, είναι αρχή για δράση και για μαγικές πράξεις έτσι διώχνουν τον τράγο για να φύγει το κακό και να επέμβουν στις βουλές της φύσης ή της τύχης.
Στην Ήπειρο τον Μάρτη τον λένε Ανοιξιάτη γιατί είναι η αρχή της Άνοιξης. Στις 25 του Μάρτη έχουμε ισημερία αρχίζει να ζεσταίνει λίγο λίγο και η φύση βλασταίνει.
Ο ερχομός της άνοιξης συνδέεται με την επιστροφή των χελιδονιών. Την πρώτη Μαρτίου τα παιδιά στα χωριά γυρνούσαν από σπίτι σε σπίτι μ ένα ξύλινο χελιδόνι στολισμένο και τραγουδούσαν τα χελιδονίσματα.
Παραθέτουμε ένα χελιδόνισμα από το χωριό Αγόριανη Παρνασσού: Το ίδιο το χελιδόνι λέει :
«-Αφ’κα σύκα και σταφύλια και στ’αλώνι θημωνίτσα,
κι ήρθα πίσω κι ηύρα φύτρα, φύτρα, φύτρα, φύτρα, φύτρα».

Πέντε φορές λένε φύτρα – σαν ξόρκι, σαν να θέλουν με την επανάληψη της λέξης να προκαλέσουν τη βλάστηση.
Σε άλλα μέρη το χελιδόνισμα είναι μεγαλύτερο τραγούδι και παρουσιάζει εκπληκτική ομοιότητα με χελιδόνισμα που μας σώθηκε από τον αρχαίο συγγραφέα Αθήναιο. Είναι σαφές ότι τα χελιδονίσματα έχουν αρχαίες καταβολές.
Στην Θράκη, την πρώτη του Μάρτη στην περιοχή της Ραιδεστού, σπάζουνε στην αυλή, λαγήνια, κουτρούλια και λένε:
«Όξω ψύλλοι και κοριοί, μέσα γεια, μέσα χαρά, έμπα καλόχρονε, έβγα κακόχρονε».
Στα Φάρασα της Καππαδοκίας, οι νοικοκυρές, πρωί πρωί την πρώτη του Μάρτη έπαιρναν μια χούφτα στάχτη απ’το δικό τους σπίτι, την πετούσαν στα άλλα σπίτια και έλεγαν: “Ο Μάρτης σε μας, οι ψύλλοι σε σας”.
Ο Μάρτης προοιωνίζει την κάψα του καλοκαιριού γι’αυτό και τα κορίτσια φοράνε γύρω από τον καρπό του χεριού τους την πρώτη του Μάρτη μια κόκκινη και άσπρη κλωστή που την λένε Μάρτη. Τον φορούσαν ώσπου να βγει ο μήνας κι όταν το έβγαζαν από το χέρι τον κρεμούσαν στις τριανταφυλλιές, για να κοκκινίσουν τα μάγουλα τους ή τον τυλίγανε σε μια πετρούλα και τον βρέχανε στο πηγάδι για να ‘ναι δροσερές. Τέλος τον βάζανε στην λαμπάδα της Ανάστασης για να καεί.
Το κατεξοχήν περιεχόμενο του Μάρτη είναι ο άστατος καιρός. Γιαυτό και τον είπαν πεντάγνωμο:
“Ο Μάρτης ο πεντάγνωμος, εφτά φορές εχιόνισε, και πάλι το μετάνιωσε και δεν εξαναχιόνισε”.
Τον λένε και γδάρτη γιατί τελειώνουν τότε τα αποθέματα των δημητριακών. Ο Μάρτης δεν έχει μέτρο μια γελάει μια κλαίει
Αιτία του για αυτήν την αστάθεια ο λαός πιστεύει είναι η ιδιωτική του ζωή. Στα Λακκοβίκια της Μακεδονίας λένε πως ο Μάρτης έχει δύο γυναίκες, μια καλή και ανοιχτόκαρδη και μια σκουντουφλιάρα που πάντα κλαίει. Όταν πάει στην γελαστή ο καιρός γίνεται καλός όταν πάει στην άλλη ο καιρός χαλάει.
Η ευεργετική δύναμη που κλείνουν μέσα τους οι ανοιξιάτικές βροχές και ο ζεστός ήλιος που γονιμοποιεί την φύση και την κάνει να βλασταίνει, εντοπίζεται και μορφοποιείται σε δύο κυρίως γιορτές του μάρτη: των αγίων Σαράντα Μαρτύρων, στις 9 και του Ευαγγελισμού, στις 25.
Ανήμερα των αγίων Σαράντα οι νοικοκυρές πιστεύουν πως ότι φυτέψεις πιάνει. Αυτή την ημέρα οι νοικοκυρές κάνουν τηγανίτες, που τις περιχύνουν με πετιμέζι ή σιρόπι και τις μοιράζουν στους γείτονες, τους συγγενείς και φίλους λέγοντας:
«Σαράντα φας, σαράντα πιεις, σαράντα δώκεις για την ψυχή σου, σαράντα δέντρα φύτεψε να τάχεις λεημοσύνη».
Σε άλλα μέρη βάζουν τα λασάνια (σπορεία για τις ντομάτες και τις πιπεριές), αλλού σπέρνουν βασιλικό και αλλού μεταξόσπορο.
Επίσης σε πολλά μέρη την ημέρα αυτή εντοπίζονται οι μαγικές συνήθειες για την αποφυγή των φιδιών και των άλλων μαμουδιών.

Η γιορτή του Ευαγγελισμού είναι η πιο μεγάλη γιορτή του Μάρτη γιαυτό σε ορισμένα μέρη ο μήνας ονομάζεται Βαγγελιώτης. Την ημέρα αυτή τα αντρόγυνα πρέπει πολύ να προσέχουν γιατί είναι μεγάλη αμαρτία η γυναίκα να πιάσει παιδί. Αυτή είναι η μέρα του Θεού, λένε, και το παιδί που γεννιέται Χριστούγεννα δεν προκόβει. Σε πολλά μέρη πιστεύουν μάλιστα πως τα παιδιά που πιάστηκαν του Ευαγγελισμού, γίνονται καλικαντζαράκια, τόση μεγάλη γιορτή είναι η γιορτή, έλεγαν στην Σωζόπολη, που ούτε τα χελιδόνια κάνουν φωλιές. Επειδή ακριβώς είναι μεγάλη γιορτή, μολονότι πέφτει στην νηστεία της Μεγάλης Σαρακοστής, επιτρέπεται να φάνε ψάρι.
Αλλά η σημαντικότερη σημασία της γιορτής του Ευαγγελισμού είναι αυτή που συνδέεται με την γεωργία, με την ευόδωση της σποράς, που τώρα αρχίζει πια να πρασινίζει και να ψηλώνει. Σ’ ένα χωριό της Λέσβου, τ’ Ανεμώτια λένε πως την ημέρα αυτή η σπορά «φ’τά» (φτύνει) τη γη κι ανεβαίνει απάνω και πρασινίζει ο κόσμος.
Στο Πλωμάρι λένε πως του Ευαγγελισμού θα σκύψουν τα σπαρτά να φιλήσουν τη μάνα τους τη γη, γιατί ετοιμάζονται να φύγουν από την αγκαλιά της. Τότε η μάνα τους του λέει: «Μην πικραίνεστε, παιδιά μου, κι αυτούς που θα σας φάνε (δηλαδή τους ανθρώπους) θα τους φάω εγώ πάλι όλους».
Σε μια παράδοση από την Χίο, που την δημοσίευσε ο Νικόλαος Πολίτης στο μεγάλο του έργο, τις Παραδόσεις, η σχέση αυτή ανάμεσα στην γη, τα σπαρτά και τους ανθρώπους, διατυπώνεται πολύ όμορφα: Την ημέρα του Ευαγγελισμού, έλεγαν στην Χίο, τα στάχια σκύβουν και φιλούν τη γη, την αποχαιρετούν και λένε: «Έχε γεια, μανούλα μου, και πα ‘ μας φαν’ οι λύκοι» και η γη τα χαιρετάει κι εκείνη και λέει:
«Εσάς οι λύκοι τρώγου σας, μα εγώ τρώγω του λύκους».
Η λαϊκή σοφία στο αποκορύφωμα της !!!!!!!

Γράφει ο Γιάννης Τσιαμήτρος
(εκπαιδευτικός χοροδιδάσκαλος)

πηγή zaliosparadosi.blogspot.gr

ΚΑΛΟ ΜΗΝΑ ΝΑ ΕΧΟΥΜΕ !


Γιατί φοράμε Μάρτη και τι συμβολίζει.




Μάρτης αποκαλείται στην Ελλάδα το έθιμο κατά το οποίο φοράμε ένα, φτιαγμένο από κόκκινο και άσπρο σχοινάκι ή κλωστές που έχουν στριφτεί ή πλεχτεί, βραχιόλι από την 1η Μαρτίου, έως και το τέλος του μήνα

Μάρτης αποκαλείται στην Ελλάδα το έθιμο κατά το οποίο φοράμε ένα, φτιαγμένο από κόκκινο και άσπρο σχοινάκι ή κλωστές που έχουν στριφτεί ή πλεχτεί, βραχιόλι από την 1η Μαρτίου, έως και το τέλος του μήνα.

Το έθιμο αυτό έχει τις ρίζες του στην Αρχαία Ελλάδα και συγκεκριμένα στα Ελευσίνια Μυστήρια. Οι μύστες των Ελευσίνιων Μυστηρίων έδεναν μια κλωστή, την Κρόκη, στο δεξί τους χέρι και το αριστερό τους πόδι.

Σήμερα και για όλο το μήνα παιδιά και μεγάλοι φορούν στον καρπό του χεριού τους ένα βραχιολάκι, φτιαγμένο από στριμμένη άσπρη και κόκκινη κλωστή. Όπως λέει ο λαός, ο Μάρτης προστατεύει τα πρόσωπα των παιδιών από τον πρώτο ήλιο της άνοιξης για να μην καούν. Τον φτιάχνουν την τελευταία μέρα του Φλεβάρη και τον φορούν την πρώτη μέρα του Μάρτη, πριν βγουν από το σπίτι.

Μάλιστα, όταν τελειώσει ο μήνας το βραχιολάκι αυτό το βγάζουν και το αφήνουν πάνω στις τριανταφυλλιές όταν δουν το πρώτο χελιδόνι, για να τον πάρουν τα πουλιά και να χτίσουν τη φωλιά τους.

Ερμηνεία

Είναι ένα έθιμο σύμφωνα με το οποίο αυτός που φορά το Μάρτη, κυρίως τα μικρά παιδιά, προστατεύονται είτε από ασθένειες γενικά ή «για να μην τα κάψει ο ήλιος» / για να «μην τα μαυρίζει ο ήλιος» ή για να «μην τα πιάνει το μάτι».

Συμβολικά το λευκό και το κόκκινο χρώμα τα συναντάμε συχνά στη δεισιδαιμονία όταν είναι να αποτρέψουμε κάποιο κακό. Αυτό μνημονεύεται και από τους αρχαίους Έλληνες συγγραφείς.

Ο Αρτεμίδωρος στα «Ονειροκριτικά» συσχετίζει τους διάφορους στεφάνους των μαγισσών, ο Βιργίλιος στα «Βουκολικά» αναφέρει πολύχρωμους μίτους περιδεμένους τρεις φορές σε εικόνα ερωμένου για να τον σαγηνέψουμε.

Ο Πετρώνιος αναφέρει όμοιες μαγγανείες, όπου δένουμε πολύχρωμο στήμονα στον τράχηλο. Οι Βυζαντινοί αναφέρουν τη χρήση βαμμένης κλωστής κατά της βασκανίας. Στα Ελευσίνια μυστήρια κατά την αρχαιότητα οι νεαροί μύστες φορούσαν κρόκους στο δεξί χέρι και στο πόδι. Πρόκειται λοιπόν για έθιμο πανάρχαιο, ή όμοιο με πανάρχαια έθιμα.

Το ιδιότυπο αυτό ασπροκόκκινο βραχιολάκι, όταν έφευγε ο Μάρτιος, στην κεντρική Ελλάδα τουλάχιστον το έβγαζαν και το κρεμούσαν στο πιο ψηλό κλαδί των δένδρων που ήταν κοντά στα σπίτια με τις χελιδονοφωλιές, διότι ο Μάρτιος είναι ο μήνας της εαρινής μετανάστευσης πτηνών από την Αφρικανική ήπειρο στην Ελλάδα κυρίως και στα Βαλκάνια κατ’ επέκταση.

Τα πτηνά αυτά μεταφέρουν συχνότατα ασθένειες των θερμότερων κλιμάτων που με την αυξημένη υγρασία της άνοιξης επωάζονται.

Στη λαογραφία αναφέρεται πως τα παιδιά πρέπει να σέβονται, να αγαπούν και να μην πειράζουν τα χελιδόνια, επειδή λειτουργούσαν ως «οικόσιτα» πτηνά που έκτιζαν τις φωλιές τους στους τοίχους των σπιτιών, με το σκεπτικό ότι ήταν χρήσιμα αφού εξολόθρευαν τα έντομα, κυρίως κουνούπια, που ήταν βλαβερά για τον άνθρωπο και τα οποία κουνούπια τα ίδια τα χελιδόνια μετέφεραν στο πτίλωμα τους από το ταξίδι τους από την Αφρική. Ο ένας λόγος ήταν εν μέρει αυτός, ο δεύτερος λόγος ήταν ότι οι παλαιότεροι γνώριζαν για τις ασθένειες αυτές και δεν ήθελαν να τις πάθουν τα παιδιά τους.

Μαζί με τα υγιή χελιδόνια και άλλα πουλιά μεταναστεύουν και ασθενή. Ειδικά το ασθενές χελιδόνι εάν δει κόκκινο χρώμα, το αποφεύγει και δεν πλησιάζει, αντιθέτως το υγιές χελιδόνι μαζεύει την ασπροκόκκινη κλωστίτσα που την βρίσκει στο ψηλό κλαδί του δένδρου και τη μεταφέρει στη φωλιά του για να αποτρέψει την χρήση της από τον ασθενή εισβολέα και να κλωσήσει τα υγιή αυγά του. Για τον λόγο αυτό της υγείας οι παλαιότεροι είχαν σκαρφιστεί την χρησιμότητα των χελιδονιών, κυρίως, και απέτρεπαν τα παιδιά να παίζουν μαζί τους και να πλησιάζουν τις χελιδονοφωλιές.
Έθιμο, όχι μόνο στη χώρα μας

Ωστόσο δεν είναι μόνο η χώρα μας που έχει αυτό το εθιμο. Μάρτη φοράνε και στη Βουλγαρία, τη Ρουμανία, μία μικρή καρφίτσα που τη λένε Μαρτσισόρ, τη Βόρεια Μακεδονία, την Αλβανία και την Μολδαβία.

Το έθιμο του Μάρτη γιορτάζεται ίδιο και απαράλλαχτο στην ΠΓΔΜ με την ονομασία Μάρτινκα και στην Αλβανία ως Βερόρε. Οι κάτοικοι των δυο γειτονικών μας χωρών φορούν βραχιόλια από κόκκινη και άσπρη κλωστή για να μην τους «πιάσει» ο ήλιος, τα οποία και βγάζουν στα τέλη του μήνα ή όταν δουν το πρώτο χελιδόνι.

Άλλοι πάλι δένουν τον Μάρτη σε κάποιο καρποφόρο δέντρο, ώστε να του χαρίσουν ανθοφορία, ενώ μερικοί τον τοποθετούν κάτω από μια πέτρα κι αν την επόμενη ημέρα βρουν δίπλα της ένα σκουλήκι, σημαίνει ότι η υπόλοιπη χρονιά θα είναι πολύ καλή.

Οι Βούλγαροι, την πρώτη ημέρα του Μάρτη, φορούν στο πέτο τους στολίδια φτιαγμένα από άσπρες και κόκκινες κλωστές που αποκαλούνται Μαρτενίτσα. Σε ορισμένες περιοχές της Βουλγαρίας, οι κάτοικοι τοποθετούν έξω από τα σπίτια τους ένα κομμάτι κόκκινου υφάσματος για να μην τους «κάψει η γιαγιά Μάρτα», που είναι η θηλυκή προσωποποίηση του μήνα Μάρτη.

Η Μαρτενίτσα λειτουργεί στη συνείδηση του βουλγαρικού λαού σαν φυλαχτό, το οποίο μάλιστα είθισται να προσφέρεται ως δώρο μεταξύ των μελών της οικογένειας, συνοδευόμενο από ευχές για υγεία και ευημερία. Το ασπροκόκκινο στολίδι της 1ης του Μάρτη φέρει στα ρουμανικά την ονομασία Μαρτσισόρ. Η κόκκινη κλωστή συμβολίζει την αγάπη για το ωραίο και η άσπρη την αγνότητα του φυτού χιονόφιλος, που ανθίζει τον Μάρτιο και είναι στενά συνδεδεμένο με αρκετά έθιμα και παραδόσεις της Ρουμανίας.

Πηγή : ιν.gr


ΑΠΟΚΡΙΑΤΙΚΑ ΗΘΗ ΚΑΙ ΕΘΙΜΑ ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΥ



ΠΑΤΡΑ, το κορυφαίο Καρναβάλι της Χώρας

Το Καρναβάλι της Πάτρας αποτελεί τη σημαντικότερη εκδήλωση της περιοχής, αλλά και μία από τις κορυφαίες της χώρας. Η τελετή έναρξης του καρναβαλιού είναι το ξεκίνημα των εκδηλώσεων και συγχρόνως το προσκλητήριο προς τους Πατρινούς για ενεργό συμμετοχή σε αυτές. Η πρώτη επίσημη εμφάνιση της Βασίλισσας του Καρναβαλιού, η αναχώρηση του Καρναβαλιού από την Αθήνα, η μεταφορά του μηνύματος της έναρξης του Πατρινού Καρναβαλιού από τους σταθμούς που περνά, , ο όρκος του Καρναβαλιστή και η παρουσίαση μέρους του καρναβαλικού διάκοσμου της Πάτρας είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της Πατρινής Αποκριάς των τελευταίων χρόνων. Αναφέρουμε ενδεικτικά ορισμένες εκδηλώσεις, όπως: "ΕΙΔΩΜΑΤΑ", "ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΙΑ", "ΦΕΓΓΑΡΙΑ", "BABY RALLY", την Ποδαράτη Νυχτερινή Παρέλαση την παραμονή της τελευταίας Κυριακής και πολλές άλλες παλαιότερες ικανές να σας εντάξουν στο καρναβαλικό κλίμα. Κατά την προτελευταία εβδομάδα διοργανώνεται ένα διαρκές τετραήμερο εκδηλώσεων, που αρχίζουν από την Τσικνοπέμπτη και θεωρούνται η πρώτη μεγάλη κορύφωση των αποκριάτικων εκδηλώσεων. Την τελευταία εβδομάδα έχουμε τη γνωστή κατάληξη των καρναβαλικών εκδηλώσεων με κορυφαίες στιγμές αυτές των δύο παρελάσεων. Η μία γίνεται το Σάββατο και έχει τον χαρακτήρα της νυχτερινής, και η άλλη την Κυριακή το μεσημέρι. Σε αυτές παίρνουν μέρος πάνω από τριάντα χιλιάδες άτομα, τα περισσότερα από τα οποία είναι μέλη των γκρουπ του Κρυμμένου Θησαυρού. Την παρέλαση παρακολουθούν περισσότερα από 300 χιλιάδες άτομα, ενώ επί 48 ώρες περίπου η πρωτεύουσα της Αχαΐας μετατρέπεται σε κέντρο του κεφιού.


ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΙΑ

Τα Μπουρμπούλια αποτελούν την παλαιότερη εκδήλωση του Πατρινού Καρναβαλιού, και μαζί με τον Κρυμμένο Θησαυρό, ο οποίος αποτελεί το βασικό μέσο έκφρασης της πλειοψηφίας των κατοίκων της περιοχής, μετέτρεψε τον ανώνυμο καρναβαλιστή σε πρωταγωνιστή του Πατρινού Καρναβαλιού και συνάμα σε κύριο παράγοντα του θεσμού, έχουν ξεπεράσει σε φήμη τα στενά όρια της Πάτρας και της ευρύτερης περιοχής. Η χρονολογία κατά την οποία ξεκίνησε η πραγματοποίηση της συγκεκριμένης εκδήλωσης παραμένει άγνωστη αλλά τοποθετείται μετά το 1872. Τα ήθη της εποχής έπαιξαν τον κυριότερο ρόλο για την καθιέρωση των "ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΙΩΝ". Η ώρα πραγματοποίησής τους, παρείχε τη δυνατότητα στις γυναίκες να μπορούν να απουσιάζουν από το σπίτι με διάφορα προσχήματα. Τα ήθη σήμερα, ουδεμία σχέση έχουν με αυτά που επέβαλαν την καθιέρωση των ΜΠΟΥΡΜΠΟΥΛΙΩΝ, ωστόσο εξακολουθεί και σήμερα ακόμη να συγκινεί και να αποτελεί σημείο αναφοράς με το μυστήριο, τη μαγεία και τη διάθεση για ζωντάνια να κυριαρχούν. Διατηρώντας το χαρακτηριστικό ντύσιμο των γυναικών ώστε αυτές να μην αναγνωρίζονται, σε αντίθεση με τους άντρες που απλώς είναι ντυμένοι "αστικά", τα Μπουρμπούλια αναγνωρίζουν την κυριαρχία της γυναίκας σε αυτό το παιχνίδι του καρναβαλικού φλερτ. Το βράδυ της τελευταίας Κυριακής της Αποκριάς, ο Βασιλιάς Καρνάβαλος καλείται να αποχαιρετήσει τους πιστούς του, ανανεώνοντας το ραντεβού του για τον επόμενο χρόνο. Η καθιερωμένη συνάντηση των πληρωμάτων στην κεντρική προβλήτα του λιμανιού, η ανακοίνωση των αποτελεσμάτων για τον Κρυμμένο Θησαυρό, ο αποχαιρετισμός του Βασιλιά Καρνάβαλου, ο ασταμάτητος χορός και η πανδαισία πυροτεχνημάτων θα παραμένουν αναλλοίωτες εικόνες μέσα στο χρόνο για τους επισκέπτες και μόνιμο σκηνικό που θα συνοδεύει την τελετή έναρξης.


ΜΕΘΩΝΗ, του Κουτρούλη ο γάμος



Εδώ αναβιώνει "του Κουτρούλη ο γάμος". Καρναβάλι - γάμος που κρατά από το 14ο αιώνα. Στις μέρες μας, το ζευγάρι των νεόνυμφων είναι δύο άντρες, που μαζί με τους συγγενείς πηγαίνουν στην πλατεία όπου γίνεται ο γάμος με παπά και με κουμπάρο. Διαβάζεται το προικοσύμφωνο και ακολουθεί ένα τρικούβερτο γλέντι.



Η Αποκριά στην Αρκαδία 



Η Αποκριά=από+κρέας σημαίνει αποχή από το κρέας. Διαρκεί 3 εβδομάδες. Η 1η εβδομάδα παλαιότερα αναγγελλόταν με τυμπανοκρουσίες και πυροβολισμούς (στην Πάτρα, υπάρχει ο "ντελάλης" που αναγγέλλει την έλευση της Αποκριάς). Η 2η εβδομάδα, η "Κρεατινή" - τρώμε μόνο κρέας (βέβαια, στις μέρες μας, όλες οι βδομάδες είναι..."κρεατινές"!). Σε αυτή τη βδομάδα ανήκει και η Τσικνομέμπτη, μέρα κρεατοφαγίας (μέχρι σκασμού)και οικογενειακής συγκέντρωσης, διασκέδασης. 3η εβδομάδα:"Τυρινή". Κρεατοφαγία τέλος! Τρώμε κυρίως τυρί,αβγά και μακαρόνια. Σε πολλές περιοχές της Ελλάδος φτιάχνουν το τυροζούμι, ένα ζωμό από άγρια χόρτα και τυριά. Στην Αρκαδία συνοδεύεται από ένα διασκεδαστικό έθιμο: την Κυριακή της Τυρινής μαζεύονται όλοι οι συγγενείς στο σπίτι του γεροντότερου.Aφού καθήσουν στο τραπέζι και κάνουν προσευχή, το...σηκώνουν όλοι μαζί με τα δάχτυλα πάνω-κάτω τρείς φορές και λένε "αγιοζούμι, τυροζούμι -όποιος πιεί και δε γελάσει- ψύλλος δε θα τον δαγκάσει". Και πίνουν χωρίς να γελούν. Ύστερα όμως τρώνε γελώντας με την ψυχή τους... Οι ανύπαντροι παίρνουν κρυφά ένα μακαρόνι, το βάζουν στο μαξιλάρι τους και όποιον/α ονειρευτούν, αυτή/όν θα παντρευτούν! Όταν τελειώσουν το φαγητό, σηκώνουν πάλι το τραπέζι με τα δάχτυλα και ο γεροντότερος ρωτά: -"Φάγατε?" -"Φάγαμε!" -"Ήπιατε?" -"Ήπιαμε!" -"Χορτάσατε? " -"Χορτάσαμε!" -"Πάντα χαρούμενοι νά'στε..." Μερικοί από τους κατοίκους της Αρκαδίας, ιδίως οι γεροντότεροι, γνωρίζουν και κρατούν αυτά τα έθιμα.



Η Κυρά Σαρακοστή (Αρκαδία) 

Έθιμο που συναντάται όχι μόνο στην Αρκαδία αλλά και σε όλη την Ελλάδα. Η γιαγιά μας, μας ζωγράφιζε σε χαρτί την Κυρά Σαρακοστή που είχε τα βλέφαρά της χαμηλωμένα, το στόμα της υπομονετικά κλειστό και τα χέρια της άνετα σταυρωμένα σε στάση προσευχής. Τα πόδια της ήταν επτά που αντιστοιχούσαν σε κάθε μια από τις επτά εβδομάδες της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η γιαγιά κρεμούσε αυτή την ζωγραφιά της κάτω από το εικονοστάσι της. Κάθε Σαββάτο ένα, ένα τα εγγόνα διαδοχικά έκοβαν από ένα πόδι ως ότου έμενε το τελευταίο πόδι της Μεγάλης Εβδομάδας. Εκείνο, αφού το τύλιγε σε μικρό μπαλάκι, το έβαζε μέσα στο Ψωμί της Ανάστασης και όταν ο πατέρας έκοβε και μοίραζε τις φέτες σε όλα τα παρευρισκόμενα μέλη του Πασχαλινού τραπεζιού ο πιο χαρούμενος ήταν εκείνος που έβρισκε στη φέτα του ψωμιού του το τελευταίο πόδι της Κυράς Σαρακοστής. Το έθιμο της Κυράς Σαρακοστής μερικοί το έχουν κρατήσει μέχρι σήμερα και το χαίρονται πολύ καθώς εναρμονίζεται με την ατμόσφαιρα των ημερών.


Μάνη «χιουροπασπαλά» ή «γουρουνοπασπαλά».



Κατά τη Δευτέρα του Τριωδίου μια ομάδα ανδρών ειδικών στη σφαγή των χοίρων περιέρχονται όλα τα σπίτια του χωριού και σφάζει τους χοίρους μόνο, ενώ την υπόλοιπη εργασία για την οριστική τακτοποίηση των κρεάτων αναλαμβάνει η οικογένεια, η οποία από πείρα τα καταφέρνει μια χαρά. Αν ο χοίρος είναι μικρής ηλικίας θα τον «λεχιάσουν», δηλαδή θα του κάνουν αποτρίχωση με καυτό νερό, εάν δε μεγάλος τότε θα τον γδάρουν, θα αλατίσουν καλά το δέρμα του και θα το χρησιμοποιήσουν για την κατασκευή τσαρουχιών, τα οποία είναι πολύ ανθεκτικά, ιδεώδη μπορεί να πει κανείς στο πετρώδες και ανώμαλο έδαφος της Μάνης. Τα εντόσθια, το κεφάλι και τα χονδρά κόκαλα που δεν κάνουν για σύγκλινα, καταναλώνονται στις τρεις αυτές εβδομάδες, γιατί μόλις φθάσει η Καθαρή Δευτέρα κι αρχίσει έτσι η Μ. Σαρακοστή, αρχίζει η μεγάλη νηστεία που θα κρατήσει μέχρι το Πάσχα, πενήντα μέρες δηλαδή. Το υπόλοιπο κρέας θα αλατιστεί καλά για δέκα ημέρες και την Πέμπτη της Κρεατινής εβδομάδας, την Τσικνοπέμπτη θα καπνιστεί. Κατασκευάζουν την κρεμάλα, όπως τη λένε, που μοιάζει με την κρεβατίνα της κληματαριάς και εκεί κρεμούν το κρέας που είναι κομμένο σε στενόμακρες λουρίδες, στις «βασκές». Κάτω από το κρέας καίνε σιγά-σιγά διάφορους μυρωδάτους θάμνους κυρίως φασκομηλιά, κι έτσι προσδίδουν στα σύγκλινα ένα εξαιρετικό άρωμα και αποσμίζουν τελείως αυτό από την ειδική γεύση του χοιρινού κρέατος. Αφού λοιπόν βράσουμε το κρέας και το κάνουμε σύγκλινα θα το βάλουμε σε μικρά κιούπια για να έχωμε τα άρτεμα όλης της χρονιάς ή την αρτεσία αν θέλετε, δηλαδή τη διατηρημένη τροφή, την παστωμένη. Την πρώτη ημέρα της σφαγής του οικιακού χοίρου κάθε οικογένεια θα παρασκευάσει τον Μέλανα Ζωμό, λιγάκι εκσυγχρονισμένο και θα φάει το γνωστό σήμερα με το όνομα «συκοτοπασπαλά», «χιουροπασπαλά» ή «γουρουνοπασπαλά». Σ’ όλες αυτές τις 21 ημέρες θα γίνει φαγοπότι, οινοποσία και μοιρολόγια αντί τραγούδια δίνοντας έτσι μια πιο Δωρική υφή στο γλέντι, μια και στη Μάνη η τοπική ποίηση και το τραγούδι ήταν το μοιρολόι και για τις χαρές και για τις λύπες.


Το Γαΐτανάκι στην Καλαμάτα

Κάθε χρόνο στην Κεντρική πλατεία της πόλης της Καλαμάτας, μετά την παρέλαση της Φιλαρμονικής αναβιώνει το «Γαϊτανάκι»! Πρόκειται για ένα χορευτικό δρώμενο και αποτελείται από έξι ζευγάρια χορευτών, γύρω από ένα μεγάλο στύλο που τον στηρίζει ένα μέλος της ομάδας. Στην κορυφή του στύλου είναι πιασμένες αρκετές πολύχρωμες μακριές κορδέλες (γαϊτάνι). Κάθε χορευτής κρατάει από μία και καθώς χορεύουν ο ένας χορευτής περνάει τη μια φορά μέσα και την άλλη από έξω από τον άλλον και έτσι οι κορδέλες πλέκονται πολύχρωμες πάνω στο κοντάρι δημιουργώντας διάφορα χρωματιστά σχέδια. Στην πόλη της Καλαμάτας αναβιώνει επίσης «ο Βλάχικος Γάμος». Η γαμήλια πομπή ξεκινά από τα γραφεία του μορφωτικού συλλόγου, ο οποίος και το διοργανώνει, με παραδοσιακή μουσική και όσοι την ακολουθούν είναι μεταμφιεσμένοι. Η αναβίωση του Βλάχικου γάμου ολοκληρώνεται στην Πλατεία Ανατολικού Κέντρου όπου συναντιούνται όλοι και στήνεται παραδοσιακό λαϊκό γλέντι με χορό και φαγητό. Την Καθαρά Δευτέρα στην παλιά πόλη της Καλαμάτας συνηθίζεται το πέταγμα των αερόστατων. Φτιάχνονται με πολύχρωμες κόλες και στο κάτω ανοιχτό άκρο του τοποθετείται ένα εμποτισμένο με πετρέλαιο στουπί, το οποίο ανάβουν λίγο πριν αφήσουν το αερόστατο για να φύγει στα ουράνια. Ακολουθεί το κυνήγι του από ομάδες παιδιών προκειμένου να το πιάσουν και να το φέρουν πίσω.


Πύλος το έθιμο του Μακαρονά

Στην Πύλο υπάρχει το έθιμο του μακαρονά! Οι κάτοικοι φτιάχνουν ένα ομοίωμα ανθρώπου από άχυρα τον οποίο δικάζουν στην πλατεία με την παρουσία δικαστή και ενόρκων, με την κατηγορία ότι έφαγε όλα τα μακαρόνια και οι υπόλοιποι κάτοικοι έμειναν νηστικοί. Η απόφαση του Δικαστηρίου είναι η καταδίκη του σε θάνατο δια της πυράς. Τα τελευταία χρόνια το έθιμο αυτό έχει σταματήσει να διαδραματίζεται.

www.in.gr



Συλλογή Πληροφοριών: Αθηνά Καβακίδου



ΈΘΙΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΚΡΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗ ΘΡΑΚΗ




Ξάνθη


Την τελευταία Κυριακή της Αποκριάς, στην Ξάνθη, αναβιώνει κάθε χρόνο από τους κατοίκους του συνοικισμού, ο οποίος βρίσκεται στη γέφυρα του ποταμού Κόσυνθου, το «κάψιμο του Τζάρου». Ο Τζάρος ή Τζάρους, σύμφωνα με την τοπική παράδοση, πρόκειται για ένα κατασκευασμένο ανθρώπινο ομοίωμα, τοποθετημένο πάνω σε πουρνάρια, που καίγεται και «ξορκίζει το κακό». Σε αυτή την περίπτωση, το κακό είναι… η απομάκρυνση των ψύλλων το καλοκαίρι. Η ονομασία «Τζάρος» προήλθε από τον ιδιόρρυθμο ήχο που δημιουργούσε η καύση του θάμνου «τζ,τζ,τζ…». Το έθιμο έφεραν οι πρόσφυγες από το Σαμακόβ της Ανατολικής Θράκης. Μετά το «κάψιμο του Τζάρου», ακολουθεί ένα φαντασμαγορικό θέαμα με πυροτεχνήματα και γλέντι μέχρι τις πρώτες πρωινές ώρες.




Διδυμότειχο


Στα χρόνια της τουρκοκρατίας σε πολλές περιοχές της Ελλάδας υπήρχαν πολλοί Τούρκοι. Κάποιοι από αυτούς είχαν μεγάλες περιουσίες και οι κάτοικοι τους ονόμαζαν «Μπέηδες». Ο Μπέης εκείνη την εποχή ζούσε όπως ένας Αγάς. Είχε πάντα στο σπίτι του, την καλύτερη κοπέλα του χωριού, το γιατρό του, τη νοσοκόμα, τους σωματοφύλακές του και κάποιον έμπιστο δικαστικό για να τιμωρεί τους παραβάτες. Οι συνθήκες εκείνης της εποχής ήταν πάρα πολύ δύσκολες και για να επιβιώσει κανείς, πήγαινε και δούλευε στις δουλειές του Μπέη για ένα κομμάτι ψωμί. Πολλοί από τους κατοίκους του χωριού αντιδρούσαν σ’ όλη αυτή την εκμετάλλευση οπότε και ξεσηκώθηκαν να διαμαρτυρηθούν να σταματήσει αυτό το καθεστώς που επικρατούσε, πράγμα που το κατάφεραν.
Οι Τούρκοι δεν επέτρεπαν στους Έλληνες να συγκεντρώνονται και να μιλάνε ελεύθερα. Μετά από προσπάθειες, τους επέτρεπαν να συγκεντρώνονται την Αποκριά, να μιλούν ελεύθερα και να λύνουν τα προβλήματά τους. Σιγά-σιγά μπορούσαν να σατιρίζουν τους Τούρκους και να τους πειράζουν, μόνο εκείνη τη μέρα. Το έθιμο συνεχίστηκε, και μετά την απελευθέρωση γινόταν σαν γιορτή για την απελευθέρωση από την εκμετάλλευση των Τούρκων. Κράτησε, και με τα χρόνια αύξησε το σατιρικό και περιπαικτικό χαρακτήρα του.
Το έθιμο του «Μπέη», περιέχει διονυσιακά στοιχεία και έχει σατιρικό χαρακτήρα. Ο Μπέης είναι ώριμος άντρας με μουστάκι, ντυμένος με «γούνα», βαμμένος με κοκκινάδι, πολλά στολίδια, φέσι, μπότες και φέρει μαζί του ραβδί, πιστόλια και ναργιλέ. Φυσικά δεν είναι μόνος του, έχει και τη συνοδεία του. Προηγείται όλων ο τελάλης, ακολουθεί η φρουρά του Μπέη, έπειτα ο ίδιος, οι αυλικοί και οι γεωργοί. Το ντύσιμο σχεδόν όλων των προσώπων βασίζεται σε ρούχα παλαιότερων εποχών και στον αυτοσχεδιασμό. Αφού τελειώσει η «γύρα» του μπέη, γίνεται αναπαράσταση των τοπικών εργασιών (όργωμα, θερισμός) από τους γεωργούς. Ακολουθεί γαϊδουροδρομία και ρωμαϊκή πάλη. Μετά την ολοκλήρωση της ρωμαϊκής πάλης, ο κόσμος μαζεύεται στις ταβέρνες και μαζί με το προσωπικό του Μπέη πίνει και διασκεδάζει με παραδοσιακά όργανα της περιοχής.


Το έθιμο του Αράπη στο χωριό Δορίσκος.


Το έθιμο του Αράπη αναβιώνει στο χωριό Δορίσκος του ‪Έβρου. Το έθιμο έχει τις ρίζες τουστα χρόνια της Τουρκοκρατίας και συμβολίζει τον φοροεισπράκτορα της εποχής πουκατόπιν εντολής του Μπέη της περιοχής γύριζε από χωριό σε χωριό με τη συνοδεία του για να μαζέψει φόρους.

Το μάζεμα των φόρων γινόταν συχνά με την απειλή των όπλων ενώ γι' αυτούς που δεν είχαν να πληρώσουν μπορεί να σήμαινε ακόμη και την αρπαγή της κόρης τους για χαρέμι. Το έθιμο φτάνει σε εμάς τόσους αιώνες μετά από γενιά σε γενιά και αναβιώνει κάθε χρόνο.
Έτσι λοιπόν την Δευτέρα πριν την Καθαρά Δευτέρα το πρωί κάποιος χωριανός ντύνεται Αράπης και κάποιος Καντίνα, γυναίκα δηλαδή που συμβολίζει την σκλάβα. Ο Αράπης βάφεται μαύρος βάζει καμπούρα κρεμάει κουδούνια και μία πλεξούδα σκόρδα για το "μάτι", κουβαλάει ένα ξύλινο σπαθί και ένα ξύλινο ομοίωμα πέους. Γίνεται δηλαδή σωματώδης και άσχημος και αν παρ' όλα αυτά το παρουσιαστικό του δεν αρκεί να προκαλέσει φόβο έχει τα κουδούνια του και τα ξύλινα ομοιώματά του.
Ο Αράπης με την Καντίνα με την συνοδεία του που την αποτελούν οι νέοι του χωριού και με γκάιντα ή κλαρίνο και νταούλι βγαίνουν στο κέντρο του χωριού μπαίνουν στα καφενεία και με ήχους παραδοσιακής μουσικής με γέλια και πειράγματα γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι.
Η είσπραξη των φόρων αρχίζει. Κάθε νοικοκύρης οφείλει να συνεισφέρει χρήματα στον κουμπαρά ή αυγά ή οτι αυτός κρίνει, για αντάλλαγμα δέχεται το άγγιγμα του σπαθιού στο λαιμό.
Αυτό σήμαινε ότι ο καινούριος χρόνος θα του χαρίσει υγεία για το σπιτικό και τα ζώα του και καλή σοδειά για τα σπαρτά του.
Όταν μαζευτούν οι "φόροι" απ' όλα τα σπίτια το μάζεμα συνεχίζεται στην πλατεία του χωριού απ' όλους τους περαστικούς.
Τότε όλο το χωριό συγκεντρώνεται στην πλατεία για χορό και φαγοπότι. Κατά την διάρκεια του γλεντιού ο Αράπης προσέχει την "κλεμμένη" Καντίνα του καθώς νεαροί και μεγαλύτεροι προσπαθούν να την πάρουν πίσω οπότε αρχίζει και ένα τρελό κυνηγητό.




Γαϊτανάκι! 


Από τα πιο γνωστά πανελλαδικά έθιμα, που διατηρούνται αυτούσια ως τις μέρες μας, είναι το γαϊτανάκι. Το γαϊτανάκι είναι ένας χορός που δένει απόλυτα με το χρώμα και το κέφι της απόκριας.

Πέρασε στην Ελλάδα από πρόσφυγες του Πόντου της Μ. Ασίας και έδεσε απόλυτα με τα άλλα τοπικά έθιμα, αφού η δεξιοτεχνία των χορευτών και ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του δεν αφήνουν κανέναν αδιάφορο.

Δεκατρία άτομα χρειάζονται γι’ αυτόν το χορό. Ο ένας κρατά ένα μεγάλο στύλο στο κέντρο, από την κορυφή του οποίου κρέμονται 12 μακριές κορδέλες, διαφορετικού χρώματος η καθεμιά. Οι κορδέλες αυτές λέγονται γαϊτάνια και δίνουν το όνομά τους στο έθιμο. Οι υπόλοιποι δώδεκα χορευτές κρατούν από ένα γαϊτάνι και χορεύουν σε ζευγάρια. Καθώς κινούνται γύρω από το στύλο, κάθε χορευτής εναλλάσσεται με το ταίρι του κι έτσι πλέκουν τις κορδέλες πάνω του δημιουργώντας χρωματιστούς συνδυασμούς. Όταν πια οι κορδέλες τυλιχτούν στο στύλο και οι χορευτές χορεύουν όλο και πιο κοντά σε αυτόν, τότε ο χορός τελειώνει και το στολισμένο γαϊτανάκι μένει να θυμίζει το αποκριάτικο πνεύμα.

Πιθανόν ο κυκλικός αυτός χορός να υποδηλώνει τον κύκλο της ζωής, από τη χαρά στη λύπη, από το χειμώνα στην άνοιξη, από τη ζωή στο θάνατο και το αντίθετο.


Oι παραδόσεις και τα έθιμα της Αποκριάς σε όλη την Ελλάδα




Οι καρναβαλικές εκδηλώσεις, σε κάθε περιοχή της χώρας μας, έχουν το δικό τους τοπικό χρώμα και αποσκοπούν στη διατήρηση της παράδοσης και στην ψυχαγωγία των κατοίκων. Τα Καρναβάλια δεν συντελούν μόνο στην καλύτερη ποιότητα ζωής των χωριών και των πόλεων, αλλά παράλληλα ενισχύουν τις τοπικές οικονομίες, καθώς προσελκύουν πλήθος επισκεπτών στην περιφέρεια. Τα έθιμα και οι παραδόσεις, σε πολλές περιοχές, μεταφέρονται αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά έως και τις ημέρες μας.

Η προετοιμασία σε αρκετές περιπτώσεις ξεκινάει μόλις ανοίγει το Τριώδιο, ενώ κορυφώνεται πάντοτε την τελευταία Κυριακή των Αποκριών, οπότε στήνεται μεγάλο γλέντι που διαρκεί μέχρι το πρωί της Καθαρής Δευτέρας.


Από τον Έβρο ώς την Κρήτη


Πάτρα. Το Καρναβάλι της είναι ξακουστό. Το βράδυ στο λιμάνι, η καύση του βασιλιά Καρνάβαλου είναι φαντασμαγορική.

Άμφισσα. Το τελευταίο Σαββατοκύριακο της Αποκριάς αναβιώνει ο θρύλος του “Στοιχειού”.

Γαλαξίδι. Την Καθαρά Δευτέρα είθισται το άναμμα φωτιάς σε πλατείες και δρόμους, με μουσική, φαγητό και χορό. Άλλο έθιμο είναι ο “αλευροπόλεμος”,που διατηρείται από το 1801.

Θήβα. Την Καθαρά Δευτέρα γίνεται αναπαράσταση του Βλάχικου Γάμου, έθιμο που φτάνει στις μέρες μας από το 1830.

Λιβαδειά. Την τελευταία Κυριακή, η ομάδα πολιτών “Φίλοι του Καρναβαλιού της Λιβαδειάς” διοργανώνει το μεγάλο γαϊτανάκι.

Τύρναβος. Την Καθαρά Δευτέρα οι ντόπιοι παρασκευάζουν το “Μπουρανί”(χορτόσουπα χωρίς λάδι). Γύρω από την προετοιμασία στήνονται παιχνίδια με τολμηρά πειράγματα από τους “μπουρανίδες”.

Άρτα. Εδώ λαμβάνει χώρα το Καρναβάλι των Γυναικών -αποκλειστικά από ομάδες γυναικών.

Ιωάννινα. Ανάβουν οι “Τζαμάλες”, δηλαδή μεγάλες φωτιές και γύρω τους οι μεταμφιεσμένοι 
χορεύουν. Οι εκδηλώσεις κορυφώνονται στην κεντρική πλατεία των Ιωαννίνων, με το περίφημο γαϊτανάκι.

Διδυμότειχο. Αναβιώνει το έθιμο του “Μπέη”.

Δράμα. Στην Καλή Βρύση οι “Μπαμπούγεροι” κρατάνε σακίδια με στάχτη. Όταν το κέφι ανάβει, σακίδια και περιεχόμενο εκτοξεύονται στους περαστικούς.

Σέρρες. Στο νομό Σερρών, στην Αγία Ελένη, την Kαθαρά Δευτέρα συναντάμε το έθιμο του “Kαλόγερου”. Τη γιορτή αυτή αρχίζουν οι Αναστενάρηδες και συνεχίζουν οι μίμοι.

Καστοριά. Την τελευταία Κυριακή, οι κάτοικοι ανάβουν φωτιές που ονομάζονται “μπουμπούνες”.
Nάουσα. Αναβιώνει το έθιμο της “Mπούλας” και του “Γενίτσαρου”.

Κέρκυρα

Με ενετικές αλλά και αρχαιοελληνικές επιρροές, τα αποκριάτικα έθιμα στο νησί της Κέρκυρας, έχουν τη δική τους ξεχωριστή φυσιογνωμία. Αναμεσά τους οι Γκιόστρες (ιπποτικοί αγώνες), που σύμφωνα με μια εκδοχή, η προέλευσή τους φαίνεται να έχει ρίζες ρωμαϊκές.

Σκύρος. Το έθιμο του νησιού θέλει τον “γέρο” και την “κορέλα” να βγαίνουν στους δρόμους και να δίνουν μια ξεχωριστή εικόνα των ημερών.

Νάξος. Το έθιμο με τους “Kουδουνάτους” αναβιώνει κάθε χρόνο. Φορούν κάπα και κουκούλα, γυρνούν το χωριό κάνοντας θόρυβο και προκαλούν με άσεμνες εκφράσεις. Μαζί τους μπλέκονται ο “Γέρος”, η “Γριά” και η “Αρκούδα”.

Ρέθυμνο. Οι κανταδόροι με τις κιθάρες και τα μαντολίνα μάς μεταφέρουν με τις μελωδίες και τα τραγούδια τους στον παλιό καλό καιρό.

Kάρπαθος. Λειτουργεί το Λαϊκό Δικαστήριο Ανήθικων Πράξεων. Mετά τα αυτοσχέδια αστεία και τα γέλια, ακολουθεί τρικούβερτο γλέντι.


Τις επόμενες μέρες θα ακολουθήσουν πιο αναλυτικά έθιμα που αξίζουν την προσοχή μας.



Ήθη και έθιμα της Αποκριάς





Αποκριά σημαίνει αποχή από το κρέας -προετοιμάζει τον άνθρωπο ψυχικά και σωματικά για την περίοδο του Πάσχα και την Ανάσταση. Στα λατινικά ταυτίζεται με το καρναβάλι, καθώς αυτή η λέξη προέρχεται από το carne, που σημαίνει “κρέας”, και το ρήμα vale, που σημαίνει “περνώ”.

Η περίοδος της Αποκριάς θεωρείται κατεξοχήν περίοδος εκτόνωσης, μια περίοδος κατά την οποία ο άνθρωπος ξεφεύγει από την καθημερινότητά του και εξωτερικεύει τα πάθη του με τη βοήθεια της μεταμφίεσης.

Παλαιότερα το καρναβάλι γινόταν παντού στην Ελλάδα, με μασκαράτες ομαδικές, χορούς, γλέντια, σάτιρα και διάφορα ιδιαίτερα έθιμα σε κάθε μέρος. Ήταν ευκαιρία για ξεφάντωμα, κρασί και χίλια δυο πειράγματα.


Μεγαλύτερα κέντρα του αποκριάτικου ξεφαντώματος ήταν, όπως και σήμερα, η Πάτρα με το περιβόητο πατρινό καρναβάλι, που έχει τις ρίζες του στις αρχές του 19ου αιώνα, η Πλάκα στην Αθήνα, η Θήβα με τον περίφημο “βλάχικο γάμο”, η Κοζάνη με τους ωραίους φανούς της, υπαίθρια γλέντια γύρω από φωτιές σε διάφορες γειτονιές της.


Από την Κρήτη μέχρι τις Σέρρες, από τη Λέρο μέχρι την Ξάνθη κι από την Κέρκυρα μέχρι την Λάρισα, γνωστά ή άγνωστα αποκριάτικά έθιμα αναβιώνουν μέχρι σήμερα, κρατώντας ζωντανή την ελληνική παράδοση.


Μπορεί για τους περισσότερους οι Απόκριες να συνδέονται με τα μεγάλα καρναβάλια, τις παρελάσεις μεταμφιεσμένων ή τους ξέφρενους χορούς. Σε αρκετούς όμως νομούς και γεωγραφικά διαμερίσματα της χώρας, σώζονται έθιμα και παραδόσεις που μεταφέρονται αναλλοίωτα από γενιά σε γενιά μέχρι και τις μέρες μας.


Διονυσιακού χαρακτήρα, αρχαιοελληνικής προέλευσης, με παγανιστικές επιρροές, τις περισσότερες φορές έντονα σκωπτικά και με σατυρική διάθεση, τα αποκριάτικα έθιμα ανά την Ελλάδα, συνδέονται άλλοτε με την ιστορία και τους θρύλους της περιοχής και άλλοτε πάλι αποτελούν απλώς μια αφορμή διαφυγής από την καθημερινότητα.


Η προετοιμασία σε αρκετές περιπτώσεις ξεκινάει μόλις ανοίγει το Τριώδιο, ενώ κορυφώνεται πάντοτε την τελευταία Κυριακή των Αποκριών, όπου σε κάθε περιοχή στήνεται μεγάλο γλέντι που διαρκεί μέχρι το πρωί της Καθαρής Δευτέρας.


Με βαθειές ρίζες στην ελληνική παράδοση, οι απόκριες προέρχονται απο τη περιοχή της Θράκης και αποδίδονται στη λατρεία του Θεού Διονύσου, που στην αρχαία Ελλάδα ήταν ο Θεός του κρασιού, του κεφιού, της ζωής και της αναπαραγωγής. 


Ο Διόνυσος σύμφωνα με τη παράδοση, είχε μαζί του τους Σάτυρους και τους Σελινούς, οι οποίοι έβαζαν στα κεφάλια τους στεφάνι απο κισσό, φόραγαν μάσκες και ντύνονταν με δέρματα ζώων. Κατα τις λατρευτικές τελετές που διοργανώνονταν προς τιμήν του, οι λάτρεις του ζαλισμένοι απο το κρασί χυδαιολογούσαν, θορυβούσαν και χόρευαν. Οι Διονυσιακές γιορτές συμβόλιζαν την εποχή που η γη ξυπνά απο τη χειμερία νάρκη και αναγεννάται, γι αυτό τελούνταν κατά το τέλος του χειμώνα με σκοπό να σηματοδοτήσουν τον ερχομό της άνοιξης.


Μια φορά τον χρόνο, τα καρναβάλια συµβαίνουν σε πολλές πόλεις και χωριά της χώρας µας. Στην πραγµατικότητα η αποκριά, που ονομάζεται και Τριώδιο, διαρκεί τρεις εβδοµάδες ξεκινώντας 60 µέρες πριν το Πάσχα. 


Η ονομασία «Τριώδιο» προέρχεται από τις «τρεις ωδές» του Ευαγγελίου της Ορθοδοξίας. Το «Τριώδιο» αρχίζει την Κυριακή του «Τελώνη και Φαρισαίου», συνεχίζει με την Κυριακή του «Ασώτου Υιού», την Κυριακή της «Απόκρεω» και ολοκληρώνεται την Κυριακή της «Τυρινής» ή «Τυροφάγου».


Η επόμενη είναι η πρώτη μέρα της Σαρακοστής και ξεκινάει η νηστεία, η οποία διαρκεί 40 ημέρες. Οι χριστιανοί ονόμασαν την μέρα αυτή «Καθαρά Δευτέρα», γιατί με την έναρξη της νηστείας θεωρούσαν ότι ξεκίναγε η «κάθαρση» του σώματος και του πνεύματος.


Κατά την διάρκεια αυτών των ηµερών, γιορτές και εκδηλώσεις οργανώνονται παντού και οι άνθρωποι διασκεδάζουν πολύ, και κυρίως τα παιδιά. Οι μικροί και μεγάλοι µεταµφιέζονται µε αστεία κουστούµια, χορεύουν, τραγουδούν και παρακολουθούν παρελάσεις καρνάβαλων, καθώς και άλλες δραστηριότητες που οργανώνονται από τους δήµους όλων σχεδόν των πόλεων της Ελλάδας.


Η Κυριακή της Αποκριάς είναι η µέρα της Παρέλασης των Καρνάβαλων. Η παρέλαση αποτελείται από οµάδες µεταµφιεσµένων ανθρώπων, χορευτών και αρµάτων. Το θέµα κάθε άρµατος είναι διαφορετικό, ενώ τα περισσότερα διακωµωδούν µε οµοιοκατάληκτες στροφές τις καταστάσεις και τα γεγονότα, παριστάνοντας πολιτικούς καθώς και την ζωή της ελληνικής κοινωνίας εν γένει αλλά και διεθνή γεγονότα.


Αργότερα το απόγευµα οι άνθρωποι θα µαζευτούν στην κεντρική πλατεία για φαγητό, ποτό και χορό. Αυτό σηματοδοτεί και το τέλος της παρέλασης. Το τελευταίο γεγονός θα είναι το κάψιµο το Βασιλιά Καρνάβαλου σε µια µεγάλη φωτιά όπου όλοι θα χορεύουν γύρω της. Κάποιες φορές υπάρχουν απλές φωτιές που ονοµάζονται «φάνι», και οι άνθρωποι τραγουδούν σατυρικά τραγούδια και χορεύουν παραδοσιακούς χορούς.


Καρναβάλι σημαίνει χορός, ποτό, μασκάρεμα, σάτιρα, γλέντι και ξεφάντωμα. Όπου κι αν βρίσκεται κανείς στην Ελλάδα αυτή την εποχή το συναντά. Παρά το υπερθέαμα που προσφέρει, η τήρηση των εθίμων της κάθε περιοχής είναι εκείνη που το καθιστά περισσότερο ενδιαφέρον, με την εμφάνιση λαογραφικών στοιχείων να είναι πρόδηλη σε κάθε γωνιά της χώρας. Οι μεγαλύτερες εστίες του συναντούνται στη Πάτρα με το φημισμένο Πατρινό καρναβάλι, στη Ξάνθη με το Ξανθιώτικο καρναβάλι που αποτελεί πόλο έλξης ως το μεγαλύτερο καρναβάλι το Βαλκανίων, στη Πλάκα των Αθηνών και στη Θήβα με τον ξακουστό «βλάχικο» γάμο της, έθιμο που τελείται ακόμα και σήμερα.


Το κύριο γνώρισμα των Αποκριών είναι οι μεταμφιέσεις τις οποίες συναντάμε σε ολόκληρη την Ελλάδα, καθώς και στην υπόλοιπη Ευρώπη. Το όνομα των μεταμφιεσμένων διαφέρει από τόπο σε τόπο: κουδουνάτοι, καμουζέλες, μούσκαροι αλλά το κοινότερο είναι μασκαράδες και καρνάβαλοι που προέρχεται από τις ιταλικές λέξεις maschera και carnevale.


Στην Ελλάδα υπάρχει πληθώρα εθίμων που διαφέρουν από περιοχή σε περιοχή.


Τις επόμενες μέρες θα γνωρίσουμε κάποια από αυτά.


Πηγές: tralala.gr, blogs.sch.gr, tovima.gr, clickatlife.gr


Ο ΜΗΝΑΣ ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ





Ο ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ ΣΤΟ ΛΑΟ ΜΑΣ



Το όνομα Φεβρουάριος προέρχεται από το λατινικό februare που σημαίνει καθαρίζω, εξαγνίζω. Από την ίδια ρίζα προέρχονται και τα ονόματα δύο ρωμαϊκών θεοτήτων που λατρεύονταν αυτό τον μήνα: της Februa και του Februs. Η Φεβρούα ήταν η θεά που επόπτευε τους καθαρμούς και τους εξαγνισμούς και ο Φέβρουος ο θεός των νεκρών, κάτι το αντίστοιχο με τον Πλούτωνα των αρχαίων Ελλήνων. Η λατρεία των νεκρών συνδέεται άμεσα με τις καθαρτήριες τελετές, αφού ότι έχει σχέση με τον θάνατο θεωρείται μολυσμένο και πρέπει να καθαίρεται, να καθαρίζεται.



Ο Φεβρουάριος είναι ο πιο μικρός μήνας του χρόνου: έχει 28 μόνο ημέρες. Κάθε τέσσερα χρόνια, όμως, παίρνει και μια ακόμη μέρα, την 29η, τότε το έτος λέγεται δίσεχτο και θεωρείται κακότυχο:

Σαν έρθουν χρόνοι δίσεχτοι και μήνες οργισμένοι λέει το τραγούδι. Όταν το έτος είναι δίσεχτο, ούτε αμπέλια πρέπει να φυτεύονται, πιστεύει ο λαός, ούτε σπίτια να θεμελιώνονται, ούτε γάμοι να γίνονται, γιατί θα ατυχήσουν.


Η ιδιαιτερότητα (μήνας εξαγνισμού) αυτή δίνει την αφορμή να λεχθεί κι εδώ ότι για ένα μεγάλο διάστημα θεωρούνταν ο τελευταίος μήνας του έτους μια και η προσθήκη των δύο τούτων νεότερων μηνών, δηλ του Ιανουαρίου και του Φεβρουαρίου στο ρωμαϊκό δεκάμηνο πιστεύεται ότι καταρχήν έγινε μετά τον δέκατο μήνα, τον Δεκέμβριο. Πολύ αργότερα ο Φεβρουάριος ονομάστηκε δεύτερος μήνας της χρονιάς, οπότε κι όλοι οι υπόλοιποι μήνες μεταπήδησαν δύο επιπλέον θέσεις από την αρχική τους τοποθέτηση.

Λόγω της μοναδικής θέσεως που κατείχε ο εν λόγω μήνας στο δωδεκάμηνο, ως τελευταίος μήνας δηλ., έχει εμπλακεί και στους μαθηματικούς υπολογισμούς των ημερολογίων. Πιο συγκεκριμένα: Ως τελευταίος μήνας μπορούσε να συμπληρώσει όσες μέρες χρειαζόταν για να κλείσει η χρονιά σωστά και για τούτο τύχαινε να είναι λειψός με 28 συνήθως ημέρες.

Ο Ιούλιος Καίσαρ καθόρισε η χρονιά να αποτελείται από 365 ημέρες συν ένα τέταρτο της ημέρας. Αργότερα αποφάσισε για προφανή ευκολία, δίσεκτο έτος να είναι αυτό που η έκτη Φεβρουαρίου θα υπολογίζεται δύο φορές - από δω και η ονομασία δίσεκτο - και τούτο επαναλαμβάνεται κάθε 4 χρόνια. Στη συνέχεια η σύνοδος της Νίκαιας αφ’ενός αποδέχτηκε αυτή τη διευθέτηση, αφ’ετέρου αποφάσισε δίσεκτα έτη να είναι όσα διαιρούνται ακριβώς με το τέσσερα, κάθε δε περίσσια ημέρα να προστίθεται ως η 29η στο τέλος του Φεβρουαρίου, αντί ο μήνας να έχει δύο ημέρες με την ίδια ημερομηνία 6.


Το περιεχόμενο του Φλεβάρη είναι πρώτα από όλα - και αυτό είναι κοινό για όλους τους ελληνικούς τόπους - το μήκος του. Είναι ο μήνας ο Κουτσός, ο Κούντουρος και Κούτσουρος, δηλαδή με κομμένη ουρά, όπως τον λένε στον Πόντο, Κουτσούκης ή Μικρός ή Κούτσουλος, όπως τον λένε στην Κύπρο και φυσικά ο Κουτσοφλέβαρος.



Ο Φλεβάρης κι αν φλεβίσει καλοκαίρι θα μυρίσει,

μα κι αν τύχει και θυμώσει, μες στο χιόνι θα μας χώσει.



Για τον άστατο καιρό, ο Φλεβάρης λέγεται επίσης και Μεθυσμένος γιατί δεν ξέρει τι κάνει, τι του γίνεται-Στην Κύπρο λένε την εξής παράδοση: Κάποτε, λέει, που η παραγωγή του κρασιού ήταν μικρή  οι μήνες Γενάρης, Φλεβάρης και Μάρτης συμφώνησαν να ενώσουν σε ένα πιθάρι το κρασί τους και να το χρησιμοποιήσουν από κοινού. Ο Φλεβάρης, που είχε βάλει πρώτος το κρασί στο πιθάρι, τρύπησε το κάτω μέρος για να τραβήξει το δικό του κρασί, χωρίς να ρωτήσει τους άλλους, και τράβηξε και το δικό τους μερίδιο. Για τιμωρία τότε ο Γενάρης και ο Μάρτης του αφαίρεσαν από μια μέρα κι έτσι απόμεινε με 28.


Για τις αγροτικές δουλειές ο Φλεβάρης είναι ο μήνας των αμπελιών. Τότε γίνεται το κλάδεμα, το καθάρισμα και το τσάπισμα των αμπελιών και τότε βάζουνε και καταβολάδες, όπως λένε, δηλαδή, φυτεύουν αμπέλια, εκτός κι αν είναι δίσεχτος, τότε δεν φυτεύουν. Γιαυτό του το περιεχόμενο ο Φλεβάρης ονομάζεται σε ορισμένα μέρη, όπου είναι ανεπτυγμένη η αμπελουργία, κλαδευτής.

Την πρώτη του μήνα γιορτάζεται ο Άγιος Τρύφωνας, ο οποίος είναι και ο προστάτης των αμπελουργών. Μετά το εκκλησίασμα, με τον αγιασμό οι γεωργοί ραντίζουν τ’αμπέλια και τα χωράφια και σε μερικά μέρη ο παπάς γυρίζει τους αμπελώνες και τους αγιάζει, ξορκίζοντας τα βλαβερά των αμπελιών. Σύμφωνα με το συναξάρι του, ο άγιος Τρύφωνας ήτανε βοσκός και γιάτρευε όλες τις αρρώστιες και έδιωχνε τους δαίμονες. Θεωρείται ως ο κατεξοχήν προστάτης των χωραφιών, των αμπελιών και των κήπων από τους κινδύνους που τα απειλούν.




Στο χωριό Βρυσικά του Διδυμότειχου, την ημέρα του αγίου Τρύφωνα, κάθε αμπελουργός πήγαινε στο αμπέλι του μετά την απόλυση της εκκλησίας, έκοβε τρεις βέργες και, πριν αρχίσει το κλάδεμα ρωτούσε - πού είσαι αϊ Τρύφωνα; Και απαντούσε μόνος του, τάχα πως απαντούσε ο άγιος : εδώ είμαι, αλλά απ΄τα σταφύλια δεν φαίνομαι.

Την ημέρα της γιορτής δεν δούλευε κανείς. Οι γεωργοί της Αιτωλίας κρατάνε την αργία του Τρύφωνα για το «ποντίκι» όπως λένε. Γιατί αν τη χαλάσεις το ποντίκι δεν σ’αφήνει σακάλευρο για σακάλευρο. Κόβει σακούλια, ρούχα, δισάκια, ότι βρει. Στην Ηλεία οι αμπελουργοί αποφεύγουν να πιάσουν κλαδευτήρι γιατί όποιος το κάνει σίγουρα θα τραυματιστεί. Κάποιος που μαγάρισε τη μνήμη του Αϊ τρύφωνα και δούλεψε, έκοψε με το κλαδευτήρι τη μύτη του.


Μια άλλη γιορτή, τώρα του Φλεβάρη, που συνδέεται με τις αγροτικές γιορτές επίσης, είναι της Υπαπαντής στις 2 του μήνα. Σε ορισμένα μέρη, λ.χ. στην Κω, στα Δωδεκάνησα, τότε, της Υπαπαντής, αρχίζουν οι διολιές και τριολιές, όπως λένε δηλαδή το δεύτερο και το τρίτο όργωμα των χωραφιών, για να φυτέψουν τα ψιμικά. Ψιμικά είναι οι όψιμες καλλιέργειες, πατάτες, φασόλια ρεβίθια και τα κηπευτικά. Της Υπαπαντής μαντεύονται επίσης για τον καιρό. Στην Ηλεία λένε «αν της Υπαπαντής δεν φανεί ήλιος, θα βρέχει σαράντα μέρες, αν φανεί θα ρθεί καλή χρονιά. Στη Μυτιλήνη λένε ότι «ότι καιρό θα κάνει της Υπαπαντής, τον ίδιο καιρό θα κάνει και 40 μέρες ύστερα». Στην Κεφαλλονιά λένε «καλοκαιριά τση Παπαντής, Μαρτιάτικος χειμώνας» και «Παπαντούλα χιονισμένη, και τ’αμπάρια γιομισμένα».


Στις τρεις του Φλεβάρη γιορτάζει ο άγιος Συμεών, ο αϊ Συμιός, όπως λέει ο λαός, το όνομα του που παρετυμολογήθηκε από το ρήμα σημειώνω, σημειωμένος, έδωσε αφορμή σε μια περίεργη πρόληψη για τις έγκυες γυναίκες. Την ημέρα της γιορτής του αϊ Συμιού οι έγκυες παίρνουν χίλιες προφυλάξεις μην τύχει και κάνουν καμιά δουλεία και βγει το παιδί τους σημειωμένο, δηλαδή με κουσούρι.

Αλλά ο Φλεβάρης είναι και μήνας χορευταράς, ξέγνοιαστος, γιατί μέσα στο Φλεβάρη πέφτουν συνήθως οι Αποκριές για τις οποίες θα μιλήσουμε στο επόμενο μας σημείωμα.



Πηγή οι 12 μήνες ΤΑ ΛΑΟΓΡΑΦΙΚΑ της Αλκη Κυριακίδου-Νέστορος



                                     



                              Ο Ιανουάριος στην Παράδοση




Ο Ιανουάριος ή Γενάρης ή Καλαντάρης ή Καλαντάρς στα ποντιακά, είναι ο πρώτος μήνας του έτους κατά το Γρηγοριανό Hμερολόγιο. Ιανουάριος, καθώς τον θεωρούσαν του αιώνος πατέρα. Είχαν μάλιστα οριστεί δώδεκα πρυτάνεις να τον υμνούν.


Ο Ιανουάριος πήρε το όνομά του από τον Ιανό, θεό κάθε αρχής στη ρωμαϊκή μυθολογία. Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά και ο Ηλίας Αναγνωστάκης: «…ο Ιανός ήταν θεός δίμορφος, που παριστάνεται πότε με κλειδιά ή με τριακόσιες ψήφους στο δεξί του χέρι και εξήντα πέντε στο αριστερό, όσες οι μέρες του ενιαυτού.

Λεγόταν δε και «Αιωνάριος» αντί Ιανουάριος, επειδή τον θεωρούσαν του αιώνος πατέρα. Είχαν μάλιστα οριστεί δώδεκα πρυτάνεις να τον υμνούν και υπήρχε δωδεκάβωμον στο ναό του, όσοι και οι μήνες του έτους».

Ο Ιανουάριος, ωστόσο, δεν ήταν ανέκαθεν ο πρώτος μήνας του έτους για τους Ρωμαίους. Στα πρώτα χρόνια της ιστορίας τους, πρώτος μήνας ήταν ο Μάρτιος, από το όνομα του πολεμικού θεού τους Mars-Martis (δηλαδή του Άρη των Ελλήνων). Πρωτοχρονιά ήταν τότε η πρώτη Μαρτίου, η οποία εξακολούθησε να γιορτάζεται και στα κατοπινά χρόνια. Και επειδή θυμούνταν πως αυτή ήταν η αρχική τους πρωτοχρονιά, την έλεγαν πάτριον. Ο Ιανουάριος έγινε πρώτος μήνας αργότερα, όταν ο μυθικός βασιλιάς των Ρωμαίων Νούμας Πομπίλιος οργάνωσε το ημερολόγιο με βάση τον ήλιο.

Στον Ιανουάριο ο λαός μας έχει δώσει διάφορες ονομασίες, όπως το Γενάρης επειδή τότε γεννούν τα γιδοπρόβατα, και Μεσοχείμωνας επειδή είναι ο μεσαίος από τους μήνες του χειμώνα, όπως δηλώνει και η παροιμία «ως τα’ Αϊ-Γιαννιού, τρυγόνα, είναι η φούρια του χειμώνα».

Ο Ιανουάριος είναι επίσης και ο μήνας με το λαμπρότερο φεγγάρι: «Του Γενάρη το φεγγάρι παρά ώρα μέρα μοιάζει». Ονομάζεται και Γατόμηνας επειδή στη διάρκειά του ζευγαρώνουν οι γάτες, και Μεγάλος μήνας ή Τρανός μήνας ή Μεγαλομηνάς, γιατί είναι ο πρώτος μήνας του έτους και σε αντιδιαστολή με τον Φεβρουάριο, που είναι «κουτσός» (Κουτσοφλέβαρος).

Οι αλκυονίδες ημέρες τού έχουν δώσει και την ονομασία «γελαστός», αλλά είναι επίσης γνωστός και ως «κλαδευτής»: «Γενάρη μήνα κλάδευε, φεγγάρι μη γυρεύεις».

Άλλες ονομασίες: Γενολοήτης (επειδή αυτόν τον μήνα γεννοβολούν τα κοπάδια), Κρυαρίτηςγιατί είναι ο πιο «κρυουλιάρης».

Ο Ιανουάριος είναι επίσης γνωστός και ως καλαντάρης από τα κάλαντα της Πρωτοχρονιάς και τα δώρα των Καλενδών του Ιανουαρίου. Τα δώρα αυτά είναι το σημερινό «δώρο των Χριστουγέννων», ο 13ος μισθός, ο οποίος στη Βυζαντινή εποχή ήταν πράγματι δώρο κι όχι μισθός

Οι ρίζες άλλωστε πολλών εθίμων του Δωδεκαήμερου ανάγονται στους χρόνους που γιορτάζονταν η «Χειμερινή τροπή» του Ήλιου που σημάδευε την αρχή της εποχής του χειμώνα. Οι γιορτές αυτές έπαιρναν πανηγυρικό χαρακτήρα και είχαν κατακτήσει ολόκληρο τον ελληνορωμαϊκό κόσμο. Άρχιζαν με τα Βρουμάλια από τις 24 Νοεμβρίου έως τις 17 Δεκεμβρίου και ακολουθούσαν τα Σατουρνάλια 9στην Ελλάδα τα Κρόνια) από τις 18 έως τις 24 Δεκεμβρίου και ήταν η αρχαιότερη γιορτή των Ρωμαίων την οποία απέδιδαν στον Ρωμύλο ή στους Πελασγούς. Ξεχώρισε όμως από τις άλλες αγροτικές γιορτές τους το 217 π.Χ.

Κατά την κεντρική ημέρα της γιορτής του «αηττήτου ηλίου», στις 25 Δεκεμβρίου, εορταζόταν το γεγονός της τροπής του Ήλιου, που άρχιζε και πάλι να ανεβαίνει στον ουρανό, να μεγαλώνουν οι ημέρες, και μαζί τους οι ζωογόνες ακτίνες του Ήλιου ξανάκαναν τη Γη να καρποφορήσει. Την 1η Ιανουαρίου γιορτάζονταν οι Καλένδες, στις 3 τα Βότα, στις 4 τα Λορεντάλια και στις 7 Ιανουαρίου τελείωνε η περίοδος αυτή των εορτών.

Μήνας, επομένως των γιορτών μπορεί να ονομαστεί με τις πολλές γιορτές που έχει ο Γενάρης. Η πρώτη μέρα του μήνα είναι η πρωτοχρονιά και γιορτάζεται σ’ όλο τον κόσμο με λαμπρότητα, μεγαλοπρέπεια και πολλές εκδηλώσεις. Αυτή η ημέρα καλύπτεται από ένα πλήθος λαϊκών εθίμων, με πράξεις και ενέργειες μαγικές, που έχουν την προέλευσή τους στα βάθη των αιώνων. Τη μέρα αυτή γιορτάζεται η μνήμη του Αγίου Βασιλείου, που είναι ένας από τους μεγαλύτερους πατέρες της εκκλησίας. Ο Αγιος Βασίλης ενσαρκώνει για το λαό, το πνεύμα του καινούργιου χρόνου.

Στις 6 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Φώτων, μεγάλη Χριστιανική γιορτή, γιατί τότε αγιάζονται τα νερά. Αυτή η γιορτή συμβολίζει την παλιγγενεσία του ανθρώπου και ο λαός τη λέει “Μεγάλη γιορτή, Θεότρομη”. Είναι η μέρα που βαφτίσθηκε ο Χριστός απ’ τον Αη-Γιάννη τον Πρόδρομο στ’ άγια νερά του Ιορδάνη.

Στις 7 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου του Βαπτιστή.

Στις 17 του μήνα είναι η γιορτή του Αγίου Αντωνίου και στις 18 του Αγίου Αθανασίου. Του Αγίου Αθανασίου η ημέρα μεγαλώνει μια ώρα. Γι’ αυτό πολλοί λένε “Αη-Θανάσης ήλθε, καλοκαίρι ήλθε”.

Στις 20 Ιανουαρίου είναι η γιορτή του Αγίου Ευθυμίου.

Στις 30 Ιανουαρίου είναι η γιορτή των Τριών Ιεραρχών του Μεγάλου Βασιλείου, του Γρηγορίου του Θεολόγου και του Ιωάννη του Χρυσοστόμου. Η γιορτή των μεγάλων αυτών ιεραρχών είναι η γιορτή των ελληνικών και χριστιανικών γραμμάτων. Την ημέρα αυτή στη Σιάτιστα τελείται πανηγυρική θεία λειτουργία καθώς και μνημόσυνο των ευεργετών των σχολείων της πόλης.

Πολλές είναι και οι παροιμίες για τον Ιανουάριο, όπως οι παραδείγματος χάριν οι ακόλουθες:

Σ’ όσους μήνες έχουν «ρο», μπάνιο με ζεστό νερό.

Χιόνισ’ έβρεξ’ ο Γενάρης, oλ’ οι μύλοι μας θ’ αλέθουν.

Του Γεναριού το φεγγάρι είναι σαν του Αλωνάρη.

Ο Γενάρης δε γεννά μήτε αυγά μήτε πουλιά, μόνο κρύο και νερά.

Του Γενάρη το φεγγάρι την ημέρα σιγοντάρει.

Οποιος θε να βαμπακώσει, το Γενάρη θε ν’ οργώσει.

Του Γενάρη το φεγγάρι ήλιος της ημέρας μοιάζει.

Αρχιμηνιά, καλή χρονιά, με σύγκρυα και παγωνιά.

Γενάρης χωρίς χιόνι, κακό μαντάτο.

Τ’ Αλωναριού τα μεσημέρια , και του Γεναριού οι νύχτες.

Οι γεναριότικες νύχτες, για να περάσουν θέλουν συντροφιά και κουβέντα.

Εκαμε κι ο Γενάρης ήλιο.

Γενάρη, μήνα του Χριστού κι αρχιμηνιά του κόσμου.

Κότα πίτα το Γενάρη, κόκορα τον Αλωνάρη.

Με τα Φώτα του ο Γενάρης, όλης της χρονιάς μπροστάρης.             





                                   Έθιμα των Φώτων από όλη την Ελλάδα






Γνωρίστε τα έθιμα των Φώτων και αν είστε τυχεροί, ταξιδέψτε στις όμορφες γωνιές της Ελλάδας, για να τα παρακολουθήσετε και από κοντά.


Οι γιορτές τελειώνουν με τον λαμπρό εορτασμό των Φώτων σε όλη την Ελλάδα. Η πλούσια σε έθιμα ελληνική παράδοση, γιορτάζει με διαφορετικό τρόπο τα Φώτα σε κάθε γωνιά της χώρας. Γνωρίστε τα έθιμα της πατρίδας μας και αν είστε τυχεροί, ταξιδέψτε στις όμορφες γωνιές της Ελλάδας, για να τα παρακολουθήσετε και από κοντά.


Λευκάδα: τα ιερά πορτοκάλια


Οι πιστοί συγκεντρώνονται πλάι στην θάλασσα και ο ιερέας ρίχνει το σταυρό στο νερό, όπως συμβαίνει σε πολλές περιοχές της χώρας. Όμως στη Λευκάδα, μαζί με το σταυρό, ρίχνουν στη θάλασσα και ένα μάτσο πορτοκάλια δεμένα μεταξύ τους με σκοινί. Στη συνέχεια, τα ευλογημένα αυτά πορτοκάλια, κρεμιούνται πλάι στα εικονίσματα των εκκλησιών.


Ερμιόνη: οι ναυτικοί βουτηχτάδες


Λίγο πριν ο σταυρός πέσει στη θάλασσα, οι «βουτηχτάδες», όπως χαρακτηριστικά ονομάζονται τα παλικάρια, που πρόκειται να βουτήξουν για να πιάσουν το σταυρό, φορούν παραδοσιακές στολές παλαιών ναυτικών και γυρίζουν από σπίτι σε σπίτι τραγουδώντας. Οι νοικοκύρηδες τους καλοδέχονται με ευχές και παραδοσιακά κεράσματα και τους εύχονται καλή επιτυχία στη βουτιά που ακολουθεί.


Καστοριά: τα ραγκουτσάρια αναβιώνουν


Ανήμερα των Φώτων στην Καστοριά αναβιώνουν τα Ραγκουτσάρια. Οι κάτοικοι φορούν τρομακτικές μάσκες για να ξορκίσουν το κακό από την περιοχή και ζητούν «αμοιβή» από τους περαστικούς για το καλό που κάνουν στην πόλη. Παρόμοιο είναι και το έθιμο «ροκατζάρια», που αναβιώνει στη Δράμα, όπου κάτοικοι με τρομακτικές μάσκες διώχνουν τα κακά πνεύματα.


Χαλκιδική: ο βασιλιάς και οι φωταράδες


Σε πολλά χωριά της Χαλκιδικής αναβιώνει ακόμη και σήμερα το έθιμο των Φωταράδων. Ο «βασιλιάς» που είναι φορτωμένος με κουδούνια ανοίγει τον χορό και τον ακολουθούν οι Φωταράδες, οι πιστοί του υπήκοοι με ξύλινα σπαθιά, που προσπαθούν να αποτρέψουν οποιονδήποτε προσπαθεί να κλέψει ένα λουκάνικο που στήνεται στην πλατεία του χωριού


Γαλάτιστα Χαλκιδικής: η καμήλα και η απαγωγή...


Πρόκειται για ένα έθιμο, που αναβιώνει αδιαλείπτως από τα τέλη του 19ου αιώνα. Τότε, κάποιος ερωτευμένος προκειμένου να απαγάγει την αγαπημένη του κάτω από τα μάτια του Τούρκου επιτρόπου, σκαρφίστηκε ένα μοναδικό κόλπο. Έστησε ένα γλέντι στο χωριό και παράλληλα έφτιαξε το ομοίωμα μιας καμήλας μέσα στο οποίο κρύφτηκε ο ίδιος και οι απαγωγείς φίλοι του που μπήκαν στο σπίτι, έκλεψαν την κοπέλα και την φυγάδευσαν κάτω από το ομοίωμα της καμήλας. Σήμερα, το έθιμο αναβιώνει με το ομοίωμα της καμήλας να γυρνά στο χωριό και με 6 άνδρες να κρύβονται από κάτω χορεύοντας και τραγουδώντας.


Αγιος Πρόδρομος Χαλκιδικής: οι φούταροι και τα ρόπαλα


Πλούσια σε έθιμα των Φώτων, η Χαλκιδική αναβιώνει το έθιμο των φούταρων στον Άγιο Πρόδρομο. Την παραμονή των Φώτων, κάποια παλικάρια, οι φούταροι, λένε τα κάλαντα και αντί για χρήματα, οι νοικοκύρηδες τους δίνουν κρέας και λουκάνικα. Την ημέρα του Αϊ Γιαννιού, οι φούταροι χορεύουν στην πλατεία του χωριού. Όταν κάνουν διάλειμμα και βγαίνουν από τον κύκλο του χορού, αρπάζουν ένα ρόπαλο και μόλις ξαναμπαίνουν στο χορό, πετούν τα ρόπαλα ψηλά και σφυρίζουν για να σηματοδοτήσουν το τέλος των γιορτών.


Δράμα: τα μπαμπούγερα και η στάχτη


Αποτελεί ένα από τα πιο ενδιαφέροντα έθιμα, που θα συναντήσετε στη Δράμα αυτές τις ημέρες. Την παραμονή των Φώτων, οι γυναίκες παίρνουν στάχτη από το τζάκι και την σκορπίζουν με το δεξί χέρι μέσα στο σπίτι, προφέροντας ξόρκια για να φύγουν οι καλικάντζαροι. Ανήμερα των Φώτων και μετά τον αγιασμό των υδάτων, κάποιοι κάτοικοι –τα μπαμπούγερα-φορούν προβιές ζώων, στέκονται απέξω από την εκκλησία και κρατούν ένα σακούλι (υποτίθεται γεμάτο με στάχτη) για να χτυπούν με αυτό όποιους συναντούν και να φοβερίζουν τους καλικάντζαρους!


Δράμα: οι αράπηδες και ο Μεγαλέξανδρος


Το έθιμο των αράπηδων μας ταξιδεύει πολλά χρόνια πίσω, τότε που οι νέγροι πολεμιστές του Μεγάλου Αλεξάνδρου, λέγεται, πως με τους αλαλαγμούς τους κατάφεραν να φοβερίσουν και να διώξουν τους ελέφαντες των Ινδών αντιπάλων. Σήμερα, οι κάτοικοι της περιοχής, ντύνονται με προβιές ζώων, φορούν κουδούνια και χορεύουν στο δρόμο για να διώξουν τα κακά πνεύματα και τους καλικάντζαρους. Το έθιμο αυτό, αναβιώνει και σε αρκετές περιοχές της Καβάλας.


Θεσσαλία: τα ποτάμια και το ράντισμα


Σε πολλά χωριά της Θεσσαλίας, όπου υπάρχουν ποτάμια, οι κάτοικοι παίρνουν τα εικονίσματα από την εκκλησία και τα μεταφέρουν στο ποτάμι. Εκεί, μέσα στα παγωμένα νερά των ποταμών, ρίχνουν τον σταυρό και με αυτόν ραντίζουν τα εικονίσματα, τα οποία στη συνέχεια επιστρέφουν στην εκκλησία ενώ συνηθίζουν να ραντίζουν με το ευλογημένο νερό και τα χωράφια για να έχουν καλή σοδιά. Σε αρκετά χωριά της Θεσσαλίας, βουτούν ολόκληρη την εικόνα μέσα στο ποτάμι!


Δωδεκάνησα: οι βουτηχτάδες κρατούν την ανάσα τους


Σε πολλά Δωδεκάνησα αλλά κυρίως στη Σύμη και την Κάλυμνο, οι «βουτηχτάδες», όσοι δηλαδή βουτούν να πιάσουν το σταυρό αψηφώντας τις χαμηλές θερμοκρασίες του νερού της θάλασσας, κρατούν την ανάσα τους για να μείνουν όσο το δυνατόν περισσότερο κάτω από το κρύο νερό. Και φυσικά, όσο διαρκεί η παγωμένη βουτιά, οι ψαράδες των νησιών με τις βάρκες τους, σχηματίζουν έναν προστατευτικό κλοιό γύρω από τους βουτηχτάδες, που θεωρούνται οι τυχεροί της νέας χρονιάς που μόλις μπήκε.

ΛΙΛΗ ΚΑΡΑΚΩΣΤΑ (clickatlife. gr)                          





                                       Ο ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ ΣΤΗΝ ΛΑΟΓΡΑΦΙΑ







Ο Δεκέμβριος είναι ο δωδέκατος και τελευταίος μήνας του ηλιακού μας έτους, αλλά ο δέκατος μήνας, όπως το λέει και το όνομά του (εκ του λατινικού decem = δέκα), από την πρωτοχρονιά της 1ης Μαρτίου, όταν το έτος των Ρωμαίων ήταν δεκάμηνο.



Στο Αττικό αρχαιοελληνικό ημερολόγιο ήταν ο έβδομος μήνας και ονομαζόταν «Ποσειδεών» ή «Ποσειδών» (16 Δεκ. – 15 Ιαν.), προς τιμήν του θεού της θάλασσας Ποσειδώνα. Αυτόν τον μήνα σύμφωνα με τις δοξασίες των Αρχαίων Αθηναίων, ο Ποσειδώνας με την Τρίαινά του, το σύμβολο της δυνάμεως και εξουσίας, συντάρασσε τις θάλασσες και προκαλούσε μεγάλες τρικυμίες όταν θύμωνε μαζί τους' γεγονός που φοβούνταν ιδιαίτερα για τα ταξίδια τους οι ναυτικοί.



Ως προς την πλευρά της αυστηρότητας ο Ποσειδών μπορεί να συσχετιστεί ως θαλασσινός θεός –προστάτης της θάλασσας– με τον δικό μας Άγιο Νικόλαο, ο οποίος τον αντικατέστησε στην πίστη του λαού. Οι Χριστιανοί ναυτικοί μας θεωρούν ότι οι δύσκολες ώρες της θάλασσας οφείλονται στον θυμωμένο άγιο Νικόλαο που είναι αγριεμένος μαζί τους. Για να τον εξευμενίσουν ρίχνουν στα τρικυμισμένα νερά λάδι από το καντήλι του Αγίου, κόλλυβα από αυτά που στέλνουν στην εκκλησία την ημέρα της γιορτής του, ψίχουλα, άρτο ή και μια μικρή εικόνα του. Τα σκορπούν στη θάλασσα και λέγουν: «Αϊ Νικόλα μου, και πάψε την οργή σου!»



Μία «σύγχρονη» ναυτική παράδοση για τον Αϊ Νικόλα τον Κυβερνήτη απ’τη θαλασσινή Μάνη:

«Τα καράβια και τα καϊκια, στα παλιά χρόνια, ταξίδευαν χωρίς τιμόνι (μόνο σε γαληνεμένη θάλασσα). Τη συγκοινωνία από το Διακόφτι στα Βάτικα, απέναντι, την έκανε ένας περάτης, άγνωστος, που δεν ήταν ντόπιος. Κάθε φορά όμως που σηκωνόταν τρικυμία (πολύ συχνά), το καράβι, χωρίς τιμόνι, τσακιζόταν στους βράχους και οι άνθρωποι πνίγονταν. Ο περάτης όμως δεν πάθαινε τίποτε και κάθε φορά παρουσιαζόταν με νέο καράβι. Ήταν δαίμονας που χαιρόταν για το κακό των ανθρώπων. Ώσπου κάποτε μπήκε επιβάτης και ένας γεράκος, με άσπρα μαλλιά και γένια. Κρατούσε και στο χέρι του ένα παράξενο ξύλο, που πλάταινε προς τα κάτω. Το καΐκι συνάντησε πάλι τρικυμία, οπότε ο γεράκος τρέχει και στερεώνει το ξύλο του στο πίσω μέρος, το κρατάει γερά (ήταν το πρώτο τιμόνι) και κυβέρνησε το πλοίο, ώστε να μην τσακιστεί στα βράχια. Οι άνθρωποι σώθηκαν, κι ο περάτης, από το κακό του εξαφανίστηκε. Την ίδια ώρα εξαφανίστηκε κι ο γεράκος, που ήταν ο άγιος Νικόλαος και νίκησε το δαίμονα, μαθαίνοντας και στους ναυτικούς το τιμόνι.»



Τα δημώδη ονόματα του Δεκεμβρίου είναι: Δεκέ(μ)βρης ή Δεκέμηρης, Γιορτινός (λόγω των πολλών εορτών), Αϊ-Νικολιάτης, Χριστουγεννιάτης, Χριστουγεννάς. Θεωρείται ο ψυχρότερος μήνας του χρόνου. Άσπρος μήνας ή Ασπρομηνάς, και Χιονιάς. Στη Μεσσηνία επιθυμούν πολλά χιόνια την ημέρα των Χριστουγέννων, που τα ονομάζουν Χριστόχιονα. Αρέσει πολύ στα παιδιά ο Δεκέμβρης, για τα χιόνια, τον χιονοπόλεμο, τον χιονάνθρωπο, τις διακοπές των σχολείων, τα κάλαντα και τα δώρα.



Στη ζωή των Ελλήνων αγροτών τρεις είναι οι εμπειρίες που προεξάρχουν: το κρύο, το τέλος της σποράς, και η μείωση του φωτός.



Το κρύο συνδέεται με τρεις κυρίως γιορτές στην αρχή του Δεκέμβρη: της Αγίας Βαρβάρας (4), του Αγίου Σάββα (5) και του Αγίου Νικολάου (6) –τα λεγόμενα Νικολοβάρβαρα. Οι παροιμίες λένε: «Βαρβάρα βαρβαρώνει (το κρύο), αϊ Σάββας σαβανώνει, αϊ Νικόλας παραχώνει», «Αγία Βαρβάρα γέννησε (το χιόνι), άη Σάββας το δέχτει κι άη Νικόλας έτρεξε να πάει να το δαφτίσει (το βάφτισε χιόνι)».



Αλλά και για τη χρονική εγγύτητα των τριών εορτών λέγεται:

«Αγια Βαρβάρα μίλησε και Σάββας αποκρίθει κι Αγιονικόλας έτρεξε να πάει να λειτουργήσει».



Οι γεωργοί θέλουν να ευχαριστήσουν τα ζώα τους (βόδια, άλογα) για τη βοήθεια που τους προσέφεραν στη σπορά και γι’αυτό τα γιορτάζουν στις 18 Δεκεμβρίου, του Αγίου Μοδέστου (στο συναξάρι του αναφέρεται ότι ανέστησε πολλά ζώα). Οι ζευγάδες ράντιζαν με τον αγιασμό τα σπαρμένα χωράφια, έριχναν κόλλυβα στη γη και τάιζαν τα ζώα τους μ’αυτά, αλλά και με άρτο (ύψωμα).



Ο Δεκέμβριος έχει τις μεγαλύτερες νύχτες. «Του Δεκέμβρη η μέρα, καλημέρα – καλησπέρα», λέει μια παροιμία. Ο Ήλιος έχει τώρα τη μεγαλύτερη απόκλιση νότια του ισημερινού, με αποτέλεσμα το βόρειο ημισφαίριο να φωτίζεται πολύ λιγότερο από το νότιο. Από τις 22 Δεκεμβρίου (μετά το χειμερινό ηλιοστάσιο), η απόκλιση αρχίζει να λιγοστεύει, οπότε στο βόρειο ημισφαίριο η μέρα μεγαλώνει. Με το Ιουλιανό ημερολόγιο, το χειμερινό ηλιοστάσιο έπεφτε το 19ο αιώνα στις 9 Δεκεμβρίου (Αγ. Άννας). Παρετυμολογώντας, λοιπόν, το όνομα του Αγίου Σπυρίδων (12) έλεγαν: «Απ’του αγίου Σπυρίδωνα μεγαλώνει η μέρα κατά ένα σπυρί». Και στις 19 παραμονή του Αγ. Ιγνατίου, που η αύξηση του φωτός ήταν πια σημαντική, έλεγαν: «αύριο είναι ο άγιος Αγνάντιος' αγναντεύει ο ήλιος προς το καλοκαίρι».



Οι ευχές όλη τη διάρκεια του Δεκεμβρίου κυριαρχούν και καθορίζουν τόσο τις άφθονες εορτές του μήνα, όπως του Αγίου Ελευθερίου (15) και του Αγίου Διονυσίου (17) όσο και τα επικείμενα Χριστούγεννα (25), την πρώτη μέρα του Δωδεκαημέρου, καθώς και τη διαβατήρια ώρα της μεταβάσεως στον καινούργιο χρόνο.



Καλό Μήνα!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Πρωταπριλιά: Γιατί λέμε ψέματα σήμερα; Τι ισχύει με το έθιμο στην Ελλάδα

Πρωταπριλιά: Γιατί λέμε ψέματα σήμερα; Τι ισχύει με το έθιμο στην Ελλάδα Κάθε χρόνο σαν σήμερα 1η Απριλίου αναβιώνει το έθιμο με τα ψέματα. ...